ENRIQUE MOLINA
ΖΩΗΡΟ ΑΙΜΑ
Στον Λουίς Σεοάνε
Αφού σε είδα ν’ ανοίγεις το παλιό σπίτι του πλανήτη και να φορτώνεις τον ουρανό σου με πουλιά και τη γη σου με τάφους
και να βάζεις τις αμνήμονες ατραπούς σου να γλιστρούν στα γεγονότα της άνοιξης για να μπάσεις μια φοραδίτσα όλο φωτιά στο δωμάτιο που αιωρείται στα ρυάκια του ουρανού με το νωθρό ξύπνημα δίπλα στον απαστράπτοντα θησαυρό άλλου κορμιού κάτι ασύγκριτα πρωινά μ’ε ένα τρομερό κόψιμο στο λαιμό
σε νομαδικές πόλεις και σε μέρη που στραγγίζουν κάτω από τα πόδια μου και η φήμη των αιώνιων τροχών του χρόνου πάνω από κάθε περιοχή και ύπαρξη και σε ακτές του οποιουδήποτε νεκροταφείου και σε οποιοδήποτε κρησφύγετο εραστών βαλμένο σαν μπογαλάκι στους ώμους της γης και πάνω στο οποίο υπάρχουν γάμπες που μπλέκονται και γδύνονται για να λάμψουν σαν τον ωκεανό ελεύθερες μέχρι το κόκαλο και πολύ πιο μετά στην κορνίζα της ημέρας το γυμνό μπράτσο διπλώνεται ψηλά πάνω από το κεφάλι της γυναίκας με μια σπίθα του ήλιου στον αγκώνα της ενώ αυτή χτενίζει τα μαλλιά της μπροστά στον κόσμο με το υγρό του μπλε και με το αβυσσαλέο κόκκινο των φιλιών
Ω αίμα ζωηρό όλα τα περιμένω τότε από τον τρόμο και από την πείνα σου!
τον λευκό φωσφόρο των νεκρών στα θολά πεζούλια τους όπου ουρλιάζουν τα σκυλιά και τόση ζοφερή απόλαυση στην οσφύ του ενστίκτου
την ειδωλολατρία την αποκάλυψη τον αισθησιασμό
εκείνα τα φλογερά χέρια που θέτουν ξαφνικά σε κίνηση του φεγγαριού το αμύγδαλο και την οσμή της νύχτας!
Συντετριμμένο και αιώνιο μου αίμα στη λαμπερή και αμείλικτη καρδιά σου
θύελλα σκαντζόχοιρε ιερέ
δεν θέλω άλλο έλεος από την απειλή σου άλλον νόμο από την κραυγή σου πάντοτε υπό τo βλέμμα του κυνηγού πάντοτε στα πρόθυρα να ξεπέσει στην αποφυγή του να στυφτεί κάτω από το φυτό του θεού
λαγούμι πλοκάμι
με το τσάκισμα του κυματοθραύστη και τους δρόμους κορεσμένους από τον κρόκο των μπαρ και δίνοντας βήμα στη θερμή ευλάβεια του κρασιού και εκείνων των γρήγορων φερέτρων που κυκλοφορούν στην κίνηση ανάμεσα στη σαρκική σου φλόγα μέσα στην οργισμένη της απόγνωση και ένας τρελαμένος εν μέσω αγίων αγνώστων ανθρώπων στη μοναξιά των ζυμώσεών σου και ο άθλιος μάρτυρας των αλλόκοτων απολαύσεων σε απέραντες κλίνες απλωμένες πάνω στην ηφαιστειακή λαγνεία του κόσμου που φυσάει όλο του το ανέφικτο και όλο του το πάθος που εκπληρώνεται μόνο στην πείνα την γεμάτη συναντήσεις επιδρομών και πραγμάτων που την κοπανάνε και φεύγουν
Ω όμορφο αίμα κυνηγημένο στην ψυχή μου από τόσα θεϊκά οράματα από όνειρα και εξορκισμούς! Και πάνω από τους μαγαζάτορες με τις μαύρες φλέβες τις τρομαγμένες από την αγνή κραυγή σου
στην απόλυτη ζωική ζούγκλα του κορμιού μου
αγαπώ μόνο το βασίλειό σου
τον σπαραχτικό σου μορφασμό στο γρασίδι
εκείνους τους άγριους συντρόφους που μοιράζονται μαζί μας το ψωμί της ερήμου!
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου