ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ
Η ΙΣΤΟΡΙΑΜια ιστορία σαχλαμάρα θα σας πω
με χωρίς ενδιαφέρον και σκοπό
που την έγραψα για πλάκα
να γεμίσουμε την πλάκα
με στιχάκια σαν κι αυτό
Η γυναίκα μου μού είπε σε τόνο γλυκό
γράψε αν θέλεις και κανένα σουξέ λαϊκό
γράψε κάτι που να πιάνει
τη μεσαία τάξη Γιάννη
κάτι πιο ερωτικό
Ήταν λέει μια φορά κι έναν καιρό
ένας τύπος άσος κούπα στο χορό
που τους έκανε όλους βίδες
μες στις χοροεσπερίδες
με το βαλς και το ταγκό
Τυλιγμένος σ’ ένα κίτρινο κασκόλ
τα μαλλιά του γυαλισμένα με μπριγιόλ
ήταν γύρω στα τριάντα
θαυμαστής του Φρανκ Σινάτρα
αλλά και του Νατ Κινγκ Κόουλ
Η ιστορία μας τελείωσε εδώ
σ’ ένα πούλμαν μες στην εθνική οδό
λίγο πριν απ’ τα διόδια
πήγαμε όλοι με τα πόδια
για χωνάκι παγωτό
ΤΟ ΣΚΥΛΑΚΙ ΤΟ ΚΑΝΙΣ"Ρε Γιαννάκη πονηρέ
με τον κίτρινο μπερέ
βιβλιάρια ταμεία
και δραχμή δεν έχω μία.
Που το βρήκες δηλαδή
το κοστούμι το λαδί
το χρυσό το δαχτυλίδι
και διάφορα άλλα είδη.
Το σκυλάκι το κανίς
ποιος το έκλεψε - ΚΑΝΕΙΣ
το ρολόι τη γραβάτα
και της Άγκυρας τη γάτα"...
Ο ΣΕΡΟ κύριος με τα λεφτά
και με το ρετιρέ
μπερδεύει τ’ όνομά μου
και με φωνάζει ρε
Ή έχεις ρετιρέ
ή σε φωνάζουν ρε
Ο κύριος με τα λεφτά
μπαίνει στο ασανσέρ
μπερδεύω τ’ όνομά του
και τον φωνάζω σερ
- Αφού ξηγήθηκα σαφές!
Παιδί! Κόκαλα έχει ο καφές;
ΤΟ ΡΕΖΙΛΙ ΤΩΝ ΣΚΥΛΙΩΝΣαν το σκυλάκι μ’ είχε μέσα στο σαλόνι της
κι ό,τι γουστάριζα το είχα τελικά
ήμουν ο σκύλος της ο άντρας της τ’ αγόρι της
μιας και η γκόμενα διέθετε λεφτά
Αλλά εγώ ο καραγκιόζης, ο ξυπόλητος
μόλις μου κούναγαν σκυλίτσες την ουρά
την εκοπάναγα απ’ το σπίτι επ’ αόριστον
και η κυρία με σφουγγάρισε μετά
Αυτά λοιπόν αυτά λοιπόν
αυτά και έγινα ρεζίλι των σκυλιώνΣαν το σκυλάκι τρέχω πίσω από τη φούστα της
και με κλωτσάει και με βρίζει φοβερά
γιατί της γκόμενας αλλάξανε τα γούστα της
και ψάχνει γάτους τώρα στην ψαραγορά
Θέλω στ’ αλήθεια να πεθάνω από τη θλίψη μου
νά ’ρθει κι ο μπόγιας με την κλούβα να με βρει
γιατί ο βλάκας δεν εστάθηκα στα ύψη μου
κι εφόσον ήμουνα σε όλα φαβορί
Αυτά λοιπόν αυτά λοιπόν
αυτά και έγινα ρεζίλι των σκυλιώνΤώρα πουλάω μενεξέδες σε σκυλάδικο
κι όλοι οι σκύλοι με λυπούνται και γι’ αυτό
μου εξηγιούνται και κανένα κατοστάρικο
μια και της μοίρας μου έτσι ήτανε γραφτό
Έχω και γκόμενα μια άσχημη και φρόκαλο
κι όλο τρομάζω όταν την βλέπω το πρωί
και αμολιέμαι για να βρω κανένα κόκαλο
για να γλυκάνω τη σκυλίσια μου ζωή
Αυτά λοιπόν αυτά λοιπόν
αυτά και έγινα ρεζίλι των σκυλιώνΔΕ ΔΟΥΛΕΥΩΕγώ γεννήθηκα ελεύθερο πουλάκι
χωρίς οχτάωρα χωρίς αφεντικό
όλο πετάω από κλαδάκι σε κλαδάκι
λέω και ένα ρεφραινάκι μαγικό
Δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
και ούτε θέλω να μιλάω για δουλειά
δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
γιατί έχω βρει του Παραδείσου τα κλειδιά
Εγώ γεννήθηκα τελείως μπατιράκι
χωρίς γραμμάτια, χωρίς επιταγές
μένω στο Ζάππειο σε ξύλινο παγκάκι
και τραγουδάω κάτω από τις νεραντζιές
Δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
και ούτε θέλω να ακούω για δουλειά
δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
γιατί έχω βρει του Παραδείσου τα κλειδιάΚι όταν πεθάνω κάποια μέρα όπως όλοι
θα υπογράψω κι ένα συμφωνητικό
να με αφήνουνε οι Δώδεκα Αποστόλοι
να λέω κάποιο ρεφραινάκι μαγικό
Δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
και ούτε θέλω να μου λένε για δουλειά
δε δουλεύω ποτέ μου δε δουλεύω
γιατί έχω βρει του Παραδείσου τα κλειδιά
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΑΚΙ ΜΟΥΤο ανθρωπάκι μου λοιπόν
γεννήθηκε στο παρελθόν
με δυο γυαλάκια στρογγυλά
να κοροϊδεύει να γελά
κι απάνω στο λευκό χαρτί
κάναμε πάρτυ και γιορτή
και ξενυχτήσαμε μαζί
μ’ ένα μπουκάλι σινική
Μια μέρα πήρε το κλειδί
και πήγε μέσα στη Βουλή
και μίλησε στον ενικό
στον κύριο πολιτικό
του τά ’ψαλε του βουλευτή
από τ’ αριστερό αφτί
είπε και στον πρωθυπουργό
σήκω εσύ να κάτσω εγώ
Το ανθρωπάκι μου λοιπόν
είναι και σήμερα παρόν
με δυο ματάκια πονηρά
να αγοράζει να πουλά
σνομπάρει τους εφοπλιστές
τις πιπεριές τις γεμιστές
και τους αστούς που λένε "ω!"
όταν δοξάζουν τον Θεό
Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣΤο μακρύ-μακρύ μου χέρι
ψάχνει μέσα στο πανέρι
ψάχνει μεσημέρι-βράδυ
για κανένα παξιμάδι
Νά ’χα δυο τσουβάλια μήλα
μια τηγανητή γκαμήλα
κάνα-δυο ελεφαντάκια
να τα έκανα σουβλάκια
Ντρίγκι-ντράγκα ντρίγκι-ντράγκα
όλο δίφραγκα και φράγκα
ντρίγκι-ντράγκα ντρίγκι-ντράγκα
γεια σου Καραγκιόζη μάγκα
Ο ΓΕΡΟΣ ΚΑΙ Η ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑΑκούμπα-κούμπα-κούμπα-κούμπα-κέρο
συλλάβαν τις προάλλες ένα γέρο
να φλερτάρει μια μικρούλα
σ’ αγαπάω Σπυριδούλα
το και το
θέλω να σε παντρευτώ
Η Σπυριδούλα πήγαινε ωδείο
ο γέροντας ετών ογδόντα δύο
πλοιοκτήτης στο Λονδίνο
ό,τι έχω σου το δίνω
το και το
θέλω να σε παντρευτώ
Ο γέρος χρόνια δεν κοιτά
στη Σπυριδούλα δίνει λεφτά
και μετά…
Ο γέροντας παρ’ όλο του το γήρας
χαϊδεύει τη γατούλα της Αγκύρας
με το χέρι του το ένα
υπογράφει με την πένα
την αυγή
άλλη μια επιταγή
Ακούμπα-κούμπα-κούμπα-κούμπα-κέρο
συλλάβαν τις προάλλες ένα γέρο
κάτω απ’ τον προβολέα
λέει στον εισαγγελέα
το και το
θέλω να την παντρευτώ
Παντρεύτηκε ο γέροντας τη νέα
το έγραψαν "Το Βήμα" και "Τα Νέα"
ύστερα από δύο έτη
φεύγει με τον υπηρέτη
η τρελή
πάει στην Άπω Ανατολή
Λαβαίνει τηλεγράφημα ο γέρος
την ώρα που επήγαινε στο μέρος
του εστράβωσε το στόμα
τρέχει μία νοσοκόμα
να τον δει
αλλά πάει το παιδί
Η ΚΑΣΕΤΑ ΚΑΙ Η ΛΕΤΑ- Πούλαγα χαρτοπετσέτες
και πειρατικές κασέτες
ψιτ μου λέει μια δεσποινίδα
γύρισα λοιπόν και είδα
- Τ’ όνομά μου είναι Λέτα
θέλω μια καλή κασέτα
Μπιθικώτση Καζαντζίδη
και διάφορα άλλα είδη
- Πάρε τον αριθιμό μου
τον αριθιμό σου δό μου
στο διαμέρισμα μου έλα
έχω μια κασέτα τρέλα
- Καλέ κύριε εργένη
με αξύριστο το γένι
μπα Θεέ μου σε καλό σου
μαύρο είναι το λουτρό σου
- Η αιτία η κασέτα
την αγάπησα τη Λέτα
με του έρωτα τα βέλη
την παντρεύτηκα εν τέλει
- Πήγα στο μπακάλη πήρα
δυο αυγά και μία μπύρα
λίγο Καρολίνα ρύζι
πάω σπίτι και με βρίζει
- Με το όχι με το ναι της
άλλον βρήκα στο καρνέ της
με γιατί και με διότι
έναν έφεδρο στρατιώτη
- Σου τ’ ορκίζομαι στο φως μου
είναι πρώτος ξάδερφός μου
ρίχνει στο ποτήρι πίνει
με κοιτάει και με φτύνει
- Με ηλίθιο το βλέμμα
είπε άλλο ένα ψέμα
και της δίνω ένα χαστούκι
γίναμε κι δύο Τούρκοι
- Άλλο ένα χαστούκι δο μου
αν με αγαπάς μωρό μου
είχα από το σαράντα
να γνωρίσω τέτοιον άντρα
- Απ’ την βιοπάλη πάω
θέλει να τήνε βαράω
και πληρώνω κάποιο φίλο
τήνε κάνει μπλε στο ξύλο
Στη φωτογραφία είναι ο Γιάννης Λογοθέτης με τον Δημήτρη Πουλικάκο.