Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΟΥ ΤΟΠΟΣ (Ι)



ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΟΥ ΤΟΠΟΣ (Ι)

Στους χαλεπούς καιρούς μας και στην πατρίδα της φαιδράς πορτοκαλέας ακούστηκε και αυτό: «Η μετάφραση του ΧΥΖ δεν ήταν αντικειμενική». Εδώ κανονικά στη θέση της τελείας το σημείο στίξεως θα έπρεπε να είναι θαυμαστικό, ακολουθούμενο μάλιστα από τις τρεις στιγμές των αποσιωπητικών. Προτιμήσαμε να κρατήσουμε την τελεία, για να μη νομισθεί ότι ρέπουμε στο να δημιουργούμε εντυπώσεις. Σε κάποιο έντυπο ψέγεται –για όποιον δεν κατάλαβε– κριτικώς ο ΧΥΖ, επειδή το μετάφρασμα που εκπόνησε δεν ήταν (λέει) «αντικειμενικό». Προσπαθώντας να καταλάβω τι εννοούσε ο κριτικός νους με τον επίμομφο λόγο, όταν έγραφε «αντικειμενικός», πέρασε αρκετή ώρα. Ενδεχομένως να φταίω μόνο εγώ γι’ αυτό, αλλά αναρωτιέμαι ευλόγως πώς είναι δυνατόν να συνδυάζεται η «αντικειμενικότητα» με την παραγωγή λόγου, ιδίως μάλιστα όταν η εν λόγω παραγωγή (επίτηδες αμφίσημο αυτό!) αφορά translation / traduction / Übersetzung, παναπεί όχι απλώς μετάφραση, αλλά κυριολεκτικώς μεταφορά / μεταγωγή / μετάθεση ενός ορισμένου κειμένου από έναν γλωσσικό κώδικα σε έναν άλλο; Είναι δυνατόν να γίνει αυτή η «μετάφραση» ερήμην του μεταφράζοντος υποκειμένου;… ή με a priori δεδομένες και αμετάβλητες συνθήκες που ισχύουν εν παντί;

Ομολογώ ότι και τώρα ακόμα που γράφω τις αράδες αυτές, προσπαθώντας να καταλάβω βήμα-βήμα ποιος ακριβώς είναι ο raison του discours και τι ακριβώς θέλει να πει ο κρίνων, δυσκολεύομαι πολύ – και δυσκολεύομαι, επειδή είναι ανόητο (τουτέστιν: μη νοητό) το ρήμα τούτο. Εξ ορισμού των πραγμάτων η μετάφραση είναι μόνο υποκειμενική, αν επιτελείται από ανθρώπειο υποκείμενο. Ως αντικειμενική δύναται να θεωρηθεί, εάν και μόνο εάν ανατεθεί σε μεταφραστήρα, παναπεί σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αλλά και εκεί ακόμα η εκ πρώτης όψεως αντικειμενικότητα τρέπεται αμέσως σε υποκειμενικότητα, αν υπολογίσουμε ότι το αποτέλεσμα εξαρτάται αποκλειστικά από την ισχύ της τροφοδοσίας του μεταφράζοντος μηχανήματος με γλωσσικό / λεξικό υλικό: άλλο αποτέλεσμα παράγεται, αν το feed back  του υπολογιστήρα είναι εκατό λέξεις, άλλο αν είναι χίλιες και άλλο αν είναι είκοσι χιλιάδες. Το όλον εξαρτάται από την «υποκειμενική» αντίδραση του μηχανήματος κατά την αντιμετώπιση του προς μετάφραση υποκειμένου. (Ό,τι κουκιά τρώει, τέτοια και τόσα κουκιά μαρτυράει.)

Ο άνθρωπος (ευτυχώς) δεν είναι υπολογιστήρας. Ομιλεί και δημιουργεί και αφ’ εαυτού και προσδεχόμενος γλωσσικό υλικό από πάσης φύσεως πηγές. Ο άνθρωπος δημιουργεί γλωσσικό σύμπαν από τις γνωσικές του ικανότητες και προσκτήσεις. Αυτό αφορά όλους τους ανθρώπους, όλα τα ομιλούντα υποκείμενα. Μια ματιά στον Σωσύρ (για να μείνουμε μόνο στον κλασικό αρμόδιο επ’ αυτών των θεμάτων) αρκεί για να ενημερωθεί οποιοσδήποτε ορέγεται να μάθει. Η γλώσσα «εχθρεύεται» την αντικειμενικότητα ή, εν πάση περιπτώσει, την απωθεί, και τούτο διότι η γλώσσα δεν είναι με κανέναν τρόπο αποτέλεσμα μαθηματικών πράξεων. Φέρ’ ειπείν, στο δεκαδικό σύστημα 7 φορές το 8 κάνει 56, οπουδήποτε, οποτεδήποτε και από οποιονδήποτε και αν εκτελεσθεί η σχετική αριθμητική πράξη. Εκεί τα πάντα είναι «αντικειμενικά» και δεν χωράει ούτε «δυνατότητα επιλογής» ούτε «προσωπική γνώμη». Εκεί κυριαρχεί η αυστηρότητα του άτρεπτου κανόνα, η μονοσημία του ενός και αληθούς αποτελέσματος, η επανάληψη του ταυτού.

Στη γλώσσα και στη μετάφραση είναι αδύνατον να ισχύει τίποτε από τα τελευταία. Ακόμα και οι γραμματικοσυντακτικοί κανόνες επιδέχονται εξαιρέσεις – για να μείνουμε μόνο σε αυτούς. Οι δε εξαιρέσεις διαπιστώνεται ότι προέρχονται από κατ’ αρχήν διαφορότροπες χρήσεις του λόγου εκ μέρους των επί μέρους ομιλούντων υποκειμένων, που φτάνουν το πολύ-πολύ στο να κανονικοποιούνται καθ’ ομάδες. Για να μη μιλήσουμε καθόλου για στερεότυπα ή για τύπους από διαλέκτου, για αυθεντικές διαλέκτους, για προφορές… Στη μετάφραση, που είναι (σχηματικά μιλώντας) γλώσσα επί δύο, τα πράγματα είναι μόνο υποκειμενικά, ο δε καθέκαστον μεταφραστής είναι το απολύτως χωριστό και ευθέως διακριτό μεταφράζον υποκείμενο που δρα ως ερμηνευτής.

Μια από τις πιο διαδεδομένες (αλλά και αναποδράστως ορθές) κοινοτοπίες γύρω από τη μετάφραση είναι τούτη: η μετάφραση είναι ερμηνεία, και ο μεταφραστής είναι σαν τον ερμηνευτή ενός μουσικού έργου. Όποιος, όμως, αποδέχεται αυτή την κοινότοπη αλήθεια, πρέπει να την αποδέχεται πρωτίστως ως προς την ουσία της: δεν νοείται ερμηνεία έξω από την υποκειμενική σφαίρα του ερμηνευτή. Κανείς μα κανείς μουσικός δεν εκτελεί τίποτα μουσικό «αντικειμενικά». Περί αυτού, όμως, περισσότερα στο επόμενο σημείωμά μας.


Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Φρέαρ», τ. 25, Μάρτιος 2019.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου