Ο ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ ΓΡΑΦΕΙ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΟΞΕΝΟ ΤΟΝ ΚΥΘΗΡΙΟ
Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορικἡ Βιβλιοθήκη, ΙΕ 6
Στὴ Σικελία ὁ τύραννος τῶν Συρακουσῶν Διονύσιος, ἔχοντας πιὰ ἀπεμπλακεῖ ἀπ᾽ τοὺς πολέμους μὲ τοὺς Καρχηδόνιους, καὶ εἰρήνη μακρὰ ἀπλάμβανε καὶ καιρὸ γιὰ σχόλη πολλὴ εἶχε. Γι᾽ αὐτὸ καὶ μετὰ πολλῆς σπουδῆς ἐπιδόθηκε στὴ συγγραφὴ ποιημάτων, φροντίζοντας μάλιστα νὰ μετακαλεῖ στὴν αὐλή του ὅσους εἶχαν γνωρίσει δόξα στὰ ζητήματα τὰ ποιητικά, τοὺς ἐτιμοῦσε δὲ μὲ τὴ συντροφιά του, ἀλλὰ τοὺς εἶχε συνάμα καὶ ἐπιμελητὲς καὶ διορθωτὲς τῶν ποιημάτων του. Ἀντλώντας περηφάνεια ἀπ᾽ τὰ λόγια τῶν ποιητῶν, ποὺ ἀνταπέδιδαν μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τὶς εὐεργεσίες τοῦ τυράννου στὸ πρόσωπό τους, ὁ Διονύσιος ἐκαυχᾶτο πιὸ πολὺ γιὰ τὶς ποιητικές του συνθέσεις παρὰ γιὰ τὰ πολεμικά του κατορθώματα. Ὁ διθυραμβοποιὸς Φιλόξενος, ὄντας ἐξ ἐκείνων τῶν ποιητῶν ποὺ πολὺ συχνὰ συναναστρεφόταν ὁ Διονύσιος καὶ χαίρων ὄχι ἁπλῶς μεγάλης, ἀλλὰ μεγίστης ἐκτιμήσεως γιὰ τὸ προσωπικὸ ὕφος τῶν ποιητικῶν του κατασκευῶν, ρωτήθηκε σὲ κάποιο συμπόσιο, ὕστερα ἀπ᾽ τὴν ἀνάγνωση μερικῶν ποιημάτων τοῦ τυράννου, ποὺ πρόδιδαν μὲν καταβολὴ μόχθου μεγάλου, μὲ ἀποτέλεσμα ὅμως ὄντως μοχθηρό, δηλαδὴ κάκιστο, ποιά ἦταν σχετικῶς ἡ γνώμη του. Ὁ ἐρωτηθεὶς ἀπάντησε μὲ παρρησία μεγαλύτερη τοῦ διὰ τὰς περιστάσεις κανονικοῦ, κάτι ποὺ ἔκανε τὸν τύρανο νὰ στενοχωρηθεῖ πολύ, ἀλλὰ καὶ νὰ κατηγορήσει τὸν ποιητὴ ὅτι μὲ τὴν κρίση του ἐκείνη ἔδειχνε μονάχα τὸν φθόνο του καὶ ὅτι ἡ ζήλεια του τὸν ὁδήγησε στὴ βλασφημία· κατόπιν ὁ Διονύσιος διέταξε τοὺς ὑπηρέτες του νὰ τὸν πιάσουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν χωρὶς ἀναβολὴ στὰ λατομεῖα νὰ σπάει πέτρες. Τὴν ἑπόμενη μέρα καὶ ἀφοῦ οἱ συνόντες στὰ συμπόσια φίλοι παρακάλεσαν τὸν τύραννο νὰ συγχωρήσει τὸν Φιλόξενο, ὁ Διονύσιος συμφιλιώθηκε μὲ τὸν ποιητὴ καὶ ξανακάλεσε τὴν ἴδια συντροφιὰ σὲ συμπόσιο. Ἐκεῖ, καὶ καθὼς εἶχε φτάσει ἡ ὥρα τοῦ ποτοῦ, ὁ Διονύσιος ἀκούστηκε νὰ καυχιέται καὶ πάλι γιὰ τὰ ποιήματά του, νὰ ἀπαγγέλλει καὶ πάλι κάμποσους στίχους ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ ὀ ἴδιος ἐθεωροῦσε ὑψηλὰ ποιητικὰ ἐπιτεύγματα καὶ νὰ ρωτάει καὶ πάλι τὸν Φιλόξενο: Πῶς σοῦ φαίνονται αὐτὰ τὰ ποιήματα; Ὁ Φιλόξενος, χωρὶς νὰ πεῖ τίποτ᾽ ἄλλο, ἐκάλεσε ἁπλῶς τοὺς ὑπηρέτες τοῦ Διονυσίου νὰ τὸν πάρουν καὶ νὰ τὸν πᾶνε στὰ λατομεῖα νὰ σπάει πέτρες. Ἡ εὐτραπελία τῶν λόγων ἔκανε τότε τὸν Διονύσιο νὰ χαμογελάσει καὶ νὰ ὑπομείνει τὴν κριτικὴ παρρησία τοῦ Φιλόξενου, διότι, ὡς γνωστόν, τὸ γέλιο ἀμβλύνει καὶ ἁπαλύνει τὸν ψόγο. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ὅμως, ποὺ καὶ οἱ γνώριμοί του, ἀλλὰ καὶ ὀ ἴδιος ὁ Διονύσιος τοῦ ζήτησαν νὰ ἀφήσει κατὰ μέρος τὴν ἐντελῶς ἄκαιρη παρρησία του, ὁ Φιλόξενος τοὺς ἔδωσε μιὰ παράξενη ὑπόσχεση: τοὺς εἶπε συγκεκριμένα ὅτι μὲ τὴν κρίση του καὶ τὴν ἀλήθεια θὰ ὑπηρετήσει καὶ τὸν Διονύσιο δὲν θὰ δυσαρεστήσει — καὶ ὄντως ἔτσι ἔγινε. Διότι, ὅταν ὁ τύραννος, ἀφοῦ ἀπήγγειλε στίχους ποὺ παρουσίαζαν παθήματα ἐλεεινὰ καὶ ἀξιολύπητα, τὸν ρώτησε Πῶς σοῦ φαίνονται τὰ ποιήματα ἐτοῦτα; αὐτὸς ἀπάντησε Οἰκτρά — κι ἔτσι μὲ τὸν ἀμφίσημο λόγο του ἐτήρησε στὸ ἀκέραιο τὴ διπλὴ ὑπόσχεσή του: ὁ μὲν Διονύσιος ἐπίστεψε ὅτι τὸ οἰκτρὰ σήμαινε τὰ ἐλεεινὰ καὶ ἀξιολύπητα παθήματα ποὺ προκαλοῦν τὸ ἅπαν τῆς συμπαθείας, κάτι ὅμως ποὺ μόνο οἱ καλοὶ ποιητὲς μποροῦν νὰ καταφέρουν· οἱ ὑπόλοιποι τῆς παρέας, ἀπ᾽ τὴν ἄλλη μεριά, ἔπιασαν τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ἀπάντησης, καθὼς ἐξέλαβαν ὅτι τὸ χρησιμοποιηθὲν ἐπίθετο χαρακτήριζε τὴν ποιότητα τοῦ ποιητικοῦ ἀποτελέσματος.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
******************
Κατὰ δὲ τὴν Σικελίαν Διονύσιος ὁ τῶν Συρακοσίων τύραννος ἀπολελυμένος τῶν πρὸς Καρχηδονίους πολέμων πολλὴν εἰρήνην καὶ σχολὴν εἶχεν. Διὸ καὶ ποιήματα γράφειν ὑπεστήσατο μετὰ πολλῆς σπουδῆς, καὶ τοὺς ἐν τούτοις δόξαν ἔχοντας μετεπέμπετο καὶ προτιμῶν αὐτοὺς συνδιέτριβε καὶ τῶν ποιημάτων ἐπιστάτας καὶ διορθωτὰς εἶχεν. Ὑπὸ δὲ τούτων διὰ τὰς εὐεργεσίας τοῖς πρὸς χάριν λόγοις μετεωριζόμενος ἐκαυχᾶτο πολὺ μᾶλλον ἐπὶ τοῖς ποιήμασιν ἢ τοῖς ἐν πολέμῳ κατωρθωμένοις. (2) Τῶν δὲ συνόντων αὐτῷ ποιητῶν Φιλόξενος ὁ διθυραμβοποιός, μέγιστον ἔχων ἀξίωμα κατὰ τὴν κατασκευὴν τοῦ ἰδίου ποιήματος, κατὰ τὸ συμπόσιον ἀναγνωσθέντων τῶν τοῦ τυράννου ποιημάτων μοχθηρῶν ὄντων ἐπηρωτήθη περὶ τῶν ποιημάτων τίνα κρίσιν ἔχοι. Ἀποκριναμένου δ' αὐτοῦ παῤῥησιωδέστερον, ὁ μὲν τύραννος προσκόψας τοῖς ῥηθεῖσι, καὶ καταμεμψάμενος ὅτι διὰ φθόνον ἐβλασφήμησε, προσέταξε τοῖς ὑπηρέταις παραχρῆμα ἀπάγειν εἰς τὰς λατομίας. (3) Τῇ δ' ὑστεραίᾳ τῶν φίλων παρακαλούντων συγγνώμην δοῦναι τῷ Φιλοξένῳ, διαλλαγεὶς αὐτῷ πάλιν τοὺς αὐτοὺς παρέλαβεν ἐπὶ τὸ συμπόσιον. Προβαίνοντος δὲ τοῦ πότου, καὶ πάλιν τοῦ Διονυσίου καυχωμένου περὶ τῶν ἰδίων ποιημάτων, καί τινας στίχους τῶν δοκούντων ἐπιτετεῦχθαι προενεγκαμένου, καὶ ἐπερωτῶντος ποῖά τινά σοι φαίνεται τὰ ποιήματα ὑπάρχειν; ἄλλο μὲν οὐδὲν εἶπε, τοὺς δ' ὑπηρέτας τοῦ Διονυσίου προσκαλεσάμενος ἐκέλευσεν αὑτὸν ἀπαγαγεῖν εἰς τὰς λατομίας. (4) Τότε μὲν οὖν διὰ τὴν εὐτραπελίαν τῶν λόγων μειδιάσας ὁ Διονύσιος ἤνεγκε τὴν παῤῥησίαν, τοῦ γέλωτος τὴν μέμψιν ἀμβλύνοντος· μετ' ὀλίγον δὲ τῶν γνωρίμων ἅμα καὶ τοῦ Διονυσίου παραιτουμένων τὴν ἄκαιρον παῤῥησίαν, ὁ Φιλόξενος ἐπηγγείλατο παράδοξόν τινα ἐπαγγελίαν. ἔφη γὰρ διὰ τῆς ἀποκρίσεως τηρήσειν ἅμα καὶ τὴν ἀλήθειαν καὶ τὴν εὐδόκησιν τοῦ Διονυσίου, καὶ οὐ διεψεύσθη. (5) Τοῦ γὰρ τυράννου προενεγκαμένου τινὰς στίχους ἔχοντας ἐλεεινὰ πάθη, καὶ ἐρωτήσαντος ποῖά τινα φαίνεται τὰ ποιήματα; εἶπεν οἰκτρά, διὰ τῆς ἀμφιβολίας ἀμφότερα τηρήσας. Ὁ μὲν γὰρ Διονύσιος ἐδέξατο τὰ οἰκτρὰ εἶναι ἐλεεινὰ καὶ συμπαθείας πλήρη, τὰ δὲ τοιαῦτα εἶναι ποιητῶν ἀγαθῶν ἐπιτεύγματα, ὅθεν ὡς ἐπῃνεκότα αὐτὸν ἀπεδέχετο· οἱ δ' ἄλλοι τὴν ἀληθινὴν διάνοιαν ἐκδεξάμενοι πᾶν τὸ οἰκτρὸν ἀποτεύγματος φύσιν εἰρῆσθαι διελάμβανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου