PIERRE REVERDY
ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ
Στὸ δάχτυλό μου τρέχει αἷμα
Σοῦ γράφω
Μὲ αὐτὸ
Ἡ βασιλεία τῶν παλιῶν βασιλιάδων ἔχει λήξει
Τὸ ὄνειρο εἶναι χοιρομέρι
Βαρὺ
Ποὺ κρέμεται ἀπ᾽ τὸ ταβάνι
Καὶ τοῦ πούρου σου ἡ στάχτη
Περιέχει ὅλο τὸ φῶς
Στὴ στροφὴ τοῦ δρόμου
Τὰ δέντρα αἱμορραγοῦν
Ὁ δολοφόνος ἥλιος
Βάφει τὰ πεῦκα μὲ αἷμα
Καὶ ὅσους περνᾶνε ἀπὸ τὸ λιβάδι τὸ κάθυγρο
Τὸ βράδυ ἐκεῖ ὅποὺ κοιμᾶται ὁ πρῶτος γκιώνης
Ἤμουν μεθυσμένος
Τὰ χαλαρά μου μέλη ἐκρέμονταν ἐκεῖ
Καὶ μὲ κρατάει ὁ οὐρανὸς
Ὁ οὐρανὸς ὅπου κάθε πρωὶ πλένω τὰ μάτια μου
Τὸ κόκκινο χέρι μου εἶναι λέξη
Κάλεσμα σύντομο μ᾽ ἕναν λυγμὸ παλλόμενον
Ἀπ᾽ τὸ χυμένο στὸ στυπόχαρτο αἷμα
Τὸ μελάνι δὲν κοστίζει τίποτα
Περπατῶ σὲ κηλίδες ἐπάνω ποὺ εἶναι τέλματα
Ἀνάμεσα σὲ ρυάκια ποὺ πᾶνε μακρύτερα
Στὴν ἄκρη τοῦ κόσμου ποὺ μὲ περιμένει κόσμος
Εἶναι ἡ πηγὴ ἢ τοῦ αἵματος ρανίδες ποὺ κυλοῦν ἀπ᾽ τὴν καρδιά μου ποὺ τὴν ἀκούει ὁ κόσμος
Μιὰ σάλπιγγα μὲς στὸ γαλάζιο βαράει ἡ στρατηγίνα
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου