LUIS CERNUDA
ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ
Ίσαμε
τα πιο ενδόμυχα φύλλα του
Ο
επιλεγόμενος Της Καταιγίδας τα Μάτια ήταν ερωτευμένος
Μα
ακόμα δεν ξέρω με ποιόν
Ερωτευμένος
παρά τους διαφόρους νεκρούς
Που
φορώντας τη νύχτα ρούχα πρωινά ξετύλιγαν τον αέρα
Σκεπάζοντας
τα πόδια εκείνου του άμετρου αγοριού
Με
χαμόγελο σπασμένο σαν κι εκείνου που μονίμως περιμένει.
Χωρίς
μορφή αναγνώσιμη ο έρωτάς του
Περπαπούσε
κρατώντας αναμνήσεις μέσα από φεγγάρια
Κάθε
φεγγάρι σβηστό ή αναμμένο ήταν ανάμνηση ζώσα ή πεθαμένη
Ενώ
η νεολαία κοιμόταν με τα μάτια ανοιχτά
Ή
καθώς η καταιγίδα κατέβηκε ώς τα τσίνορα
Μέχρι
τα ίδια τα μάτια και έπειτα ίσαμε τα χείλη
Που
ξαφνιασμένα στην ακοίμητη δουλειά τους
Εβάλθηκαν
να τραγουδούν τις βλασφημίες με σπασμένη κιθάρα.
Δύο
τοίχοι γνώριζαν ότι αυτός ο δίχως σχήμα έρωτας
Ότι
αυτός ο δίχως έρωτα έρωτας
Ή
ο δίχως σχήμα ερώτων έρωτας
Ότι
η καταιγίδα η κλεισμένη σε κλουβί και τα χείλη τα υδρωπικά
Είναι
εν τέλει έρωτας κίτρινος απ’ την κορφή ως τα νύχια
Είναι
ζωή με τα χέρια της τελείως άδεια.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου