Σάββατο 22 Μαΐου 2021

ΝΟΣΣΙΣ: ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 


Ν Ο Σ Σ Ι Σ

 

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής

 

1

Γλυκύτερο ἀπ᾽ τὸν ἔρωτα τίποτα· καὶ ὅσα εὐτυχία θεωροῦνται

πράμα δεύτερο εἶναι· ἀπ᾽ τὸ στόμα μου ἐγὼ ἀκόμα καὶ τὸ μέλι,

νὰ καταλάβεις, ἔφτυσα. Τῆς Νοσσίδας λόγια. Καὶ ὅποιον ἡ Κύπρις δὲν ἀγάπησε

δὲν ξέρει τ᾽ ἄνθη της — ποιά εἶναι τὰ ρόδα τὰ δικά της, ὄχι, ὄχι, δὲν τὸ ξέρει.

 

2

Τὰ ὅπλα τοῦτα χάμω ἄνδρες βρέττιοι τὰ ἔριξαν, πετώντας τα ἀπ᾽ τοὺς ὤμους τους τοὺς πονεμένους,

καθὼς στὴ μάχη τοὺς νικοῦσαν τῶν Λοκρῶν τὰ γρήγορα χέρια.

Αὐτῶν τὴν ἀνδρεία τώρα ὑμνοῦν ὡς ἀναθήματα στῶν θεῶν τοὺς οἴκους.

Καθόλου δὲν τοὺς λείπουνε τὰ χέρια τῶν δειλῶν ἐκείνων ποὺ τά ᾽χαν παρατήσει.

 

3

Ἥρα πανσέβαστη, ποὺ σ᾽ ἀρέσει κάθε τόσο νὰ κατέρχεσαι ἀπὸ τὰ οὐράνια,

στὸν ναό σου τὸν εὐωδιαστὸ νὰ πᾶς, στὰ μέρη τοῦ Λακίνιου, τώρα

τὴν ἐσθήτα τούτη δέξου τὴ λινή, ποὺ μὲ τὴν εὐγενική της θυγατέρα,

τὴ Νοσσίδα, ἡ Θευφιλίδα σοῦ ὕφανε, ἡ κόρη τῆς Κλεόχας.

 

4

Ἄρτεμη ἐσύ, ποὺ κυβερνᾶς τὴ Δῆλο καὶ τὴν ξακουστὴ τὴν Ὀρτυγία,

ξαναβάλε στὴν ἀγκάλη τῶν Χαρίτων τὸ τόξο σου καὶ ὅλα τὰ σκόρπια σου βέλη,

πλύνε τὸ κορμί σου στὰ νερὰ τοῦ Ἰνωποῦ, κι ἕλα καθαρή, ἔλα,

στὸ σπίτι ἔλα τῆς Ἀλκέτης, ἀπὸ τοῦ τοκετοῦ τοὺς πόνους τοὺς βαριοὺς νὰ τήνε βγάλεις.

 

5

Θὰ χαρεῖ, μοῦ φαίνεται, ἡ Ἀφροδίτη, προσφορὰ καλὴ

σὰν λάβει τῆς Σαμύθας τὸ κεφαλομάντηλο·

ὤ, τί ἐργόχειρο, τὶ ψιλοβελονιά, πῶς εὐωδιάζει νέκταρ!

Κι εἶν᾽ ἀπ᾽ τὸ νέκταρ ἐκεῖνο ποὺ τῆς ἀρέσει ν᾽ ἀλείφει τὸν ὄμορφο Ἄδωνη.

 

6

Τί ζωγραφιά — φτυστή ᾽ναι ἡ Μέλιννα! Τί τέλεια, δές, ἔχει ὄψη!

Καὶ μοῦ φαίνεται πὼς μᾶς κοιτάζει τρυφερά, ὅλο εὐγένεια.

Καὶ πόσο, ἀλήθεια, μοιάζει τῆς μητέρας της σὲ ὅλα!

Καλὸ εἶναι τὰ παιδιὰ νὰ μοιάζουν στοὺς γονεῖς τους.

 

7

Κι ἀπὸ μακριὰ ἀκόμα τὸ καταλαβαίνεις: ἡ εἰκόνα αὐτὴ

τῆς Σαβαϊθίδας εἶναι — ὄχι, δὲς στύλ, κοίτα παράστημα!

Δές, δές! Τὴ σοφία εἶναι σὰν νὰ βλέπεις μαζὶ καὶ τὴ γοητεία ζευγάρι.

Νὰ μοῦ ζήσεις, κοπέλα θαυμαστή, νὰ ζήσεις, κοπελάρα μου!

 

8

Προσπέρασέ με μὲ γέλιο βροντερὸ καὶ πὲς γιὰ λόγου μου

καμιὰ καλὴ κουβέντα: ὁ Ρίνθωνας ἀπὸ τὶς Συρακοῦσες εἶμαι.

Μικρὸ ἀηδονάκι τῶν Μουσῶν ἀσήμαντο, ἐντάξει — ἀλλά, μὲ

τὶς παρωδίες μου

στῶν τραγικῶν τὰ ἔργα, στεφάνι ἀπὸ κισσὸ κι ἐγὼ κονόμησα.

 

9

Ξένε μου, ἂν σαλπάρεις γιὰ νὰ πᾶς στὴ νῆσο τῶν ὡραίων χορικῶν ἀσμάτων,

τὴ Μυτιλήνη, νὰ συναντήσεις τὴ Σαπφώ, τὸ ἄνθος τῶν Χαρίτων,

πές της ὅτι μὲ γέννησε τὸ χῶμα τῆς Λοκρίδας ὡς φίλη τῶν Μουσῶν

ἰσάξιά της καὶ πὼς Νοσσίδα εἶναι τ᾽ ὄνομά μου. Τράβα, τράβα, μὴν ἀργεῖς!

 

10

Ἐμπρός, ἂς πᾶμε τώρα νὰ δοῦμε τῆς Ἀφροδίτης

τὸ ἄγαλμα τὸ περίτεχνο, τὸ χρυσοστολισμένο.

Τῆς τὸ ἔχει ἀφιερώσει ἡ Πολυαρχίς, ποὺ τὰ πολλὰ της πλούτη

μὲ τὸ θεσπέσιο της κορμὶ τὰ ἔχει συναγμένα.

 

11

Τῆς Θαυμαρέτης δείχνει τὴ μορφὴ ὁ πίνακας. Καὶ ἡ ἀγέρωχή της ὄψη

καὶ τὸ κάλλος της τὸ ἀτόφυο, μὰ καὶ τὰ γυριστά της τσίνορα σὰν ζωντανὰ ἀποδίδονται.

Καὶ στὴ σκυλίτσα ποὺ φυλάει τὸ σπίτι της, ἂν ἔδειχνες τὸ ἔργο τοῦτο,

θὰ σοῦ κουνοῦσε τὴν οὐρά της πέρα-δῶθε· θὰ νόμιζε πὼς τὴν κυρά της βλέπει.

 

12

Στὸν ναὸ τῆς ξανθῆς Ἀφροδίτης τὸν πίνακά της τοῦτον ἡ Καλλὼ

ἀφιέρωσε: καὶ τὴν ἔφτιαξε σὰν νά ᾽ναι ἡ ἴδια ζωντανή, ὁλοζώντανη.

Τί τρυφερὴ ἡ στάση της! Καὶ πόση, γιὰ δές, τὴ λούζει χάρη!

Νά ᾽ν᾽ εὐτυχής, νὰ χαίρεται — οὔτ᾽ ἕνα στίγμα δὲν εἶχε σ᾽ ὅλη τὴ ζωή του τὸ κορίτσι.

 



 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου