STÉPHANE MALLARMÉ
ΑΓÍΑ
Στὸ παραθύρι ἐκεῖ, ποὺ γράφει τὴ γραμμή του
τὸ σανταλόξυλο, ὅσο ξεχρυσίζει ὣς πέρα,
τὸ γέρικο σπιθοβολώντας βιολετί του
ποὺ κάποτε, παλιά, ἦταν φλάουτο ἢ φλογέρα,
τώρα εἶναι ἡ Ἁγία ἡ κάτωχρη καὶ ξεφυλλίζει
ἐκεῖνο τὸ παλιὸ βιβλίο τὸ ἀνοιγμένο
σ᾽ ἕνα μεγαλυνάρϊο ποὺ κελαρύζει
σ᾽ ἑσπερινοὺς καὶ ἀπόδειπνους παλιοὺς σπρωγμένο.
Σὲ τούτου ἐδῶ τοῦ ἀρτοφόριου τὸν δίσκο
ποὺ μι᾽ ἅρπα ἀγγελικὴ ζητάει νὰ τὸν πιάσει
καὶ πτήση κάνει δειλινὴ ὁ Ἄγγελος στὸν μίσχο
νὰ πάει, στὴν ὡραία φάλαγγα νὰ φτάσει
ἑνὸς λεπτοφυοῦς δακτύλου, δίχως ξύλα
σαντάλου ἢ καὶ βιβλίο, ζυγιάζεται πετώντας
στοῦ φτερωμένου ὀργάνου τ᾽ ἁπλωμένα πτίλα
καὶ τῆς σιωπῆς ὁ μουσουργὸς αὐτὴ ἡ ἴδια ὄντας.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου