Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2022

Η ΠΡΩΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

 


PABLO NERUDA

 

Η ΠΡΩΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

 

Πῶς τὴ θάλασσα ἀνακάλυψα. Κατέβαινε ἀπὸ τὸ Καραμποῦε

ὁ ποταμὸς Καουτὶν νὰ βγεῖ στὶς ἐκβολές του

καὶ ἀπὸ κάτι βάρκες πού ᾽χε μὲ κουπιὰ ἄρχισαν

νὰ μὲ κατέχουν ἡ ζωὴ καὶ τὰ ὄνειρα,

ν᾽ ἀφήνουνε στὰ βλέφαρά μου ἐπάνω ἐρωτήματα.

Λιανὸ παιδάκι ἢ πουλί,

μοναχικὸ μαθητούδι ἢ ψάρι σκοτεινό,

έστάθηκα στὴν πλώρη μόνος,

νὰ κολυμπῶ

στὴν εὐτυχία, ἐνῶ

κανεὶς σ᾽ ἐκείνη μέσα

τὴ βαρκούλα

δὲν μὲ ἤξερε,

ὅταν ἔλυναν τὸ σκοινὶ

τῶν ἀκορντεόν,

ὅταν ἔτρωγαν καὶ τραγουδοῦσαν

διαβάτες ὄντας

τοῦ νεροῦ καὶ τοῦ καλοκαιριοῦ.

Στὴν πλώρη ἐγώ,

μικρὸ ἀνθρωπάκι

χαμένο,

χωρὶς μυαλό, χωρὶς φωνή,

οὔτε χαρά,

αἰχμάλωτος τῆς κίνησης τῶν νερῶν

ποὺ κύλαγαν ἀναμεσὶς στὰ ὄρη καὶ χανόντουσαν,

γιὰ νὰ μοῦ μείνει ἐμένα ἐκείνη μόνο ἡ ἐρημιά,

γιὰ νὰ μοῦ μείνει ἐμένα ὁ κανονικὸς ὁ δρόμος μόνο,

γιὰ νὰ μοῦ μείνει ἐμένα τελικὰ μόνο τὸ σύμπαν.

 

Μεθύσι μὲς στὸν ποταμό,

κοῖτες μὲ θάμνους καὶ ἀρώματα,

πέτρες ἀπότομες, δέντρα καμένα,

καὶ χώματα ὁλόπλατα, τελείως μόνα.

Γιὸς ἐγὼ αὐτῶν τῶν ποταμιῶν

νὰ ταξιδεύω στὴ στεριὰ

συνέχισα,

στὶς ἴδιες ὄχθες, τραβώντας

πρὸς τὸν ἴδιο ἀφρό.

Καὶ ὅταν ἡ θάλασσα τῶν χρόνων ἐκείνων

κατέρρευσε σὰν λαβωμένος πύργος,

μάνιασα κι ἔγινα μὲ τὴν ὀργή της ἕνα σῶμα,

ξέκοψα ἀπ᾽ τὶς ρίζες μου,

μεγάλωσε γιὰ μένα ἡ πατρίδα μου,

τοῦ ξύλου ἡ ἑνότητα ἔσπασε:

τῶν δασῶν ἡ φυλακὴ

ἄνοιξε μιὰ πράσινη πόρτα

ἀπ᾽ ὅπου μὲ τὸν κεραυνό του τὸ κύμα ἐχίμιξε,

καὶ ἡ ζωή μου ἐμένα τότε,

μ᾽ ἕναν παφλασμὸ τῆς θάλασσας,

ἁπλώθηκε καὶ σκέπασε ὁλόκληρο τὸ διάστημα.

 

Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.

 







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου