ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
LA POÉSIE DE LA
RUE CALME
Τάνγκο μ’ έναν στίχο του Μαρσέλ Τιρύ
Στη Νικολέττα Σίμωνος
Στον έπαινο του αχάτη ορμάνε
ελλόγιμοι εγκωμιαστές ευχέτες
του Μάλεβιτς αγώνες όνων
επίγονοι του Χλέμπνικωφ
Βερνίκι ανίκητο στο νύχι
λαμπρύνει κινητούς σκηνίτες
στα ξέφραγα αλωνάκια που ’ναι
των παραδείσων είλωτες
Τ’ αρπαχτικά χεράκια αλέθουν
ηδύποδες πελμάτων χρήσεις
σε τρίστρατα άβατα της σφίγγας
που εχρύσιζε από πρόπερσυ
Κι αν Ισπαχάν και Τεχεράνη
χορεύουν στον φαιδρό ροδώνα
αρμόζουν στα ρυθμώδη χείλη
περιστερές πεφτάστερες
Λυσιμελείς κεβράδες τάνγκο
σ’ αμάλαγο σκοτάδι ασπαίρουν
διανοίγοντας την υψιπύλη
για να λαλούν μεσούρανα
Με κάθυγρες περσίδες τίγρεις
και ρούσικων σπαθιών εμπόδια
τα πόδια της χορεύτριας είναι
ευθυτενείς τεννίστριες
Τα λόγια, δίχως υπερβολή, δεν δύνανται να περιγράψουν αυτό που νιώθει η ψυχούλα μου... Τέτοια τιμή δεν την αξίζω... Κι έχω μια χαρά ανείπωτη... Είν' αριστούργημα, όπως και όλο το έργο σας... Το "σας ευχαριστώ μέσ' απ' τα βάθη της ψυχής μου" είναι λίγο... πολύ λίγο...
ΑπάντησηΔιαγραφή