PABLO NERUDA
ΧΑΜΕΝΟΣ ΜΕΣ ΣΤΑ
ΔΑΣΗ — ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΕΚΟΨΑ ΚΛΑΔΑΚΙ
Χαμένος
μὲς στὰ δάση — σκοτεινὸ ἔκοψα κλαδάκι·
διψοῦσα,
καὶ στὰ χείλη μου ὕψωσα τὸ θρόισμά του·
μπορεῖ
ἡ φωνὴ καὶ νά ᾽ταν τῆς βροχούλας ποὺ θρηνοῦσε,
μπορεῖ
σπασμένη μιὰ καμπάνα, ἢ καὶ καρδιὰ κομμένη.
Πολὺ
μακριὰ ἦταν κάποιο πράγμα, κι ἔτσι μοῦ φαινόταν
πολὺ
καλὰ κρυμμένο, σκεπασμένο ἀπὸ τὸ χῶμα, ἢ
κραυγὴ
ποὺ κάτι ἀπέραντα φθινόπωρα ἐκουφάναν
μὲ τὸ
μισάνοιχτο, τὸ ὑγρὸ τῶν φύλλων τους σκοτάδι.
Ὅμως
ἐκεῖ, μέσ᾽ ἀπ᾽ τοῦ δάσους τ᾽ ὄνειρο ξυπνώντας
στὸ
στόμα μου ἐτραγούδησε τῆς φουντουκιᾶς ἡ κλάρα,
καὶ ἀναρριχήθηκε
στὴ λογική μου ἡ πλάνα ὀσμή της
ὡσὰν
στὰ ξαφνικὰ νὰ ψάχναν νὰ μὲ βροῦν οἱ ρίζες
ποὺ
παρατήσει εἶχα, τὸ χῶμα ποὺ παιδὶ εἶχα χάσει
καὶ ἀρώματα
διαβατικὰ βαθιά μου μὲ λαβῶσαν.
Μετάφραση: Γιῶργος
Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου