Παρασκευή 15 Μαρτίου 2024

ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΝΑ ΠΕΙ

 


LUIS CERNUDA

 

ΑΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΝΑ ΠΕΙ

 

Ἂν μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ πεῖ ὅ,τι ἀγαπάει,

Ἂν μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ σηκώσει τὸν ἔρωτά του γιὰ τὸν οὐρανό

Σὰν σύννεφο ἀπὸ φῶς,

Ἄν — σὰν τοῖχο ποὺ γκρεμίζεται

Καὶ γιὰ νὰ χαιρετήσει τὴν ἀλήθεια ποὺ ὀρθώνεται στὴ μέση...

Ἂν μποροῦσε τὸ κορμί του νὰ γκρεμίσει, ἀφήνοντας σώα τὴν ἀλήθεια μόνο τοῦ ἔρωτά του,

Τὴν ἀλήθεια τοῦ ἑαυτοῦ του

Ποὺ δὲν λέγεται δόξα, τύχη ἢ φιλοδοξία,

Ἀλλὰ ἔρωτας ἢ πόθος,

Ἐγὼ θὰ ἤμουν τὸ προϊὸν τῆς φαντασίας του·

Θὰ ἤμουν αὐτὸς ποὺ μὲ τὴ γλώσσα, τὰ μάτια καὶ τὰ χέρια του

Τὴν ἄγνωστη ἀλήθεια ἀνακοινώνει στοὺς ἀνθρώπους,

Τοῦ άληθινοῦ ἔρωτά του τὴν ἀλήθεια.

 

Ἐλευθερία ἄλλη δὲν γνωρίζω ἀπ᾽ τὸ νὰ μὲ κρατάει φυλακισμένον κάποιος ἄνθρωπος

Ποὺ θ᾽ ἀκούω τ᾽ ὄνομά του μόνο μὲ ἐκρήξεις ρίγους·

Κάποιος ποὺ γι᾽ αυτὸν θὲ νὰ ξεχνάω τούτη τὴν ἀθλιότατη ὕπαρξη,

Κάποιος ποὺ κάνει τὴ μέρα καὶ τὴ νύχτα νά ᾽ναι γιὰ μένα ὅ,τι ἐκεῖνος θέλει.

Τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα μου θὰ πλέουν πλέον στὸ σῶμα καὶ στὸ πνεῦμα ἐκείνου

Σὰν ξύλα χαμένα ποὺ καταπίνει ἢ ταξιδεύει ἡ θάλασσα

Ἐλεύθερα, μὲ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἔρωτα,

Τὴ μοναδικὴ ἐλευθερία ποὺ μὲ μεταρσιώνει ἐμένα,

Τὴ μοναδικὴ ἐλευθερία γιὰ τὴν ὁποία ἐγὼ πεθαίνω.

Ἐσὺ αἰτιολογεῖς καὶ δικαιώνεις τὴν ὕπαρξή μου.

Ἂν δὲν σὲ γνωρίσω, θὰ πεῖ ὅτι δὲν ἔχω ζήσει.

Ἂν πεθάνω χωρὶς νὰ σὲ γνωρίσω, δὲν θὰ πεθάνω, ἐπειδὴ δὲν θὰ ἔχω ζήσει.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου