JULIEN
GRACQ
ΧΑΝΣΕΑΤΙΚΕΣ
ΠΟΛΕΙΣ
Αφύπνιση
νεαράς καλλονής ξαπλωμένης στη χλόη κοντά σε μια πόλη, μπροστά απ’ το λαμπύρισμα
του νερού και τη δεκάωρη οκνηρία και κάτω από φως γαλαζωπό. Τα κωδωνοστάσια και
οι πύργοι της εν λόγω πανάρχαιας πόλης, τα ψηλά στενά δρομάκια της για τον
βρυχηθμό του πλήθους και τη σχετική οχλαγωγία (ενός πλήθους που πεινάει για έδρες
και εν γένει καθίσματα), τα επιβλητικά δέντρα του εμπορικού κέντρου – όλα τούτα
υπάρχουν, προκειμένου να σκϊάζουν τα πολύ πλούσια κοσμήματα, να σβήνουν τα υπερήφανα
βελούδα και να κλείνουν τη στρογγυλή σαν τον ήλιο πλεξούδα στα μαλλιά νεαρών
γυναικών κατά τις ημέρες του θριάμβου και των απαραγράπτων παρελάσεων, ιδίως δε
στις τριγωνικές πλατείες κάτω από τον στυγνό ήλιο με συνοδεία τους μια δυνατή αποφορά
απορριμμάτων και αποβλήτων. Ο αέρας κυλάει και ξεπλένει τις γέφυρες σαν άλλο γαλάζιο
ποτάμι όλο σπείρες μουσικές. Η δε μικρή αρχοντική πόλη παίρνει μιαν ονειρική
κλίση στον ορίζοντα πέρα από κάποιο γιορτινό λιβάδι που κόβεται από ένα
ποτάμι, πλην όμως εκεί όλο το ζεστό φως είναι για να βαθαίνει στον θημωνιασμένο
σανό το άρωμα μιας ασφυκτικής κόμης και για να ρελιάζει ένα πόδι και ένα γυμνό
χέρι, τα δάχτυλα των οποίων κρούουν επιμόνως τις περίπλοκες χορδές του αέρα.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου