FEDERICO
GARCÍA LORCA
ΖΩΝΤΑΝΟΣ
ΟΥΡΑΝΟΣ
Καὶ πῶς νὰ παραπονεθῶ
ἂν δὲν βρῶ ὅ,τι ζητοῦσα;
Δίπλα στὶς πέτρες δίχως χυμό, δίπλα στ᾽ ἄδεια ἔντομα
δὲν θὰ δῶ τὸν ἥλιο νὰ μονομαχεῖ μὲ
πλάσματα ποὺ ἔχουν σάρκα ζώσα.
Θὰ πάω ὅμως στὸ πρῶτο
τοπίο
συγκρούσεων ὑγρῶν καὶ
ψιθύρων
ποὺ σοῦ μιλάει σὰν
νεογέννητο παιδάκι
καὶ ὅπου οἱ ἐπιφάνειες
παραλείπονται ὅλες
γιὰ νὰ νιώσω πὼς ὅ,τι
ψάχνω θὰ βλέπει τὴ χαρά,
σὰν θὰ πετάξω ἔχοντας
γίνει ἕνα μὲ τὸν ἔρωτα καὶ τὶς ἄμμους.
Ἐκεῖ δὲν φτάνει ἡ
πάχνη τῶν σβησμένων ματιῶν
οὔτε τὸ μουγκρητὸ
τοῦ δέντρου ποὺ δολοφόνησε ἡ κάμπια.
Ἐκεῖ περιπλεγμένες ὅλες
οἱ μορφὲς φυλάσσουν
μιὰν ἔκφραση
μοναδικὴ φρενήρη γιὰ τὰ πρόσω.
Δὲν προχωρᾶς. Τὰ
πλήθη σ᾽ ἐμποδίζουν τῶν ἀνθέων,
καθὼς ὁ ἀέρας
διαλύει τὰ ζαχαρένια δόντια σου·
οὔτε χαϊδεύεις τῆς
φτέρης τὸ φευγαλέο φύλλο,
ἂν δὲν νιώσεις τοῦ
φιλντισιοῦ τὸν τρόμο τὸν ὁριστικό.
Ἐκεῖ κάτω ἀπὸ τὶς
ρίζες καὶ μέσα στὸ μεδούλι τοῦ ἀέρα, ἐκεῖ
συλλαμβάνεις τὴν ἀλήθεια
τῶν ξεγελασμένων πραγμάτων.
Ὁ νικέλινος
κολυμβητὴς παραμονεύει τὸ πιὸ λεπτεπίλεπτο κύμα
καὶ μιὰν ἀγέλη ἀγελάδων νυχτερινῶν
μὲ τὶς πατοῦσες γυναικεῖες κόκκινες.
Καὶ πῶς νὰ παραπονεθῶ,
ἂν δὲν βρῶ ὅ,τι
ζητοῦσα;
Θὰ πάω ὡστόσο στὸ
πρῶτο τοπίο μὲ ὑγρασίες καὶ παλμοὺς
νὰ νιώσω πὼς ὅ,τι
ψάχνω θὰ βλέπει τὴ χαρά,
σὰν θὰ πετάξω ἔχοντας
ἕνα γίνει μὲ τὸν ἔρωτα καὶ τὶς ἄμμους.
Καινούργιο πέταγμα
γιὰ πάντα πάνω ἀπὸ ἄδειες κλίνες,
πάνω ἀπὸ ὁμάδες αὐρῶν
καὶ νυσταγμένων πλοίων.
Τρέκλισμα καὶ
σκουντούφλημα μὲς στὴ σκληρὴ καὶ ἀκίνητη αἰωνιότητα
καὶ ἔρως ἐντέλει
δίχως ξημέρωμα. Ἔρως. Ἔρως. Ἔρως ὁρατός!
Μετάφραση:
Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου