PABLO NERUDA
ΟΙ ΧΙΛΙΟΠΑΡΑΤΗΜΕΝΟΙ
Όχι μόνο η θάλασσα, όχι μόνο η ακτογραμμή, οι αφροί,
σμάρια πουλιών με την απαραβίαστη κυριαρχία τους,
όχι μόνο εκείνα και τούτα τα ορθάνοιχτα μάτια,
όχι μόνο η χαροκαμένη νύχτα με όλους τους πλανήτες της,
όχι μόνο τα σύδεντρα με τα πλήθη των ποικιλιών τους,
αλλά και ο πόνος, ο πόνος, το ψωμί του ανθρώπου.
Γιατί όμως; Τότε εγώ ήμουν
λιανός σαν λάμα και πιο σκούρος
ακόμα κι από ψάρι μέσα σε νυχτερινά νερά, και το μόνο που ήθελα
ήταν ν’ αλλάξω τη γη μας, τον πλανήτη όλον μονομιάς.
Κάποια στιγμή ξαφνικά μού εφάνηκε πως μάσαγα το πιο πικρό χορτάρι,
πως μοιράζομαι μια σιωπή λεκιασμένη από το έγκλημα.
Στη μοναξιά όμως γεννιούνται και πεθαίνουνε πράγματα,
η δε λογική μεγαλώνει και θεριεύει ίσαμε να γίνει παράλογη,
το πέταλο, πάλι, αβγαταίνει, μα δεν φτάνει να γίνει ρόδο,
η μοναξιά είναι η άχρηστη σκόνη του κόσμου,
ο τροχός που όλο γυρίζει χωρίς χώμα, χωρίς νερό, χωρίς ανθρώπους.
Κι έτσι έφτασα να ουρλιάζω στα χαμένα, αλλά
τί απόγινε εκείνη η κραυγή του στόματος των παιδικών μου χρόνων;
Ποιός την άκουσε; Ποιό στόμα τής αποκρίθηκε; Ποιο μονοπάτι πήρα εγώ;
Τί απάντησαν
οι τοίχοι, όταν χτυπούσα το κεφάλι μου πάνω τους;
Πάει κι έρχεται, ναι, πάει κι έρχεται η φωνή του αδύναμου μοναχικού όντος·
γυρνάει όλο γυρνάει ασταμάτητα ο στυγερός τροχός της δυστυχίας·
βγήκε και ξαναβγήκε και γύρισε πίσω τόσες φορές εκείνη η κραυγή, και κανείς δεν την ένιωσε –
δεν την ένιωσαν δε ούτε καν οι εντελώς άμοιροι, οι χιλιοπαρατημένοι.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου