EMMA DE CARTOSIO
ΑΣΥΜΦΩΝΙΕΣ
Αν αναπνέω, με περιβάλλουν νερό και βράγχια.
Αν πλημμυρίσω, σύνορά μου είναι η ατμόσφαιρα και τα πνευμόνια.
Αν πετάξω πέτρες, το κενό οξύνει τα χτυπήματά μου.
Αν μου χτυπήσουν την πόρτα, τίποτα δεν ξυπνάει και κανείς δεν είναι άγρυπνος.
Πόνε χρονικέ ανάμεσα σε ώρες και ώρες.
Πόνε απ’ το να διαβείς ανάμεσα από βάθρα.
Πόνε απ’ το να πρασινίζεις μεταξύ τυφλών.
Πόνε από γάντι ανάμεσα σ’ εξαντλημένα όντα.
Πόνε από παράθυρο μπροστά σε λιμάνι.
Πόνε παραμονής Χριστουγέννων σε οίκο ευγηρίας.
Πόνε μεταξωτέ ανάμεσα σε χέρια λεπρών.
Πόνε απ’ το μάσημα τρυφερών ριζών πλάι
σε σαγόνια πιστά στο ψωμί και στη σούπα.
Πόνε απ’ το γέλιο στην ασπρίλα νεκροθαλάμου.
Πόνε απ’ το γονάτισμα εν μέσω γύρου παγανιστικού.
Πόνε αναμνηστικέ βολεμένε σε παρόν απολησμονημένων ανθρώπων.
Πόνε από αροκαρία με περιβραχιόνιο που μπλοφάρει,
μακριά από τον αέρα και το χιόνι,
πόνε από παιδικό σημειωματάριο ανάμεσα
σε κείμενα αφηρημένων επιστημών.
Πόνε ενηλίκων που χαμογελάνε σε παιδική τυφλόμυγα.
Πόνε από συρμάτινα σεντόνια στο κρεβάτι
σ’ ενοικιαζόμενο δωμάτιο μέσα.
Πόνε απαρατήρητε.
Πόνε θνησιγενή σαν κραυγή τρόμου,
με τη γροθιά του Θεού.
Πόνε , Πόνε μου, Πόνε ορφανέ και δίχως τη μητριά σου.
Πόνε, Πόνε, εγώ σε θηλάζω, Πόνε μου.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου