Κυριακή 11 Απριλίου 2021

ΓΙΑ ΤΟ "ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ" ΤΟΥ ΛΟΥΚΡΗΤΙΟΥ

 


 Δημοσιεύθηκε στην "Καθημερινή"

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


Λουκρητίου, Περί φύσεως – η κληρονομιά ενός επίμονου κηπουρού, Προλεγόμενα, μετάφραση, σημειώσεις, Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής, Gutenberg, Αθήνα 2021.

Η μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη είναι κλασική και γλωσσικό επίτευγμα της εποχής της. Αυτή, όμως, ακριβώς η κλασικότητά της την καθιστά σήμερα ιστορική, τρόπον τινά φιλολογικό τεκμήριο, αλλά και ποιητικό  μνημείο του μαχόμενου δημοτικισμού. Το «De rerum natura» του Λουκρήτιου χρειαζόταν οπωσδήποτε νέα έμμετρη μετάφρασή του στη γλώσσα μας. Τη μετάφραση αυτή την έχουμε ήδη υπογεγραμμένη από τον ακάματο εργάτη της λατινικής κουλτούρας Θεόδωρο Παπαγγελή.

Η νέα ελληνική εκδοχή τού «Περί φύσεως» έρχεται να συμπληρώσει, σε ό,τι αφορά τον μεταφραστή της, τα μεταφράσματα του από τον Βιργίλιο, τον Οβίδιο και την ομάδα των «Νεωτέρων» και, σε ό,τι αφορά τα γλωσσικά και λογοτεχνικά πράγματα καθαυτά, να επιδαψιλεύσει πνεύμα σημερινού ελληνικού λόγου σε ένα αθάνατο και αναγνωστικώς δυσπρόσιτο έργο του ελληνολατινικού και παγκόσμιου πολιτισμού. Την ελληνολατινικότητα του «De rerum natura» την αναδεικνύει μεθοδικά και υποδειγματικά  ο μεταφραστής σε ένα βαθυστόχαστο εισαγωγικό δοκίμιο 300 περίπου σελίδων (αληθινή αυτόνομη μονογραφία), χαράσσοντας έναν δρόμο που ξεκινάει από τον Λεύκιππο, περνάει από τον Επίκουρο και καταλήγει στον Τίτο Λουκρήτιο Κάρο, με σύντομες, πλην όμως υποχρεωτικές και καίριες ενδιάμεσες στάσεις στον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη, στους Στωικούς, στους Σκεπτικούς και στους Κυνικούς. Γράφει χαρακτηριστικά ο Παπαγγελής: «εν αρχή ην ο Έλλην, και αληθώς, ουδέν εν Λουκρητίω ει μη πρότερον εν Επικούρω». Γι’ αυτό, άλλωστε, και εύστοχα χαρακτηρίζει τον ποιητή στον υπότιτλο του έργου ως «επίμονο κηπουρό», ως τον καλύτερο μαθητή του Επίκουρου!

 Όλη η παράδοση του αρχαίου υλισμού δεν καταγράφεται απλώς, αλλά όντως αναδεικνύεται στις γραμμές του δοκιμίου αυτού, όπου συνδυάζονται η ακράδαντη επιστημονικότητα του μεταφραστή με την καλλιέπεια και τη λυρικότητα του σημερινού ελληνικού λόγου. Ο Παπαγγελής είναι όντως φιλόλογος, με την αυστηρότερη σημασία του όρου. Η «αγάπη του για τον λόγο» κατατίθεται αψευδώς στη δοκιμιακή διαχείριση του πολυποίκιλου ποιητικού υλικού που αφορά την ύλη, τα άτομα, τον σύμπαντα κόσμο, τις απαρχές της ζωής, την «αταραξία» (και τη σχέση της με την «απάθεια»), την ψυχή (και την αθανασία ή τη θνητότητά της), τους θεούς και τη θρησκεία, τον έρωτα και τα πάθη που γεννά, τον σχηματισμό των  κοινωνιών και των πόλεων, αλλά και τη συναφή με αυτές ίδρυση και εξέλιξη του πολιτισμού. Η θεματολογία είναι ευρύτατη – εμείς εδώ παραθέσαμε μόνο τα κύρια και τα κομβικά σημεία, όπως άλλωστε μας τα υποδεικνύει το ποιητικό κείμενο που διαχέει λατινιστί τις ευωδίες των ανθέων του επικούρειου Κήπου.

Ο μεταφραστής εξομολογείται ότι τον οδήγησε πρωτίστως η περιέργεια για να αναλάβει αυτό το γιγαντιαίο έργο: έχοντας ήδη βιώσει την εμπειρία της επαφής με τον Οβίδιο και τον Βιργίλιο, ζητά να δει κατά πόσο το διδακτικό έπος του Λουκρητίου, ως «μεγαλοφροσύνης απήχημα», όπου συνδυάζονται αξεχώριστα η Φυσική με την Ηθική υπό την σκέπην της Ποιήσεως, μπορεί να μιλήσει πειστικά στα σημερινά ελληνικά. Το αποτέλεσμα μπορεί να το προεικάζουμε μεν διαβάζοντας την εισαγωγή, αλλά η δοκιμή του λυρικού μέρους του βιβλίου μεταδίδει ενθουσιασμό στον αναγνώστη, καθώς τον καθηλώνει τόσο με τα ποιητικά όσο και με τα γλωσσικά στοιχεία του. Η συγχρονία συμπλέκεται με τη διαχρονία της γλώσσας σε δόσεις ιδανικές και σε σημείο τέτοιο που να ξαλεγράρει και να ενθουσιάζεται ο νους. Οι είκοσι μία ιαμβικές συλλαβές του καθενός από τους 7.415 στίχους του μεταφράσματος  (λυρική συνέχεια, θα λέγαμε, της εύστοχης επιλογής που είχαμε απολαύσει στις Μεταμορφώσεις και στην Αινειάδα), με τις άμεμπτες συνιζήσεις τους και με τις απαραίτητες για την «κανονική» ανάγνωση τού μακρού ποιήματος με τους μακρούς στίχους σποραδικές, «τραγουδιστικές» χασμωδίες τους, συντηρούν στη γλώσσα μας την ουσία του διδακτικού έπους: την ευχερή και απρόσκοπτη ακριβώς μετάδοση των διδαχών.

Ο αναγνώστης όχι μόνο δεν καταπονείται από το ηθικοφιλοσοφικό φορτίο της επικουρολουκρητιανής Φυσικής, με το οποίο ελάχιστοι είναι εξοικειωμένοι, αλλά και τέρπεται και διδάσκεται – καθώς στους στίχους του μεταφράσματος συναντώνται το gaudium και η laetitia με τη μαεστρία του διδασκάλου Παπαγγελή, που εν προκειμένω διδάσκει και μεταφραστική. Αν η μετάφραση είναι «έγχρονη μιμητική επανάληψη» στην περίπτωση του πρόσφατου ελληνικού «Περί φύσεως» έχουμε την απόλυτη επιβεβαίωση του αφορισμού αυτού. Το ελληνικό κείμενο γεφυρώνει τα χρόνια του Λουκρήτιου και των προγενέστερων επιρροών του με το σήμερα και μιμείται δημιουργικά το τι και το πώς της λατινικής του λύρας, επαναλαμβάνοντας όχι μόνο το ευκαμπές και εναρμόνιο ρήμα της, αλλά και το μέγα πλήθος των σχημάτων λόγου και διανοίας που την κουρντίζουν, για να γλυκάνει τ’ αφτιά μας και να θρέψει το πνεύμα μας.

Πρόκειται για άθλο μεταφραστικό, για κατόρθωμα λογοτεχνικό. Μακάρι από την άξια γραφίδα του Παπαγγελή να δούμε στο μέλλον Τίβουλλο και Προπέρτιο. Αλλά άθλο εκδοτικό αποτελεί και το βιβλίο καθαυτό. Από τον Gutenberg έχουν βγει, επί πέντε δεκαετίες πλέον, πλείστα όσα βιβλία αισθητικώς άψογα. Το συγκεκριμένο αποτελεί κορωνίδα. Το επιτελείο του εκδοτικού οίκου με πρωτομάστορα τον Γιάννη Μαμάη έφτιαξε ένα αληθινό κόσμημα, που σε συνδυασμό με τον λόγο του Παπαγγελή το καθιστά απόκτημα πολυτιμότατο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου