
ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ
ΘΕΟΣ ΗΛΙΘΙΟΣ
Πώς του ήρθε να ελέγξει την κλόνιση
τον άψογο άξονα
την περιδίνηση της γης, έτσι έλεγε,
κι όλες τις νομιμοφροσύνες;
Άρχισε με κίτρινη κλωστή
στην άκρη ένα βαρίδι.
Βαθιά της άβυσσος εφέγγιζε
γυάλινος ώμος οδαλίσκης
ο νυοστός αιώνας·
μόνο το παράθυρο έδειξε να γέρνει λίγο
μιάν ανεπαίσθητη παρέκκλιση
ωσάν ωτακουστής
ή σα θεός ηλίθιος
στραμμένος βορεινά, χαμένος
μέσα σε απειροστά βλεννώδη.
Κάτω δεξιά ήτανε πέντε ακριβώς.
Στρογγύλευε ο χρόνος όπως αφήνεται στα γηρατειά
ή στο ρεύμα το χταπόδι
εκεί που κάποτε ήτανε κεφάλι της Εκάβης.
Η οριζόντια γραμμή γυμνό του εργαστήριου.
Η ήβη αδιάφορη λοφώδης
σαν μελανοδοχείο.
Ψηλά, μόνος του ο αμάραντος
Αστρονομώντας.
Από την ποιητική συλλογή «Διήγηση» (1974, 1981).
Από το βιβλίο: Εκτωρ Κακναβάτος, «Ποιήματα 1943-1987», συγκεντρωτική έκδοση, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2010, σελ. 176-177.
Για κάτι τέτοια ποιήματα αγαπάμε την ποίηση. Δεν υπάρχουν πολλά, άλλωστε, πράγματα στην ζωή, να μπορούμε να στηριχθούμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή σας μέρα!
@ AXI: Σε είχα στον νού μου, όταν κρέμαγα το ποίημα, διότι γνωρίζω ότι είσαι "φαν" του Κακναβάτου.
ΑπάντησηΔιαγραφή