Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΔΩΡΟ



STÉPHANE MALLARMÉ


ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΔΩΡΟ

Σου φέρνω το παιδί, από Ιδουμαίας μια νυχτιά βγαλμένο,
και μαύρο, στο φτερό να αιμορραγεί, χλομό και μαδημένο,
και μέσ’ απ’ το γυαλί που καίει με καρυκευτό χρυσάφι,
απ’ του τζαμιού, αχ, τα φύλλα, που ’ναι ακόμα θαμπωμένα, γράφει
πορεία η αυγή και πέφτει σε λυχνάρι αγγελικό, φως νήπιο.
Οι φοινικιές! Αλλά, καθώς το φως φανέρωσε το ερείπιο
αυτό σ’ εκείνον τον πατέρα, που σαν τον εχθρό γελούσε,
η μοναξιά, άγονη, κυανή, το καθετί ταρακουνούσε.
Ω παραμάνα εσύ (και η κόρη σου, και η αθωότητά σου,
με τα ψυχρά σας πόδια), δέξου εδώ τη γέννα αυτή ως δικιά σου:
κι ενώ η φωνή σου τσέμπαλο και βιόλα ανακαλεί, θυμίζει,
το στήθος σου ένα μαραμένο δάχτυλό σου θα ζουλίζει,
απ’  όπου μια σιβυλλική γυναίκα, ένα ον λευκοντυμένο,
να πιούν θ’ αφήνει τάχα χείλη από ’να στόμα μπλε, παρθένο;



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου