Τετάρτη 10 Αυγούστου 2022

ΟΧΙ, ΡΟΒΙΝΣΩΝΑ


 

ENRIQUE MOLINA

 

ΟΧΙ, ΡΟΒΙΝΣΩΝΑ

 

Στὸ νησί σου πράσινε Ροβινσώνα τὸ κεντημένο μὲ τὸ χαρμάνι ἀπὸ τοῦ πυρετοῦ τὴν κόμη

Τὶς τεράστιες φτέρες

Τ᾽ ἀστέρια μὲ τὸν παρθένο παπαγάλο καὶ τὸν αἴγαγρο ποὺ τὸν ἐτρύπησε ἡ ἀστραπὴ

Ὥ ἐκεῖνοι ἐκεῖνοι τότε οἱ πυρετοί!

Ἡ σπηλιὰ μὲ τὸ τυραννικὸ βαρέλι ὑπὸ βροχὴν καὶ μὲ τοὺς τεράστιους ὑδροσυλλέκτες

Κόντρα στὸ πασσαλόπηγμα τῆς νύχτας

Ὁ ὠκεανὸς ἴσαμε τὴ μέση

Καὶ ἡ σκιὰ τοῦ χεριοῦ σου πεσμένη πάνω στὸ σπαραχτικό σου βλέμμα

Ν᾽ ἀκουμπάει τὸ ἄλικο ὑπνοδωμάτιο τῶν παιδικῶν σου χρόνων

Μὲ τοὺς βυθισμένους πυλῶνες τῆς ἄλλης μεριᾶς τῆς γῆς

 

Μὴν τὰ παρατᾶς τώρα γερόσκυλε

Μὴ γυρνᾶς πίσω μὲ τὸ μῆλο σου νὰ κοχλάζει καὶ μὲ τὰ φτερά σου νὰ σέρνονται

Φτερὰ σκοτεινοῦ πουλιοῦ πού ᾽χει βγεῖ παράνομα ἀπ᾽ τὴ χώρα

Μαζὶ μ᾽ ἐκείνη τὴν ὀσμὴ ἀπὸ ρίζες καὶ μανιτάρια στὸ φῶς τοῦ μαχαιριοῦ

Ποὺ σκευωρεῖ μὲ τὰ μυστικὰ τῆς σελήνης

Τὴν κολοκύθα σου ποὺ ταιριάζει σὲ ἀμφιτρίωνα κι ἔχει ἐγκαταλειφθεῖ στῆς θαλάσσης τὸ σάλιο

Τὰ ὁράματά σου

Τὴν κατηφὴ τὴ θολωμένη λάμψη σου στὶς βαλβίδες τοῦ κυκλώνα

Τὰ μαθηματικὰ τοῦ ὁρίζοντα ποὺ τείνουν στὸ ἄπειρο

Χωρὶς ἄλλη κιθάρα παρεκτὸς τὴ φωτιὰ τοῦ ναυαγίου καὶ δὲν ἔχει σημασία ἂν τὴν ἅρπαξε

Ἀνάμεσα στὶς ξέρες καὶ στ᾽ ἀργὰ λιθάρια τοῦ λυκόφωτος

Ποὺ τρίζουν τόσο μὰ τόσο θλιμμένα

Κάτω ἀπ᾽ τὰ τόσα καὶ τόσα νερά

 

Περισσότερο ἐγκαταλελειμμένος καὶ ἀπὸ θεὸ ἀκόμα

Περισσότερο ἄγριος καὶ ἀπὸ μικρὸ παιδάκι ἀκόμα

Ἀνθεκτικότερος κι ἀπ᾽ ὅ,τι ἀντιστέκονται τὰ βουνὰ πηγαίνοντας κόντρα σ᾽ ἐκεῖνον τὸν οὐρανὸ ποὺ ἀμφισβητεῖ τὴ θρυλική σου δίαιτα

Ἂχ Ροβινσώνα ἀτρόμητε χωρὶς ἀπὸ πουθενὰ βοήθεια καὶ χωρὶς κὰν τύψεις!

Τὰ χνάρια τῆς ψυχῆς σου μὲς στὴν ἐρημιὰ φτάνουν ἴσαμε τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ σου στὴν Ὑόρκη ἐνῶ ἡ πατημασιά σου ἔτσι ὅπως βρίθει ἰωδίου ἀγνοεῖ ὅλα τὰ σκέλεθρα

Ἀκόμα δε καὶ τὰ μεσάνυχτα ποὺ γίνονται ἐφιάλτης

Καθὼς σὲ ἀγγίζει μέχρι τὸ μεδούλι ἡ χάρη τῆς ἀβύσσου

Καὶ καταριέσαι τὸν πεθαμένο σου πατέρα ἀνάμεσα στὰ κατάρτια τὰ ξεβρασμένα ἀπὸ τὸ ἀντιμάμαλο!

 

Ἡ λασπερὴ πόλη κάθε αὐγὴ πίνει τὸ νεκρὸ τὸ γάλα ἀπ᾽ τὶς καρδιὲς ἐκεῖ πέρα μακριὰ κάτω ἀπὸ τὸ χρυσάφι τῶν ρούχων ποὺ φοράει

Ἐσὺ ὅμως μὴ γυρίσεις τὸ κεφάλι μὴν στραφεῖς

Τώρα ποὺ περνάει τὸ κάρο μὲ τοὺς σπόρους καὶ τὶς σαῦρες καὶ κάνει ὅση ζέστη ἔχουνε τὰ χάδια

Πάνω ἀπ᾽ τὸ νησί σου ποὺ φλέγεται καὶ τρίζει

Στὴ δὲ ἁγνότητα τῆς ἐξορίας σου

Τί ὠφελεῖ ἄραγε ἡ κραυγή σου

Τὸ ἀνοιχτό σου χέρι ποὺ συνάζει τὴ βροχὴ ποὺ πέφτει;

Τί χρησιμεύει ἡ μαύρη Βίβλος σου μπρὸς στὴν τριχωτὴ Ἁγιαγραφὴ τοῦ στήθους σου

Ἐκείνη ἡ προσευχὴ στὸ τίποτα

Στὰ πάντα

Ὦ Ροβινσώνα δίχως βιός καὶ δίχως κὰν βωμό ἐσὺ ὁ ἡγεμὼν τοῦ κόσμου ὁ κύριος!

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου