Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

ΜΑΣ ΣΚΕΠΑΣΕ Ο ΑΙΩΝΑΣ ΣΑΝ ΛΕΠΤΗ ΒΡΟΧΟΥΛΑ

 


PABLO NERUDA

 

ΜΑΣ ΣΚΕΠΑΣΕ Ο ΑΙΩΝΑΣ ΣΑΝ ΛΕΠΤΗ ΒΡΟΧΟΥΛΑ

 

Μας σκέπασε ο αιώνας σαν λεπτή βροχούλα·

χερσότοπος ο χρόνος είναι, δίχως τέλος·

την όψη σου φτερούγα αλατισμένη αγγίζει·

σταλαγματιές σκληρές τα ρούχα μού τρυπήσαν·

 

τα χέρια μου μονίμως τα μπερδεύει ο χρόνος

με των πορτοκαλιών τις πτήσεις στα δικά σου·

για τη ζωή χιόνι και κασμά έχει ως βουκέντρες –

για τη δική σου τη ζωή που είναι και δική μου.

 

Τη ζωή, που σού ’δωσα, η δική μου μου όλο γεμίζει

με χρόνια, κι έχει πάρει σταφυλιού τον όγκο.

Ξανά στη γη θα πάνε οι ρώγες, τα τσαμπιά της.

 

Μα και στο χώμα κάτω είναι παρών ο χρόνος,

και περιμένει ψιχαλίζοντας τη σκόνη:

άπληστος – και την απουσία ακόμα σβήνει.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΒΑΒΕΛΕΙΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ

 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

 

ΒΑΒΕΛΕΙΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ

 

Τα λόγια ανακατεύτηκαν στο στόμα

που υψώθη μες στου Σεναάρ μια χώρα

σε πύργο μεν, ανάποδο όμως τώρα.

Με των γλωσσών τη σύγχυση ένα δώμα

 

ποιητικής αρθρώθηκε ομονοίας,

και τα μυαλά ενωμένα θαυμασίως

εχάλκευαν διθύραμβους που ως βίος

 

παλιντροπούσαν θεϊκής μανίας.

Παρών ο χρόνος στήνει πια τις χρήσεις

 

των όρων, των σημείων με αναμνήσεις

 

του λόγου που, αν και κλάσμα,

ακέραιο εσαεί είναι άσμα.




Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

ΝΕΚΡΕΣ ΚΙΘΑΡΕΣ

 



SALVATORE QUASIMODO

 

ΝΕΚΡΕΣ ΚΙΘΑΡΕΣ

 

Ἡ γῆ μου εἶναι τὰ ποτάμια της, κολλητὴ στὴ θάλασσα,

κανένας ἄλλος τόπος δὲν ἔχει φωνὴ τόσο ἀργή,

κι ἐκεῖ τὰ πόδια μου πατᾶνε καὶ πηγαίνουν

ἀνάμεσα ἀπὸ βοῦρλα ποὺ σαλιγκάρια τὰ βαραίνουν.

Εἶναι βέβαια φθινόπωρο. Κομματιασμένες στὸν ἄνεμο

σηκώνουν τὶς χορδές τους οἱ νεκρὲς κιθάρες

καὶ στὸ μαῦρο στόμα τους κάποιο χέρι τρέμει

μὲ δάχτυλα πύρινα.

Στοῦ φεγγαριοῦ τὸν καθρέφτη

χτενίζονται κορίτσια μὲ πορτοκάλινα στήθη.

 

Ποιός κλαίει; Τ᾽ ἄλογα ποιός τὰ μαστιγώνει στὸν ἀέρα

τὸν κόκκινο; Σὲ τούτη ἐδῶ θὰ σταματήσουμε ἐμεῖς τὴν ὄχθη

ὅπου ἁλυσίδες χαλκεύει ἡ χλόη, κι ἐσύ, ἀγάπη μου, ὄχι,

μὴ μὲ φέρνεις μπρὸς στὸν ἀχανὴ ἐκεῖνον

τὸν καθρέφτη: ἐκεῖ μέσα βλέπεις παιδιὰ

ποὺ τραγουδᾶνε καὶ νερὰ καὶ δέντρα θεόρατα.

Ποιός κλαίει; Ὄχι ἐγώ, πίστεψέ με: στὰ ποτάμια

κυλοῦν πλαταγισμοὶ καμουτσικιῶν ἀπελπισμένοι,

τὰ ζοφερὰ τὰ ἄλογα τὰ θκειαφένια ἀστροπελέκια.

Δὲν κλαίω ἐγώ — ἡ φυλή μου ἐμένα ἔχει μαχαίρια

ποὺ φλέγονται καὶ φεγγάρια καὶ πληγὲς ποὺ καῖνε.

 

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

ΑΓΓΛΙΚΟ ΚΟΡΝΟ

 


EUGENIO MONTALE

 

ΑΓΓΛΙΚΟ ΚΟΡΝΟ

 

Ὁ ἄνεμος ποὺ ἐκτελεῖ ἀπόψε τὸ μέρος του πολὺ προσεχτικά

—θυμίζοντας ἔντονο βρυγμὸ ὀδόντων λαμαρίνας—

μὲ τῶν πυκνῶν δέντρων τὰ ὄργανα καὶ σαρώνει

τὸν μπρούντζινον ὁρίζοντα

ὅπου τοῦ φωτὸς μακραίνουν οἱ κορδέλες

σὰν χαρταετοὶ στὸν οὐρανὸ ποὺ ἀντιβουίζει

(Σύννεφα ταξιδιάρικα, λαμπρά, πάμφωτα

βασίλεια ἐκεῖ πάνω! Ἐλδοράδα ἐξ ὕψους

μὲ μισάνοιχτες θύρες!)

καὶ ἡ θάλασσα ποὺ σκάει καὶ σπάει,

λέπι τὸ λέπι, καὶ σὲ βλέπει

πελιδνή, τὸ χρῶμα ἀλλάζει

κι ἐξαπολύει στὴ στεριὰ ἕναν σίφουνα

μὲ ἀφροὺς ἑλικοειδεῖς

σὰν νὰ ρίχνει ἀκόντιο·

ὁ ἄνεμος ποὺ γεννιέται καὶ πεθαίνει

ὅση ὥρα σιγὰ-σιγὰ σουρουπώνει

ἂς ἔπαιζε κι ἐσένα, ναί, κι ἐσένα ἀπόψε,

καρδιά,

ὄργανο ξεκούρντιστο, ὄργανο ἀπολησμονημένο.

 

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

Σάββατο 28 Ιουνίου 2025

ΜΕ ΔΑΦΝΕΣ ΑΠ’ ΤΟΝ ΝΟΤΟ ΚΑΙ ΜΕ ΡΙΓΑΝΗ ΤΟΥ ΛΟΤΑ


 

PABLO NERUDA

 

ΜΕ ΔΑΦΝΕΣ ΑΠ’ ΤΟΝ ΝΟΤΟ ΚΑΙ ΜΕ ΡΙΓΑΝΗ ΤΟΥ ΛΟΤΑ

 

Με δάφνες απ’ τον Νότο και με ρίγανη του Λότα

σε στεφανώνω εγώ, άνασσα μικρούλα των οστών μου·

δεν γίνεται να λείπει απ’ το κεφάλι σου το στέμμα

αυτό που πλέκει η γη με βάλσαμο και χίλια φύλλα.

 

Από τα πράσινα είσαι μέρη, σαν τον εραστή σου:

και φέρνουμε από κει όση λάσπη μάς κυλάει στο αίμα·

στις πόλεις περπατάμε –σαν τους άλλους– σαν χαμένοι

και μ’ έναν φόβο: μην τα μαγαζιά τους έχουν κλείσει.

 

Αγαπημένη μου, ο ίσκιος σου δαμάσκηνο μυρίζει·

τις ρίζες τους τα μάτια σου στον Νότο έχουν κρύψει

και είναι η καρδιά σου περιστέρι από περιστερώνα·

 

λείο έχεις το κορμί, σαν πέτρα απ’ τα νερά γλυμμένη·

σταφύλια είν’ τα φιλιά σου στις καλές δροσιές πνιγμένα,

και δίπλα σου είμαι εγώ και ζω όντας ένα με το χώμα.

 

Μετάφραση : Γιώργος Κεντρωτής.


ΜΠΑΓΚΑΤΕΛΑ ΣΕ ΑΓΩΝΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ

 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

 

ΜΠΑΓΚΑΤΕΛΑ ΣΕ ΑΓΩΝΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ

 

Ιδού με τρυφερότητα οι ωραίοι μίσχοι

μετρούν τις υποστάσεις και είναι τ’ άνθη τους

τιθασευμένοι σκύμνοι

 

σκυμμένοι μες στην κόκκινη μονιά τους·

και κολυμπάνε πεταλούδα οι ασπασμοί

στους στόματος τη λίμνη

 

με ρήματα αγαπητικά που ανοίγουν

κεφάλαια άγνωστα στη μνήμη σπεύδοντας

να εκπορευθούν ως ύμνοι

 

  με ποικιλόθρονη ύλη

  στης νύχτας την καμπύλη.

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

Ω ΛΟΓΕ ΕΣΥ ΥΠΕΡΘΑΥΜΑΣΤΕ, ΚΑΙ Ω ΠΑΛΛΑΜΠΡΟ ΔΑΙΜΟΝΙΟ

 


PABLO NERUDA

 

Ω ΛΟΓΕ ΕΣΥ ΥΠΕΡΘΑΥΜΑΣΤΕ, ΚΑΙ Ω ΠΑΛΛΑΜΠΡΟ ΔΑΙΜΟΝΙΟ

 

Ω λόγε εσύ υπερθαύμαστε, και ω πάλλαμπρο δαιμόνιο

του σταφυλιού του απόλυτου, της ίσιας μεσημβρίας,

εδώ είμαστε επιτέλους : άμονοι και ωστόσο μόνοι,

μακριά απ’ την τύρβη και τον συρφετό της άγριας πόλης.

 

Όποτε ζώνει η καθαρή γραμμή το περιστέρι

εκείνο που η φωτιά ως παράσημο εν καιρώ ειρήνης

φοράει, οι δυο μας έχουμε το επίτευγμα αυτό χτίσει

το ουράνιο. Και γυμνοί στο σπίτι ζουν ο Λόγος και ο Έρως.

 

Όνειρα μανικά, πικρής βεβαιότητας ποτάμια

κι όλο αποφάσεις πιο σκληρές κι απ’ του σφυριού τον ύπνο

στων εραστών επέφταν μέσα το διπλό ποτήρι,

 

ίσαμε που σαν δίδυμες στη ζυγαριά φτερούγες

υψώθηκαν ο Λόγος και ο Έρως – λογικό και αγάπη :

αγνά και οι δυο συστατικά της διαύγειας, της διαφάνειας.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.



ΒΙΒΛΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΑ

 









Πέμπτη 19 Ιουνίου 2025

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ 1986

 


Η φίλη μου η Φούλα μού επέστρεψε το βιβλίο που της είχα δανείσει, και μου άφησε και το ευγενικό της σημείωμα.

Σάββατο 14 Ιουνίου 2025

ΑΚΡΩΤΗΡΙΟ

 


ARTHUR RIMBAUD

ΑΚΡΩΤΗΡΙΟ


Το χρυσαφένιο χάραμα και η ριγηλή εσπέρα απαντάνε στ’ ανοιχτά το καΐκι μας νά ’χει βγει φάτσα-φάτσα με αυτή την έπαυλη και τα υποστατικά της, που σχηματίζουν ένα ακρωτήριο τόσο εκτεταμένο όσο η Ήπειρος και η Πελοπόννησος, ή όσο το μεγάλο νησί της Ιαπωνίας, ή όσο και αυτή η Αραβία! Ιερά λαμπρυνόμενα από την επανάκαμψη των θεωριών· από τις απέραντες όψεις της θωράκισης των σύγχρονων ακτών· από θίνες διακοσμημένες με άνθη θερμά και βακχείες· από διώρυγες μεγάλες της Καρχηδόνας και αναχώματα μιας ραδιούργας Βενετίας· από απαλές εκρήξεις της Αίτνας και χάσματα όλο λουλούδια και νερά. Παγετώνες, νεροτριβές περιτριγυρισμένες από λεύκες γερμανικές, κρηπιδώματα του Σκάρμπρο ή του Μπρούκλιν· οι δε σιδηροδρομικές γραμμές τους πλευρίζουν, σκάβουν, υπερβαίνουν τις εγκαταστάσεις αυτού του ξενοδοχείου, που την επέλεξε η ιστορία των πλέον κομψών και κολοσσιαίων κατασκευών της Ιταλίας, της Αμερικής και της Ασίας, των οποίων τα παράθυρα και οι εξώστες, που πλέουν τώρα πια σε φώτα, σε ποτά και σε γενναίες αύρες, είναι ανοιχτές στον νου των ταξιδιωτών και των ευγενών, οι οποίοι επιτρέπουν (τις ώρες της ημέρας) σε όλες τις επιφανείς ταραντέλες της τέχνης να διακοσμούν θαυμάσια τις προσόψεις του Ανακτόρου-Ακρωτηρίου.

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Τετάρτη 11 Ιουνίου 2025

ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ

 


ARTHUR RIMBAUD

 

ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ

 

Πωλείται ό,τι δεν επούλησαν  οι Εβραίοι· ό,τι δεν εγεύτηκε ούτε η τάξη των ευγενών ούτε το έγκλημα· ό,τι αγνοεί ο κατάρατος έρωτας και η καταχθόνια των μαζών ακεραιότητα: ό,τι ούτε ο χρόνος ούτε η επιστήμη έχουν υποχρέωση ν’ αναγνωρίσουν:

Οι ανασυστημένες Φωνές· η αδελφική αφύπνιση όλων των χορωδιακών και ορχηστρικών ενεργειών και οι ακαριαίες εφαρμογές τους· η μοναδική ευκαιρία ν’ απελευθερώσουμε τις αισθήσεις μας!

Πωλούνται τα αδιατίμητα Σώματα, ασχέτως φυλής, χώρας, φύλου και καταγωγής! Πλούτος αναβλύζων σε κάθε βήμα! Ξεπούλημα διαμαντιών ανεξέλεγκτο!

Πωλούνται: η αναρχία για τις μάζες· η ασυγκράτητη ικανοποίηση για τους υπέροχους ερασιτέχνες· ο φρικτός θάνατος για τους πιστούς και για τους εραστές!

Πωλούνται: οι κατοικίες και οι μεταναστεύσεις, αθλήματα, μαγείες και τέλειες ανέσεις, και ο θόρυβος, η κίνηση και το μέλλον που εκπονούν και φτιάχνουν!

Πωλούνται οι υπολογιστικές εφαρμογές και τα πρωτάκουστα άλματα αρμονίας. Τα ευρήματα και όροι που ουδείς υποψιάζεται, άμεση κατοχή,

Ορμή αλόγιστη και αχανής σε αόρατες λάμψεις, σε απολαύσεις αναίσθητες, — και τα μυστικά της που αποτρελαίνουν όλα ανεξαιρέτως τα βίτσια — και η τρομακτική ευθυμία της για το πλήθος —.

— Πωλούνται τα Σώματα, οι φωνές, η απέραντη, αναμφισβήτητη πολυτέλεια, αυτό που ουδέποτε θα πουληθεί. Οι πωλητές δεν έχουν αποτελειώσει το ξεπούλημα! Οι ταξιδιώτες δεν είναι ανάγκη να επιστρέψουν την προμήθειά τους από τόσο πολύ νωρίς!

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Τρίτη 10 Ιουνίου 2025

ΒΑΡΒΑΡΙΚΟ

 


ARTHUR RIMBAUD

 

ΒΑΡΒΑΡΙΚΟ

 

Πολύ μετά τις ημέρες και τις εποχές, και πολύ μετά τα ανθρώπινα όντα και τις χώρες.

Το λάβαρο το φτιαγμένο από ωμό και αιμάσσον κρέας επάνω στο μετάξι των θαλασσών και των αρκτικών ανθέων (που δεν υπάρχουν).

Ξαναστημένο απ’ τις παλιές ηρωικές φανφάρες — που ακόμα εφορμούν στην καρδιά και στον νου μας, — μακριά απ’ τους παλιούς δολοφόνους —

Το λάβαρο το φτιαγμένο από ωμό και αιμάσσον κρέας επάνω στο μετάξι των θαλασσών και των αρκτικών ανθέων (που δεν υπάρχουν).

Ηδονές!

Οι ανθρακιές, και στις ριπές της πάχνης βροχή, — Ηδονές! — οι φωτιές το ανεμόβροχο των διαμαντιών που ρίχνει η χθόνια καρδιά η απανθρακωμένη για λογαριασμό μας αιώνες κι αιώνες τώρα. — Ω κόσμε! —

(Μακριά από τις γηραιές υποχωρήσεις και τις παλιές τις φλόγες που τις ακούμε, που τις νιώθουμε,)

Οι ανθρακιές και οι αφροί. Η μουσική, η εκτροπή των βαράθρων και η σύγκρουση των πάγων με τ’ άστρα.

Ω ηδονές, ω κόσμε, ω μουσική! Εκεί δε τα σχήματα, ο ιδρώτας, οι κόμες και τα μάτια που επιπλέουν. Και τα δάκρυα τα λευκά να βράζουνε  — ω ηδονές! — και η φωνή η γυναικεία να φτάνει στων ηφαιστείων και στων αρκτικών σπηλαίων τα βάθη...

Το λάβαρο...

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2025

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΑΠΟΨΗ

 


ARTHUR RIMBAUD

 

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΑΠΟΨΗ

 

Από τον λουλακή πορθμό ίσαμε τις θάλασσες του Οσσιάνου, επάνω στη ρόδινη και την πορτοκαλόχρωμη άμμο που ξέπλυνε ο οινώδης ουρανός, μόλις τώρα ανέβηκαν και διασταυρώθηκαν κάτι λεωφόροι κρυστάλλινες και εξ εφόδου κατοικημένες από φτωχές οικογένειες νέων που ό,τι τρώνε τους του δίνουνε οι μανάβηδες. Κάτι ψιλοπράματα δηλαδή. — Η πόλη!

 

Από την έρημο της πίσσας μαζί με όσα σεντόνια της ομίχλης και τις φριχτές λωρίδες τους παραπαίουν όπως κινούνται κατά τον ουρανό που καμπυλώνεται, υποχωρεί και κατεβαίνει, σχηματισμένος απ’ τον πιο δυσοίωνο μαύρο καπνό που μπορεί να βγει από του Ωκεανού το πένθος… από εκεί φεύγουν τώρα γραμμή, αλλά σε άτακτη φυγή, τα κράνη, οι τροχοί, οι βάρκες, τα καπούλια. — Η μάχη!

 

Ψηλά το κεφάλι: να τούτη η ξύλινη τοξωτή γέφυρα· οι τελευταίοι λαχανόκηποι της Σαμάρειας· τούτες οι φωτισμένες μάσκες κάτω από εκείνο το φανάρι που η ψυχρή το μαστιγώνει νύχτα· η ανόητη νεράιδα με το βουερό της φόρεμα στα χθαμαλά του ποταμού· να και τούτα τα φωτεινά κρανία στις μπιζελιές ανάμεσα, — ιδού και οι φαντασμαγορίες οι υπόλοιπες — Η εξοχή.

 

Δρόμοι πλαισιωμένοι από κιγκλιδώματα και τοίχους, που ίσα-ίσα μόλις και χωρούν τα αλσύλλιά τους, και τα αποτρόπαια άνθη που θαν τά ’λεγες φαρδιές καρδιές και αδελφές, η Δαμασκός που εξαπολύει κατάρες με ρυθμό νωθρό, τελείως άτονο, — κτήσεις νεραϊδένιων υπερρηνανικών, ιαπωνικών και γουαράνικων αριστοκρατιών, που είναι ακόμα πρόσφορες στο να δεχτούν τη μουσική των αρχαίων, — άσε δε που υπάρχουν και πανδοχεία που δεν θ’ ανοίξουνε ποτέ ξανά — όπως υπάρχουν και πριγκίπισσες, και αν δεν νιώθεις ήδη καταβεβλημένος, υπάρχει και η μελέτη των άστρων. — Ο ουρανός.

 

Το πρωί οπού, μαζί μ’ Εκείνην, επάλεψες ανάμεσα σ’ αυτές τις λάμψεις του χιονιού, τα πράσινα χείλη, τους πάγους, τις μαύρες σημαίες και τις κυανές ακτίνες, αλλά και τα ιώδη αρώματα του πολικού ηλίου, — η δύναμή σου.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Τρίτη 3 Ιουνίου 2025

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

 


EUGEN JEBELEANU

 

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

 

Κάτω απ’ το χαρτί μόλις και διακρίνεται απλώς

μια καρδιά, ένα στόμα

σαν άλλη ζωντανή πληγή στη διαδρομή

ενός τρένου που καπνίζει.

          Το χαμόγελο

ας παραμείνει ως έχει.

Υπάρχει κι ένα πουλί βυθισμένο στον αέρα:

με κάτι λαλήματα, που επιστρέφουν

χωρίς αυτό, συγκινεί

ολόκληρα δάση με πυκνή ερημιά.

             Η όψη

η πνιγμένη στο κερί της μέρας

χάνει το σχήμα της στα μύχια φθινόπωρα μέσα.

Στα μάγουλά σου, που τρεμοπαίζουν σαν σελίδες σκοτεινές,

ψάχνει αμίλητη

για τον ασβέστη και το προσωπείο σου.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΑΕΝΑΗ

 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

 

ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΑΕΝΑΗ

 

Τριαντάφυλλα και ἀστέρια καὶ κοράλλια

καὶ σὲ ντὸ δίεση γιὰ κλαρινέτο

καὶ ὀρχήστρα ἐγχόρδων σ᾽ ἕνα καβαλέτο

τανύζουν τῶν χρωμάτων τὴ βεντάλια.

 

Καὶ κρόσσια λυρικὰ στὴ σκέπη ἐπάνω

τῶν ἀσπασμῶν κισσοὺς ἀποσπασμένους

μὲ φύλλα μινιατοῦρες καὶ μὲ ξένους

ρυθμοὺς διανθίζουν. Τὸ κρυμμένο πιάνο

 

φωτιὲς ὑφαίνει μὲ ὅλα τὰ κουμάντα

ἐγγυημένα ὡς πρὸς μορφὲς καὶ ὅρια

ποὺ λένε ἐδῶ, σὲ σύμπαντα ἐπιχώρια,

ὅτι οἱ ὅρκοι ἰσχύουν τῆς ἀγάπης πάντα.


ΟΧΙ, ΜΗ

 


EUGEN JEBELEANU

 

ΟΧΙ, ΜΗ

 

Όχι, μην καταχράσαι την απόλαυση

αυτής της ζωής, αυτού του αναβρασμού,

αυτού του σάλου

που σε κάνει να φαντάζεσαι

ότι διαφέρει από την άμμο.

Καθόλου να μην το φαντάζεσαι...

γιατί έτσι είναι, το ίδιο.

Από τις φλόγες φτιάχνει στάχτη.

Κι από τη στάχτη άνεμο.

Και από ό,τι είναι φτιαγμένο από άνεμο

φτιάχνει ένα δωμάτιο που δεν έχει τοίχους,

ούτε λόγια.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Η ΠΙΟ ΘΛΙΜΜΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ

 


EUGEN JEBELEANU

 

Η ΠΙΟ ΘΛΙΜΜΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ

 

Την πιο θλιμμένη ποίηση
την περιέχει το ποίημα που δεν γράφτηκε
που το καταπίνεις κόμπο-κόμπο
που το παρακολουθούν υπάλληλοι τελωνειακοί
και διάφοροι μεσάζοντες
αυτό που δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους
ποτέ και με τίποτα.

Εσύ όμως κράτα την ετούτη την ποίηση.

Είναι το δίχως άλλο η γυναίκα εκείνη
που με οδυνηρές θα γεννήσει ωδίνες.

Και ο καθένας μας θ’ αναγνωρίσει
σ’ αυτήν μεμιάς τον εαυτό του.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025

ΤΗΣ ΚΑΛΛΟΝΗΣ ΜΙΚΡΗ ΜΙΛΟΝΓΚΑ

 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

 

ΤΗΣ ΚΑΛΛΟΝΗΣ ΜΙΚΡΗ ΜΙΛΟΝΓΚΑ

 

Στὴν κάμαρα τῆς νύχτας κίτρινα διαμάντια

μὲ πλῆκτρα μὲς στὸ στόμα κολυμποῦν, καὶ ὁμίχλη

ὀργώνει χάρτες μπερδεμένους. Τώρα ἡ κίχλη

ρεφρὲν ραμφίζει ποὺ χυτὰ φορᾶνε γάντια.

 

Μορφὲς τοῦ Κάλλους τὰ φιλιὰ στὸ στόμα δένουν

μαζὶ μὲ τὰ νερὰ ποὺ καταρρέουν ὅπως

ναυαγισμένα οὐράνια ἢ σὰν ραβδοσκόπος

ποὺ ἀγάλλεται γιὰ τ᾽ ἄνθη ποὺ τὸν περιμένουν.

 

Καὶ στοῦ πυρὸς τὰ νεῦρα μουσικὸ ἕνα χτένι

ἐργάζεται (Μανουὲλ θυμίζοντας δὲ Φάγια)

γιὰ τῆς σαρκὸς τὸν ἔρωτα μὲ χίλια μάγια

γιὰ μιὰν αἰωνιότητα πεπερασμένη.


ΑΝΑΜΕΣΑ ΑΠΟ ΣΠΑΘΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΕ ΑΤΣΑΛΙΑ

 


PABLO NERUDA

 

[ΑΝΑΜΕΣΑ ΑΠΟ ΣΠΑΘΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ ΜΕ ΑΤΣΑΛΙΑ]

 

Ἀνάμεσα ἀπὸ σπάθες λογοτεχνικὲς μὲ ἀτσάλια

περνῶ κι ἐγὼ σὰν ναύτης πού ᾽φτασε ἀπὸ ξένη χώρα·

καὶ ἀφοῦ ἀγνοεῖ τὰ κατατόπια, ἰδοὺ ὅλο τραγουδάει,

γιατί, ναί, ναί, γιατὶ δὲν ξέρει κὰν ποῦ ἔχει φτάσει.

 

Ἀπ᾽ τ᾽ ἀρχιπέλαγα καὶ τὶς φουρτοῦνες ἔχω φέρει

τὸ ἀκορντεόν μου μὲ τρελὲς βροχὲς καὶ μὲ μπουράσκες,

μὲ τὶς ἀργὲς συνήθειες τῶν φυσικῶν πραγμάτων:

ἐκείνων τῶν πραγμάτων ποὺ ὅρισαν καὶ τὴν καρδιά μου.

 

Ἔτσι, ὅταν τῆς λογοτεχνίας τ᾽ ἀνελέητα δόντια

τὶς ἔντιμες τὶς φτέρνες μου ἐπῆγαν νὰ δαγκώσουν,

ἐγὼ ἄνιωθος ἐπέρασα, στὸν ἄνεμο σφυρώντας,

 

καὶ τράβηξα στὰ μαγαζιὰ τῶν παιδικῶν μου χρόνων,

στὰ κρύα δάση ἐτράβηξα τοῦ ἀπροσδιορίστου Νότου,

στὰ μέρη ἐκεῖνα πῆγα ποὺ ἡ ζωή μου εἶχε τὸ ἄρωμά σου.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.