FRANCIS PICABIA
ΡΑΧΑΤ
ΛΟΥΚΟΥΜ
Όλο
αναποδιές μου τυχαίνουν σε απόκρημνες και εντελώς γυμνές πλαγιές, όπου
Δίχως
φούστα αναστοχάζονται οι αναπηδήσεις τη θάλασσα
Για
να με φιλήσουν ηδονικά σαν νά ’μαι εγώ μπουκέτο
Ενώ
μου αποκοιμίζει τα μικρά μου δάκρυα τα γεμάτα όπιο
Η
επιστήμη η αχανής, αυτός ο χαρακτηριστικός τύπος
Φεγγαρίσιου
μανδαρίνου, που του δείχνω κι εγώ
Το
ρούχο μου που μοιάζει με χαρταετό βουτηγμένον σε μέλι παγωμένο.
Το
έγραψα στην μεταμορφωμένη κλίνη του καλοκαιριού
Να
θωπεύεις τα στήθη ξανά και ξανά και πάλι
Στο
κλειστό μουσείο
Κάτω
από ρούχα σαν μπόγο και όλο πλισέδες
Που
γίνονται έπειτα στο εκκρεμές ψιμύθιο.
Του
αλκοόλ ο σταυρός πάνω στον γαλάζιο ποιητικό λαιμό
Μου
ξυπνάει έναν φράχτη όλο φανάρια,
Μια φοβερή πιρουέτα
Χορευτική
επάνω στην πίστα
Στο
σιωπηλό απρόοπτο κάποιας άδειας αλέας
Όπου
και βρίσκομαι εγώ στο βουνό με τις υπερήφανες γυναίκες
Τις
ίσαμε τον λαιμό τους σμιλεμένες.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου