Τρίτη 23 Μαΐου 2023

Η ΠΟΙΗΣΗ

 


LUIS CERNUDA

 

Η ΠΟΙΗΣΗ

 

Καμιὰ φορά, σπανίως, εἶχαν τὴ συνήθεια στὸ σπίτι ν᾽ ἀνάβουν μὲ τὸ σούρουπο τὰ φῶτα στὸ σαλόνι, καὶ ὁ ἦχος τοῦ πιάνου ἐγέμιζε τότε ὅλη τὴν κατοικία καὶ μὲ ὑποδεχόταν, ὅταν ἔφτανα στὸ κάτω-κάτω σκαλοπάτι τῆς μαρμάρινης —κούφιας ἀπὸ μέσα καὶ μὲ καλὴ ἀκουστική— σκάλας, πράγμα ποὺ κρατοῦσε μάλιστα ὅσην ὥρα ἡ ἀχνὴ ἀνταύγεια τοῦ φωτός, ποὺ ἐγλίστραγε ἐκεῖ ἐπάνω στὸν διάδρομο, μοῦ φανερωνότανε σὰν κορμὶ ἀνέγγιχτο, θερμὸ καὶ πάγχρυσο καὶ τοῦ ὁποίου ἡ ψυχὴ ἦταν ἡ μουσική.

Μὰ ἤτανε ἡ μουσική; Ἢ μήπως ἦταν τὸ ἀσύνηθες; Ἀμφότερες οἱ αἰσθήσεις, τῆς μουσικῆς καὶ τοῦ ἀσυνήθους, γίνονταν ἕνα κι ἄφηναν μέσα μου ἕνα ἴχνος ποὺ ὁ χρόνος οὐδέποτε κατάφερε νὰ τὸ σβήσει. Ἄρχισα νὰ διαβλέπω τότε τῆς ὕπαρξη μιᾶς διαφορετικῆς πραγματικότητας, ἄλλης ἀπ᾽ αὐτὴν ποὺ συλλαμβάνουμε μέρα τὴ μέρα, ὁπότε καὶ ἀσαφῶς ἤδη ἔνιωθα ὅτι τούτης τῆς ἄλλης πραγματικότητας δὲν τῆς ἀρκοῦσε μόνο τὸ ὅτι ἦταν διαφορετική, ἀλλὰ καὶ ὅτι κάτι φτερωτὸ καὶ θεόθεν σταλμένο ἔπρεπε νὰ τὴν συνοδεύει καὶ νὰ τῆς χαρίζει ἕνα φωτοστέφανο σὰν τὸ στεφάνι τὸ χρυσὸ ποὺ κυκλώνει μὲ μαρμαρυγὲς κάποιο φωτεινὸ σημεῖο.

Ἔτσι, στὸ ἀσύνειδο ὄνειρο τῆς παιδικῆς ψυχῆς, εἶχε φανερωθεῖ ἤδη τότε ἡ μαγικὴ ἐκείνη δύναμη, ποὺ ἀποτελεῖ τῆς ζωῆς παραμυθία, κι ἔκτοτε τὴ βλέπω νὰ πλέχει ἐμπρὸς στὰ μάτια μου: ὅμοια μ᾽ ἐκείνη τὴν ἀχνὴ ἀνταύγεια ποὺ ἔβλεπα νὰ διαγράφεται στὸ σκοτάδι, καθὼς μὲ τὴν παλλόμενη φτερούγα της ἐτίναζε τὶς κρυστάλλινες καὶ ἄσπιλες νότες τῆς μουσικῆς.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.


 




 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου