Κυριακή 26 Μαρτίου 2023

ΣΕ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ

 


EMILIO ADOLFO WESTPHALEN

 

[ΣΕ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ]

 

Σε ακολούθησα όπως μας κυνηγάνε οι μέρες

Με τη βεβαιότητα να τις βγάλω και να τις  αφήσω στο δρόμο

Ν’ απλώσουν κάποια μέρα τα κλαδιά τους

Σ’ ένα ηλιόλουστο πρωινό με ανοιχτούς όλους τους πόρους του

Και να αιωρούνται από σώμα σε σώμα

Σε ακολούθησα όπως χάνουμε καμιά φορά το βήμα μας

Για μια νέα αυγή φλογισμένη στα χείλη μας

Και τίποτα δεν μπορεί πια ν’ αμφισβητηθεί

Και τα πάντα είναι πια τότε ένας κόσμος μικρός που κυλάει στις σκάλες

Και τα πάντα είναι πια τότε λουλούδι που σκύβει πάνω από το αίμα

Και τα κουπιά βυθίζονται βαθύτερα στις αύρες

Για να σταματήσει η μέρα και να μη μπορεί πια να περνάει

Σε ακολούθησα όπως ξεχνιούνται τα χρόνια

Όταν η ακτή παύει να εμφανίζεται με την κάθε πνοή του ανέμου

Και η θάλασσα ανεβαίνει ψηλότερα από τον ορίζοντα

Για να μη μ’ αφήσει να περάσω

Σε ακολούθησα κρυμμένος πίσω από τα δάση και τις πόλεις

Κουβαλώντας τη μυστική καρδιά και το φυλαχτό το σίγουρο

Περιφερόμενος πάνω σε κάθε νύχτα με κλαδιά αναγεννημένα

Προσφερόμενος σε κάθε ριπή όπως απλώνεται το άνθος να πάει στο κύμα

Ή όπως μαλακώνει τις παλίρροιές της η κόμη

Χάνοντας τις βλεφαρίδες μου στην εχεμύθεια των χαραμάτων

Καθώς ανεβαίνουν οι άνεμοι και λυγίζουν τα δέντρα και τους πύργους

Και πέφτοντας εγώ από ψίθυρο σε ψίθυρο

Όπως ανέχεται να κουβαλάει τα βήματά μας η μέρα

Για να με σηκώσει ύστερα με του βοσκού τη γκλίτσα

Και ν’ ακολουθήσω του χείμαρρους που πάντα χωρίζουν

Το κλήμα που ήδη πάει να πέσει στους ώμους μας

Και το κουβαλάνε σαν σχινόβεργα που την παρασέρνει το ρεύμα

Σε ακολούθησα περνώντας μια σειρά ηλιοβασιλέματα

Εκτεθειμένα στη βιτρίνα κάποιου καταστήματος

Σε ακολούθησα έχοντας μαλακώσει μέχρι θανάτου

Για να μην ακούς τα βήματά μου

Σε ακολούθησα σβήνοντας το βλέμμα μου

Και σωπαίνοντας σαν το ποτάμι όταν πλησιάζει την αγκαλιά

Ή το φεγγάρι που βάζει τα πόδια του εκεί που δεν υπάρχει απάντηση

Και έχω σιωπήσει λες και τα λόγια δεν είχανε γεμίσει τη ζωή μου

Και σαν να μην έχω πια τίποτ’ άλλο να σου προσφέρω

Κι έχω μείνει σιωπηλός γιατί η σιωπή φέρνει πιο κοντά τα χείλη

Γιατί μόνο η σιωπή ξέρει να σταματάει τον θάνατο στο κατώφλι

Γιατί μόνο η σιωπή ξέρει πώς να θανατώνεται χωρίς επιφυλάξεις

Κι έτσι σε ακολουθώ γιατί ξέρω ότι εσύ δεν θα πας παραπέρα

Και ότι στη σπάνια σφαίρα εξ ίσου πέφτουν τα σώματα

Γιατί σ’ εμένα την ίδια πίστη πρόκειται να βρεις

Ό,τι κάνει τη νύχτα ν’ ακολουθεί ακούραστα τη μέρα

Αφού κάποια στιγμή πρέπει να την πιάσει και να μη την αφήνει από τα δόντια της

Αφού κάποια στιγμή πρέπει να τη στριμώξεις

Καθώς ο θάνατος πλησιάζει στη ζωή

Σε ακολουθώ όπως παύουν να είναι πια τα φαντάσματα φαντάσματα

Με την άνεση να σε βλέπω σαν πύργο φτιαγμένον με άμμο

Πύργο ευαίσθητο ακόμα και στην παραμικρή ανάσα ή ταλάντωση των πλανητών

Που μένει όμως πάντα όρθιος και ποτέ δεν πάει μακρύτερα

Απ’ την άλλη μεριά τούτου εδώ του χεριού

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

 






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου