OCTAVIO PAZ
ΤΟ ΠΟΥΛΙ
Σιωπὴ μὲ ἀγέρα, μὲ φῶς καὶ μὲ οὐρανούς.
Στὴ διάφανη σιωπὴ
ἡ μέρα ἀναπαυόταν μέσα:
ἡ διαύγεια τοῦ διαστήματος
ἡ διαύγεια ἦταν τῆς σιωπῆς.
Τὸ φῶς τὸ ἀσάλευτο τῶν οὐρανῶν κατεύναζε
τὸ θέριεμα τῆς χλόης.
Τὰ γήινα ζωύφια, ἀνάμεσα στὶς πέτρες,
κάτω ἀπὸ φῶς ὁλόιδιο, ἦσαν κι ἐκεῖνα πέτρες.
Ὁ χρόνος στὸ λεπτὸ ἐχόρταινε.
Στὴν ἀπορροφημένη σιγαλιὰ
τὸ μεσημέρι ἔλειωνε ἀκαταπαύστως.
Ἕνα πουλὶ ἐλάλησε τότε, βέλος λυγερό.
Μαλαματένιο στῆθος λαβωμένο ἐδόνησε τὸν οὐρανό,
σαλέψανε τὰ φύλλα,
τὰ χορταράκια ἐξύπνησαν...
Κι ἐγὼ ἔνιωσα τὸν θάνατο πὼς εἶναι βέλος
ποὺ κανεὶς δὲν ξέρει ποιός τὸ ρίχνει
καὶ πὼς μ᾽ ἕν᾽ ἄνοιξε-κλεῖσε τῶν ματιῶν πεθαίνουμε.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου