MAX JACOB
ΠΟΙΗΜΑ
Ψήλωσε, χόντρυνε, κράτησε τὸ κεφάλι ποὺ βλέπαμε στὸν καθρέφτη: «Τρία κεφάλια μαζὶ σ᾽ ἕναν μπερέ», ἔλεγε ὁ κόσμος. Πῶς ν᾽ ἀντέξει τοὺς κηλεπίδεσμους;! Ἡ ὑπηρέτρια δὲν θέλει νὰ φέρει τὴ λάμπα, θ᾽ ἀνάψουνε κεριά. Κι ἐγώ! ἐγὼ δὲν διατηρῶ πιὰ σχέσεις γιὰ νὰ ξαναβρῶ ποῦ εἶναι τί! Τυπολατρίες! Τυπολατρίες! ὑπάρχει ἕνας σταθερὸς ἀριθμός, τὸ 2.241, μὲ τὸν ὁποῖο δέον ὅπως πολλαπλασιάζονται ὅλοι οἱ ἄλλοι. Θὰ πάω στὸν φαρμακοποιὸ νὰ συμβουλευθῶ τὸ μεγάλο λεξικό του: «Πρόκειται, κύριε, γιὰ τὸ Keiros o phaos! Ὁ Πιὲρ τὸ ἐξάντλησε. — Ἂς τὸ ψάξουμε τώρα ἀπὸ κοινοῦ». Ἐπρόκειτο γιὰ τὸν γιὸ κάποιου Ἀ... Ἐπιστρέφοντας θὰ περάσω ἀπ᾽ τὴν ἀσπρορουχοῦ, πρόσωπο ποὺ μὲ προμηθεύει γυναικεῖες κάλτσες γιὰ ν᾽ ἀντικαθιστῶ τὰ καλτσάκια μου καθὼς καὶ κάλτσες χιλιοτρύπητες.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου