LEOPOLDO CHARIARSE
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΦΘΙΝÓΠΩΡΟΥ
Ποῦ θὰ φτάσεις, φθινόπωρο, μὲ τὰ βράδια σου,
μὲ τὰ θλιμμένα κιόσκια, μὲ τὴ φωνή σου;
Ποῦ μὲ τὴν πικρὴ σιωπή σου,
μὲ τὰ κρύα καὶ σπασμένα πρωινά σου; —
ὅταν διπλώνεσαι, ὅταν παραπατᾶς,
ὅταν χτυπιέσαι πάνω στὰ σπίτια καὶ στὰ δέντρα.
Σὰν παιδὶ κρυμμένο στὰ δέντρα τρέμεις,
φεύγεις στὶς κουφὲς γωνιές σου, πίσω ἀπ᾽ τῶν τοίχων
τὴ σκιὰ καὶ τῶν περιβολιῶν, ἢ στὶς μέρες
τὶς δοσμένες στὸν κακὸ θάνατο, μὲ τὴ βροχή,
μὲ τ᾽ ἀναπάντεχα λόγια, μὲ ὅλα
ὅσα κάποιου οὐρανοῦ ἐκράταγε ἡ περίλυπη ἀνταύγεια.
Καὶ καταλαβαίνεις, ἐπιμένεις καὶ κοιτιέσαι ποὺ φτάνεις, μὲ τόση ἀδεξιότητα,
τόσο ἔρημο καὶ θολωμένο στοὺς τόσους παραθεριστὲς ἀνάμεσα.
Πῶς νὰ κλάψεις, πῶς νὰ βγεῖς ἔξω καὶ νὰ τὸ φωνάξεις; —
ἂν ἐσύ, σὰν τὸ ἔντομο ποὺ μέσα σὲ ποτήρι ἀγωνίζεται,
πίνεις ὅ,τι δὲν εἶναι δικό σου, μὲς στὴ σιωπή, καὶ δίνεις
στὸ ἀεράκι τὸ βαθὺ ἐρωτικό σου βλέμμα, βλέμμα ἔρωτα ἀπερίσκεπτου.
Μεῖνε ἤρεμο, μὴν συνεχίζεις
μὲ τοὺς τέσσερίς σου τοίχους τῆς φρίκης παντοῦ.
Κάνε πίσω, πέσε στὴ λήθη
ὅσο γνωρίζεις μέρα ἡλιόλουστη, διαυγεῖς διαθλάσεις
καὶ μαθήματα ἐρωτικά, πλάι σου, στὸ πλευρό σου.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου