PABLO
NERUDA
ΠΟΥ
ΒΡΙΣΚΕΣΑΙ, ΜΑΤΙΛΔΕ; ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ;
Ποῦ βρίσκεσαι, Ματίλδε; Ποῦ εἶσαι; Ἔνιωσα τότε,
ἀνάμεσα γραβάτας καὶ καρδιᾶς, στὸ στῆθος
μιὰ κάποια ἐκεῖ ἀόριστη μελαγχολία:
στὰ ξαφνικὰ κατάλαβα ὅτι ἤσουν ἀπούσα.
Ἡ λάμψη τῆς ζωντάνιας μοῦ ᾽λειψε ποὺ ἔχεις·
καὶ ἀφοῦ εἶχα τὶς ἐλπίδες
μου καταβροχθίσει,
κατάματα εἶδα τὸ
κενό (χωρὶς ἐσένα)
σπίτι μὲ τραγικὰ
παράθυρα νὰ μένει.
Μὲ ἁγνή, μὲ μι᾽ ἄμιχτη
σιωπὴ ἀκούει ἡ στέγη
βροχές, χωρὶς φύλλα,
πανάρχαιες νὰ πέφτουν,
μὰ καὶ φτερά, καὶ ὅ,τι
ἡ νύχτα φυλακίζει.
Ἐδῶ ἔτσι ἐγὼ σὲ
περιμένω στὸ ἄδειο σπίτι
νὰ ᾽ρθεῖς καὶ νὰ μὲ
δεῖς καὶ νὰ μὲ κατοικήσεις.
Μὲ ἀπούσα ἐσένα τὰ
παράθυρα μὲ θλίβουν.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου