MAROSA DI GIORGIO
[Η ΚΟΠΕΛΑ ΕΦΥΓΕ ΑΠ’ ΤΟ ΨΗΛΟ ΔΑΣΟΣ ΤΟ ΣΟΥΡΟΥΠΟ...]
Η κοπέλα έφυγε απ’ το ψηλό δάσος το σούρουπο και στο πέρασμά της θρόιζαν οι αχίρες με τα μεγάλα κόκκινα λουλούδια που μοιάζουν με το φύλο των αρχαγγέλων, ιδίως των πολύ ατμηρών και φιληδόνων. Έριχνε λοξές ματιές στα τεράστια πέταλα και ανατρίχιαζε· και ο δρόμος κατέβαινε όπως και αυτή, και από τον αέρα κάποιος γηραιός άγιος έπεφτε στροβιλιζόμενος για να πεθάνει στα χέρια της· και έτσι τον έπιασε, και το χτύπημα των φτερών ήταν το τελευταίο ρίγος· και ο δρόμος κατέβαινε και αυτή είχε τρελαθεί απ’ τον φόβο της σε ολόκληρο το κληρονομιαίο κτήμα, στο παλιό άλσος, στην πόρτα του παλιού σπιτιού. Έπειτα φώναξε τους υπηρέτες, τους έδωσε τον νεκρό να τον ψήσουν μέσα σε μισή ώρα και να τον γαρνίρουν με κάποιο γλυκό χορταρικό, κάποιο κρεμμύδι αφάνταστο.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου