GUIDO GUIDO CAVALCANTI
VIII. ΜΕΜΙΑΣ ΤΟ ΦΩΣ
ΣΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΜΟΥ ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ’ΧΕ ΣΒΗΣΕΙ
Μεμιάς
το φως στο βλέμμα μου μακάρι νά ’χε σβήσει,
την
όραση νά ’χα τυφλή, ή και μού ’χε κλαπεί,
στον
νου μου να μην μπαίνει, τέτοια λόγια να μου πει:
«Με
την καρδιά ας με νιώσει όποιος μπορεί να μ’ εννοήσει!»
Ο
φόβος μου για νέα μαρτύρια είχε ξαναρχίσει:
με
χάραζε, κομμάτια μ’ έκοβε, αχ, αυτοστιγμεί.
Κραυγή
στη Δόννα ο νους μου μπήγει για να λυπηθεί
τα
μάτια μου κι εμέ: άλλος πόνους να μη μας χαρίσει.
Αυτή
όμως θέλησε να κάνει ο Έρως τα δικά του:
να
φέρνει δάκρυα όλο και θρήνους, κύριος να ’ναι μόνος.
Τότε
απ’ τα βάθη ακούστηκε φωνή με τόνο σοβαρό:
«Όποιος
γνωρίζει πού μπορεί να φτάσει ο μέγας πόνος,
αυτόν
τον άνδρα ας δει που κουβαλάει την καρδιά του
την
καρφωμένη σε σταυρό, και σέρνεται απ’ τον Θάνατο».
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου