FRANCISCO DE MEDRANO (1570-1607)
ΣΟΝΕΤΟ 41
Ἂν
κάποιος πεῖ ὅτι λήθη πάντα ἡ ἀπουσία κομίζει,
στ᾽
ἀλήθεια δὲν ἀγάπησε ποτέ του. Ἂν ἀγαποῦσε,
ὄχι
ἡ ἀπουσία, ἀλλ᾽ οὔτε ὁ θάνατος δὲν θὰ μποροῦσε
τὶς
ἔγνοιες τῆς ἀγάπης του βαθιὰ νὰ τὶς κοιμίζει.
Μὰ
στὸ ζαρκάδι γίνεται ἡ πληγὴ νὰ μὴ θυμίζει
τὸ
σίδερο ποὺ τοῦ τὴν ἄνοιξε, κι αἱμορραγοῦσε;
Ἀρκεῖ
νὰ τό ᾽βλεπε μονάχα, καὶ θὰ τρεχαλοῦσε
μακριὰ
ἀπ᾽ τὸ χέρι ἐκεῖνο ποὺ τόξα φονικὰ τανύζει.
Βαριὰ
πληγὴ εἶναι ὁ ἔρωτας. Γιά δές με, ἐνθάδε κεῖμαι,
γιατὶ
ὣς τὰ μύχια τῆς ψυχῆς μου τὸ δικό σου βέλος
ἐμπήχτηκε·
τὸν πόνο του ὅμως εὐτυχία ἐσὺ κάνε!
Λοιπόν,
μὴ μὲ φοβᾶσαι, ἀπόμακρος ἂν δεῖς πὼς εἶμαι,
γιατὶ
ἡ πληγὴ ἀπ᾽ τὸν ἔρωτα, Ἀμαρυλλίς, στὸ τέλος
παντοῦ
καὶ πάντοτε θανάσιμη λαβωματιά ᾽ναι.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου