Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΧΙΛΙΩΝ ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΝΥΧΤΩΝ



JORGE LUIS BORGES


ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΧΙΛΙΩΝ ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΝΥΧΤΩΝ

Η πρώτη μεταφορά είναι το ποτάμι.
Τα μεγάλα ύδατα. Ο κρύσταλλος ο ζωντανός
που τα προσφιλή φρουρεί ετούτα θαύματα
που ανήκαν στο Ισλάμ, και σήμερα δικά σου
και δικά μου είναι. Το παντοδύναμο
το φυλαχτό: φύλακας μαζί και σκλάβος·
το τζίνι το φυλακισμένο στο μπρούντζινο
λυχνάρι με τη σολομωνική σφραγίδα· ο όρκος
του βασιλιά εκείνου που κάποια νύχτα
τη βασίλισσά του στη δικαιοσύνη παραδίδει
του σπαθιού, τη σελήνη, που μόνη της είναι·
τα χέρια που ξεπλένονται με στάχτες·
οι περιπέτειες του Σεβάχ, του Οδυσσέα εκείνου
που δίψα ταξιδιού τον έσπρωχνε, γι’ αυτό
ποτέ θεοί δεν τον τιμώρησαν· η λάμπα·
τα σύμβολα που αναγγέλλουν στον Ροδρίγο
την κατάκτηση της Ισπανίας απ’ τους Άραβες·
ο πίθηκος που φανερώνει ότ’ είναι άνθρωπος,
παίζοντας σκάκι· ο λεπρός βασιλιάς·
τα καραβάνια τα πανύψηλα· το όρος
των μαγνητών που ανατίναξαν το πλοίο·
ο σεΐχης και η γαζέλα· μια σφαίρα ρευστή
με σχήματα που όλο αλλάζουνε σαν σύννεφα,
της μοίρας όντας υπήκοοι και των επιλογών της,
ή και της Τύχης, που είναι το ίδιο εν τέλει πράγμα:
ο ζητιάνος που μπορεί νά ’ναι άγγελος
και η σπηλιά αυτού που τόνε λεν Σουσάμι.
Η δεύτερη μεταφορά είναι η ύφανση
κάποιου χαλιού που αφειδώς προσφέρει
χάος αλόγιστων χρωμάτων και γραμμών
στο μάτι, μια τύχη κι έναν ίλιγγο,
μα που μια τάξη μυστική το κυβερνάει.
Σαν κείνο τ’ άλλο όνειρο, το σύμπαν,
είναι και το Βιβλίο των Νυχτών φτιαγμένο
με αριθμούς σημαδιακούς και με συνήθειες:
οι εφτά αδερφοί και τα εφτά ταξίδια,
οι τρεις καδήδες και οι τρεις επιθυμίες
κάποιου πού κοίταξε τη Νύχτα των Νυχτών,
τη μαύρη αγαπημένη κόμη όπου είδε ο εραστής
τρεις νύχτες νά ’χουν ενωθεί σε μία,
τους τρεις βεζύρηδες και τις τρεις τις τιμωρίες
και (πάνω απ’ όποιον άλλον) τον πρώτο
και τον τελευταίο του Κυρίου αριθμό: το Ένα.
Η τρίτη μεταφορά είν’ ένα όνειρο:
Αγαρηνοί και Πέρσες τ’ ονειρεύτηκαν
στις πύλες της Ανατολής με τα μαγνάδια
ή σε μπαχτσέδες που έχουν πλέον γίνει σκόνη
και που τους ονειρεύονται οι άνθρωποι ακόμα
και θα τους βλέπουν ώς την τελευταία τους ημέρα.
Όπως στο παράδοξον του Ελεάτη, έτσι
και τ’ όνειρο διασπάται και γίνετ’ άλλο όνειρο
και τούτο πάλι άλλο, άλλο και άλλα,
που πλέκουν αδρανώς λαβύρινθο αδρανείας.
Στο βιβλίο είναι το Βιβλίο. Δίχως να το ξέρει
λέει η βασίλισσα στον βασιλιά την ήδη ξεχασμένη
των δυο τους ιστορία. Εκστασιασμένοι
από την αναστάτωση των μαγικών που ’χανε γίνει
δεν ξέρουν καν ποιοί είναι οι ίδιοι. Ονειρεύονται κι άλλο.
Η τέταρτη είναι η μεταφορά για κάποιο χάρτη
αυτού του δίχως όρια τόπου, του Χρόνου,
που τον μετράνε οι βαθμιδωμένοι ίσκιοι
και των μαρμάρων η αέναη φθορά
μαζί με των επαλλήλων γενεών τα βήματα.
Τα πάντα. Η φωνή και η ηχώ – ό,τι βλέπουν
και οι δύο του Ιανού αντίθετες όψεις,
κόσμοι ασημένιοι και κόσμοι κοκκινόχρυσοι
και η μακρά των άστρων αγρυπνία.
Οι Άραβες λένε πως δεν μπορεί ποτέ κανένας
το Βιβλίο να διαβάσει των Νυχτών ώς το τέλος.
Οι Νύχτες είναι ο χρόνος, αυτός που δεν κοιμάται.
Συνεχίζει το διάβασμα, ενώ πεθαίνει η μέρα,
τη δε δική σου ιστορία θα σου την πει η Σεχραζάτ.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου