Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

ΜΥΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΛΑΦΡΩΣ ΛΟΞΑ ΑΣΤΡΟΠΕΛΕΚΙΑ




ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΜΥΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΛΑΦΡΩΣ ΛΟΞΑ ΑΣΤΡΟΠΕΛΕΚΙΑ

   O draperies des mots, assemblages de l’art littéraire
               FRANCIS PONGE

Προπορεύονται οι τραγουδιστές μες στο σκοτάδι της κάμαρας έχοντας κλεισμένο το καράβι μέσα σε μποτίλια και το πέλαγο όλο αναπεπταμένο στις χορδές της αόρατης κιθάρας που τους συνοδεύει από πολύ μακριά στο μακρύ τραγούδι τους, ένα θεσπέσιο τραγούδι, με ολόφρεσκες ανθοδέσμες θάμβους και γαλήνης και με ιππασία στον πλατύ του σεληνόφωτος λειμώνα. Αλλά αφήνω εδώ τον άνδρα κατά μέρος να σιγοντάρει εντελώς παθητικά τους κανταδόρους και συγκεντρώνομαι αποκλειστικά στο μέλος και στους έλλογους κλυδωνισμούς που εκλύονται από και μόνη της ωραίας γυναικός την παρουσία. Όπως βλέπω, έχει σηκωμένη κάπως ψηλά τη φούστα της, και των γυμνών ποδιών της τα βήματα επάνω στο λευκό χαρτί είναι τη μία σαν τερτσίνες και την άλλη σαν αγριόχηνες, ενώ οι μηροί της, όσο φαίνονται, ορκίζονται πάνστιλπνοι την πίστη τους στην αιθέρια λευκότητα, προστάτις, ως γνωστόν, της οποίας είναι αρχαιόθεν η Παλλάς Αθεονόα που ιθύνει όση σοφία έχει μπροστά της. Κι αν πρέπει να μιλήσω για τα χέρια της, θα πω πως γραμματεία ολόκληρη από ιμέρους ευανύστους ορθώνει η γλυπτική τής δεξιάς της παλάμης στον αέρα, ενώ απ’ την αριστερή της χύνονται συνεχώς σκαμπαβίες φορτωμένες θροΐσματα από ξέπνοα απεικάσματα σημάντρων μες στα μάτια της και από πλημμύρες λυρισμού σε όλο της το είναι, αλλά και –γιατί δεν είναι σωστό να λησμονάται– από παραπετάσματα πάσης φύσεως λέξεων πού καλλιεργούνται επιμελώς στο υπερπόρφυρο βάμμα των νυχιών της και σκάνε, όποτε σκάνε, όχι, κατά το αναμενόμενο, σαν μπουμπούκια, αλλά σαν σονέτα, ναι σονέτα (με ή και δίχως ουρά) που πιο παλιά ήσαν όχι κομήτες, μα μυτερά και ελαφρώς λοξά αστροπελέκια. Δεν θα παραλείψω, πλησιάζοντας στο τέλος, να μιλήσω και για την ήμερη, την υπέροχη λάσπη που έχει γίνει στήθος, αλλά και χείλη οριζόντια και κάθετα, που καταπλήσσουν με το status quo τους και όπου εκβάλλει ο ποταμός της ουσίας της. Και βεβαίως είναι και ένα κουπί εκεί, που έχει μείνει ξεκούμπωτο στο μανίκι κάποιου ποιητή να τραβάει μόνο του τον εαυτό του κουβαλώντας και τα διαδραματιζόμενα εντός των νερών του απείρου προς άγνωστη κατεύθυνση, ακολουθώντας απλώς των ειρημένων στην αρχή τραγουδιστών τα άσματα που προπορεύονται μες στο σκοτάδι της κάμαρας έχοντας κλεισμένο το καράβι μέσα σε μποτίλια και το πέλαγο όλο αναπεπταμένο στις χορδές κάποιας αόρατης κιθάρας – ή μήπως είναι μαλτέζικο λαούτο τελικά, και προδήλως εγώ τα μπερδεύω;





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου