Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

 


RAFAEL ALBERTI

 

ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

 

Δια μέσου των αιώνων

μέσ’ απ’ το τίποτα του κόσμου

άγρυπνος εγώ να σε γυρεύω.

 

Πίσω μου, αναίσθητος,

χωρίς να μ’ ακουμπάει στον ώμο

ο νεκρός μου ο άγγελος αγρυπνάει.

 

Ο Παράδεισος κατά πού πέφτει,

πες, ίσκιε εσύ, που έχεις πάει;

Η ερώτηση αναπάντητη μένει.

 

Πόλεις δίχως απαντήσεις,

ποταμοί χωρίς μιλιά, ακρώρειες

χωρίς αντίλαλο, θάλασσες άλαλες.

 

Ουδείς γνωρίζει.  Άντρες

ακίνητοι, όρθιοι, στην όχθη

την ακύμαντη των τάφων,

 

με αγνοούν. Πουλιά Θλιμμένα,

άσματα απολιθωμένα,

με τις εκστατικές τους πορείες,

 

πουλιά τυφλά. Και τίποτα δεν ξέρουν.

Χωρίς ήλιο, άνεμοι αρχαίοι,

Αδρανείς, κι έχουν να κάνουν

 

Λεύγες κι άλλες λεύγες: όρθιοι,

απανθρακωμένοι, πέφτουν

ανάσκελα, μιλάνε λίγο.

 

Διαλυμένοι, δίχως μορφή και σχήμα,

η κρυμμένη μέσα τους αλήθεια,

οι ουρανοί μακριά μου φεύγουν.

 

Και τώρα πια στης Γης την άκρη,

επάνω στην υστάτη κόψη,

με τις ματιές να μού γλιστράνε

 

και με νεκρή εντός μου ελπίδα,

αυτή την πράσινη αψίδα,

στις ζοφερές αβύσσους ψάχνω μέσα.

 

Τί ρήγμα όλο με ίσκιους!

Του κόσμου χαλασμός σωστός!

Και τί των αιώνων σύγχυση, κομφούζιο!

 

Πίσω, πίσω! Τρόμος, ναι, τί τρόμος

μες στα βουβά, τ’ αμίλητα σκοτάδια!

Πόσο χαμένη η ψυχή μου πόσο!

 

Ξύπνα, νεκρέ άγγελέ μου, ξύπνα.

Πού είσαι; Φώτισέ μου

τον γυρισμό μου με τις αχτίδες σου.

 

Σιγή. Και άλλη σιγή.

Ακίνητοι οι σφυγμοί

της απέραντης νύχτας.

 

Παράδεισε απολεσθέντα, ω!,

που εχάθηκες, εγώ να σε γυρεύω

τώρα, χωρίς καν φως, εσαεί, για πάντα.

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.


 

 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου