Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Ο ΚΑΛΟΣΓΟΥΡΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΖΕΙ ΣΟΛΩΜΟ


ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ


Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΑΓΝΑΔΙ


Όνειρο ζωντανής ζωής στο μυστικό του αιθέρα
μού ’δειξε ατάραχη Μορφή, π’ αν κ’ εφορούσε σκέπη,
έλαμπε σ’ όλα θεϊκά, και στην κορμοστασιά της.
«Α, πες μου, πες μου, αληθινού κόσμου τρισάγιε ξένε,
αν η καλή μου εσώθηκε, κι ας είν’ στην κεφαλή σου
το πρώτο απ’ της Παράδεισος τα ολόλαμπρα στεφάνια,
και το φιλί μου, το φιλί στα θεϊκά σου πόδια!
Χαρά να σκέπαζε ουρανού τα πέλαγα με ρόδα,
τρανώτερος πλουσιώτερος καν μικρός λόγος είναι
του απάνου κόσμου, που περνά στην ακοή του ανθρώπου.
Πες μου αν εσώθη, κι άκουσα πλασμένα στόματ’ άγια
στα μάτια τ’ άπλαστα να λεν ακάθαρτο το χιόνι.
Απ’ τη στιγμή που ’κρυψε η γη την όψη της του κόσμου,
που με χαρά το χνάρι της θωρούσε και μ’ αγάπη
και της ανθρώπινης λαλιάς τού εσκόρπα ωραίο τ’ άνθι,
τον έπαινο, σκληρή γι’ αυτό μ’ επαίδευε υποψία.
Κάθε τι στέρεο της ζωής σάλευε τότ’ εμπρός μου,
όπως τη νύχτα σε ναό, σαν έτοιμο να σβήση
σειέται το φως το ακοίμητο, τρεμουλιαστές σαλεύουν
εικόνες και ταφόπετρες, κι όλα τα πάντα γύρω
έτοιμα φαίνονται θαρρείς ν’ αφανισθούν εμπρός σου.
Αλλά η θεά, που τώρα εμπρός μου εστήθη, θα ημπορέση
ή Κόλαση ή Παράδεισο στα στήθη μου να στήση,
τι αυτή ’ταν στην ψυχή μου κ’ είν’ σα στο κορμί η ψυχή μου.
Γνωρίσαν την αγνότητα του πόθου μας οι μέρες,
μέρες γεμάτες ήλιο, νύχτες μακριές αγάπης.
Κανείς ποτέ δεν το ’μαθε, κανείς δε θα το μάθη.
Πηγή ’ταν που ’τρεξε κρυφά δίχως κανέναν ήχο.
Έργα και λόγια, στοχασμοί τρισεύγενοι και ωραίοι,
μελωδικός ήταν ηχός με της Μορφής συνόμοιος
και μες το πλούτος ξάστερο ξαγνάντευες το βάθος,
όπως μες τα βαθιά νερά του καθαρού πελάγου
την πέτρ’ ακίνητη θωρείς με χλωρασιά ντυμένη.
Ανάβρυζ’ απ’ αυτήν ζωή κ’ εκύκλωνέ με, μ’ όση
δύναμη ζώνει τώρ’ αυτήν το χέρι του Θανάτου.
Εχτύπα μέσα μ’ ο ουρανός μ’ όσες φωνές κι αν είχε,
αλλ’ ως το γκίσμα της ναός η γη του τάφου εγίνη,
ο θάνατος, ο θάνατος, καθημερνός του ανθρώπου,
θαύμα στον κόσμο εφάνηκεν απίστευτο και νέο.
Θλιμμέν’ αχνίσαν για καιρούς των γυναικών τα κάλλη,
κ’ έκλαψ’ ο άντρας κι αχαμνός σαν τη γυναίκα εφάνη.
Ίσως τ’ άγνωστα κόκκαλα τριγύρω της θ’ αγιάσουν,
ίσως σκουλήκια δε θα βγουν, κι αυτή ’σως δε θα λειώση,
ίσως και μες στον τάφο της όμορφη θα ’ναι πάντα,
ίσως και αύριο (αλλαλογώ;) θα να ’βγη αναστημένη.
Αλλά γιατί τέτοια λαλώ; Γιατί κι αν έξαφν’ όλα
στα πόδια μου κατέβαιναν της γης τα μεγαλεία,
την ευτυχιά στα μάτια της μονάχα θα ζητούσα».
Ξάφνου η Μορφή ξεσκέπασε το πρόσωπο κ’ εφάνη
η ποθητή γελούμενη και πολυδοξασμένη.



Μετάφραση: Γεώργιος Καλοσγούρος.

ΡΙΛΚΕ!



RAINER MARIA RILKE (1875-1926)


DER SCHWAN


Diese Mühsal, durch noch Ungetanes
schwer und wie gebunden hinzugehn,
gleicht dem ungeschaffnen Gang des Schwanes.

Und das Streben, dieses Nichtmehrfassen
jenes Grunds, auf dem wir täglich stehn,
seinem ängstlichen Sich-Niederlassen -:

in die Wasser, die ihn sanft empfangen
und die sich, wie glücklich und vergangen,
unter ihm zurückziehn, Flut um Flut;
während er unendlich still und sicher
immer mündiger und königlicher
und gelassener zu ziehn geruht.



Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Alessandra Ambrosio.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΑ ΔΟΛΟΡΕΣ ΠΡΑΔΕΡΑ



ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η MARIA DOLORES PRADERA


LIMEÑA


Limeña que tienes alma de tradición,
Repican las castañuelas de tu tacón
pasito a paso vas caminando, por la vereda
que va entonando, como si fuera un bordón
compases de Marínera con tu tacón,
Boquita de caramelo cutiz de seda
Magnolia que se ha escapado de la alameda
En tu sonrisa hay un pañuelo que enamorado llega hasta el cielo
Perfumado de Jazmin, para bailar Marínera con San Martín.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ


ΓΙΑ ΜΑΣ ΚΕΛΑΗΔΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ


Τριγύρω μας όλα γελούνε
αγάπη μου μαγευτικά
για έρωτα μόνο μιλούνε
και παίζουν ερωτικά

Σκορπούν ευωδιές τα λουλούδια
μεθά πιο πολύ η καρδιά
γλυκά κελαηδούνε τραγούδια
πουλάκια μες στα κλαδιά

Για μας κελαηδούν τα πουλιά
χαρούμενα μες στη φωλιά
μαζί μας κι αυτά μεθυσμένα
γλυκά τραγουδούν μαγεμένα
κρυμμένα στην αμυγδαλιά
για μας κελαηδούν τα πουλιά



Στίχοι: Νίκος Φατσέας.
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ.

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Η ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ


ΘΑ 'ΘΕΛΑ ΝΑ ΗΣΟΥΝ


Θα 'θελα να ήσουν σαν εικόνα άγια
σαν γλυκιά ανταύγεια να σε προσκυνώ
να μη σ' έχει αγγίξει χέρι άλλο ξένο
και να σε πηγαίνω ως τον ουρανό

Αγάπη μου, αγάπη μου
εγώ μονάχα σ' αγαπώ
αγάπη μου, αγάπη μου
πολύτιμη σαν φυλαχτό

Θα 'θελα να ήσουν άπιαστο λουλούδι
να 'σουνα τραγούδι που δεν το 'χουν πει
πρώτη να διαλέξω να σε τραγουδήσω
και να σε στολίσω με το καθετί

Αγάπη μου, αγάπη μου
εγώ μονάχα σ' αγαπώ
αγάπη μου, αγάπη μου
πολύτιμη σαν φυλαχτό



Στίχοι: Νίκος Βρεττός.
Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος.

ΧΑΛΑΣ!



FRANTIŠEK HALAS


PŘED USNUSTÍM I


Ty nevíš táto to ti bylo k smíchu
já viděl kosa na trávníku
zavazovat si tkaničku
U botky se mu rozvázala
tahal ji tahal až se přetrhala
a víš že ji ten hlupák sněd

Kdepak si koupí novou teď

Žížala: Co ty víš
Počkej však ráno uvidíš



PŘED USNUSTÍM II

Kam jen ty hodiny v lese pověsili
To je tam myslím Karkulka dala
Nevěříš Když jsme tam s mámou byli
mockrát v nich kukačka zakukala

Čím se ten ušák čím se polekal
Jen na bobek si chudák sotva sed
pár bobků udělal a tak se hnal
že pod ocáskem mu zbyl papírek



PŘED USNUSTÍM III

Umíš hrom Čímpak vítr hvízdá
Kdy budou zralá hnízda
Kam vrána na noc děti dává
To na nebi lulají když poprchává

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009

Η ΑΜΙΛΗΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ


ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ


ΤΟ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΑΝΩΝΥΜΟ


Τα πράγματα –είπε– γνωρίζονται βαθύτερα απ’ τη στάση τους
παρά απ’ τ’ όνομά τους· έτσι μπορούν να διατηρήσουν
ταυτόχρονα τη σημασία τους και την ύλη τους, μέσα
στον ορισμένο χρόνο τους κι έξω απ’ το χώρο,
μέσα στον πάγιο φωτισμό τους και στην ώρα τους, όπως
ετούτο το τραπέζι π.χ. όπου η αμίλητη γυναίκα
ακούμπησε μαλακά τους αγκώνες της κρύβοντας
το πρόσωπό της στα χέρια της, χωρίς δαχτυλίδια,
για να περάσει ωραία, ανώνυμη μέσα στο ποίημα.




Από την ποιητική συλλογή «Πριν και μετά».
Από το βιβλίο: Γιάννης Ρίτσος, «Ποιήματα», τ. ΙΓ΄, Κέδρος, Αθήνα 1999, σελ. 113.

Ο πίνακας με τίτλο «Woman at Makeup Table» είναι έργο του Leo Gestel.

ΜΑΡΙΑ ΔΟΛΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΤΑΟΥΑΛΠΑ





Η MARÍA DOLORES PRADERA ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ATAHUALPA YUPANQUI ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ Ο ΙΔΙΟΣ Ο YUPANQUI


LUNA TUCUMANA


Yo no le canto a la luna porque alumbra y nada mas,
le canto porque ella sabe
de mi largo caminar.

Ay lunita tucumana
tamborcito calchaquí,
compañera de los gauchos
en las noches de Tafí.

Perdida en las cerrazones
quien sabe vidita
por donde andaré
mas, cuando salga la luna,
cantaré, cantaré.
A mi Tucumán querido
cantaré, cantaré, cantaré.

Con esperanza o con pena
en los campos de Acheral
yo he visto la luna llena
besando el cañaveral.
Si en algo nos parecemos
es en triste soledad
yo no le canto'i cantando
que es mi modo de alumbrar.

ΧΟΣΕ ΕΜΙΛΙΟ ΠΑΤΣΕΚΟ!



JOSÉ EMILIO PACHECO (1939)


LA DIOSA BLANCA


Porque sabe cuánto la quiero y cómo hablo de ella en
su ausencia,
la nieve vino a despedirme.
Pintó de Brueghel los árboles.
Hizo dibujo de Hosukai el campo sombrío.

Imposible dar gusto a todos.
La nieve que para mí es la diosa, la novia,
Astarté, Diana, la eterna muchacha,
para otros es la enemiga, la bruja, la condenable a la hoguera.
Estorba sus labores y sus ganancias.
La odian por verla tanto y haber crecido con ella.
La relacionan con el sudario y la muerte.

A mis ojos en cambio es la joven vida, la Diosa Blanca
que abre los brazos y nos envuelve por un segundo y se marcha.
Le digo adiós, hasta luego, espero volver a verte algún día.
Adiós, espuma del aire, isla que dura un instante.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε ο φίλος του ιστολογίου κ. Sergio Kun Agüero.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΡΚΟΣ




ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ


ΣΤΟ ΦΑΛΗΡΟ ΠΟΥ ΠΛΕΝΕΣΑΙ


Στο Φάληρο που πλένεσαι
περιστεράκι γένεσαι

Σε είδα χθες με το μαγιό
γεια σου τσαχπίνα μου Μαριώ

Στης θάλασσας την αμμουδιά
με άλλον ήσουν αγκαλιά

Κι εμένα ούτε μια ματιά
δε μού ’ριξες σκληρή καρδιά

ΣΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ


ΓΙΑΝΝΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ


ΒΟΤΣΑΛΑ


Ούτε βλασταίνουνε, ούτε μαραίνονται· σπόροι της πέτρας.
Είναι στεγνά, είναι φτωχά, είναι ασήμαντα. Μα νά
τ’ άγγιξαν τ’ ανθισμένα δάχτυλα της θάλασσας
και λάμπουν.


Από τη συλλογή: Ναός του Κόσμου, 1996.

Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

ΜΕ ΤΑ ΠΟΛΥΧΡΩΜΑ ΠΟΥΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΜΟΥΝΙΑ


ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ


ΥΨΙΠΕΔΟΝ ΤΗΣ ΔΙΕΛΕΥΣΕΩΣ


       Στον René Laforgue

Πουλιά στον αέρα
Και τρωκτικά στις τζέπες του καιρού
Κάθε καρδιά κτυπά στα στήθη
Καθώς σφυρί που τραγουδά
Περιστροφές αιλούρων κ’ ερωτευμένων γυναικών
Στην χλόη και στις όχθες
Των ποταμών με τα σταχτιά βαπόρια.

Όλα στη γη θέλουν αγάπη και στοργή
Τα πάντα μοιάζουν στην βαθύτερη πηγή τους
Τα κύτταρά μας τα επισκέπτονται οι μέλισσες
Τα ονείρατά μας κατοικούν μέσ’ στις ψυχές μας
Και λούονται μέσ’ στα ποτάμια
Με πληθυσμούς και με αγέλες.

Όλα στη γη θέλουν αγάπη και στοργή
Είμαστε κλώνοι με πεφτάστερα μπλεγμένα μέσ’ στα φύλλα
Της λεωφόρου που μας έρχεται και κατευθύνει
Τα γάργαρα συμπλέγματα
Των πανηγύρεων
Σε κάθε στροφή του δρόμου μέσ’ στο δάσος
Με τα πολύχρωμα πουλιά και τα μαμούνια
Που φτερουγίζουν μέσ’ στα γέλια των παιδιών
Με τα τζιτζίκια που αγάλλονται στη ζέστη
Και προκαλούνε στύσεις στους πατέρες.


Από την ποιητική συλλογή «Ενδοχώρα», 1945.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΒΙΚΥ ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Η ΒΙΚΥ ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ


Η ΚΟΡΔΕΛΛΑ


Τό 'να σπίτι ακουμπισμένο πλάι στ' άλλο
δυό παιδάκια με παράπονο μεγάλο
μια κορδέλλα μοναχή στο μανταλάκι
και στον ουρανό κλαίει το φεγγαράκι

Κλαίει για τον αυγερινό
ετών εικοσιένα
που χάθηκε στον ουρανό
έτος σαρανταένα

Οι εργάτες ξεκινήσανε και πάνε
και τα χρόνια Παναγιά μου πώς περνάνε
κι η κορδέλα μοναχή στο μανταλάκι
και στον ουρανό κλαίει το φεγγαράκι



Στίχοι: Γιάννης Λογοθέτης.
Μουσική: Δήμος Μούτσης.

ΑΡΑΓΚΟΝ!



LOUIS ARAGON


POUR DEMAIN


Vous que le printemps opéra
Miracles ponctuez ma stance
Mon esprit épris du départ
Dans un rayon soudain se perd
Perpétué par la cadence

La Seine au soleil d'Avril danse
Comme Cécile au premier bal
Ou plutôt roule des pépites
Vers les ponts de pierre ou les cribles
Charme sûr La ville est le val

Les quais gais comme un carnaval
Vont au devant de la lumière
Elle visite les palais
Surgis selon ses jeux ou lois
Moi je l'honore à ma manière

La seule école buissonnière
Et mon Silène m'enseigna
Cette ivresse couleur de lèvres
Et les roses du jour aux vitres
Comme des filles d'Opéra.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Zuzana Gregorova.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΦΑΜΠΡΙΤΣΙΟ ΝΤΕ ΑΝΤΡΕ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο FABRIZIO DE ANDRÈ


VIA DEL CAMPO


Via del Campo c’è una graziosa
gli occhi grandi color di foglia
tutta notte sta sulla soglia
vende a tutti la stessa rosa.

Via del Campo c’è una bambina
con le labbra color rugiada
gli occhi grigi come la strada
nascon fiori dove cammina.

Via del Campo c’è una puttana
gli occhi grandi color di foglia
se di amarla ti vien la voglia
basta prenderla per la mano
e ti sembra di andar lontano
lei ti guarda con un sorriso
non credevi che il paradiso
fosse solo lì al primo piano.

Via del Campo ci va un illuso
a pregarla di maritare
a vederla salir le scale
fino a quando il balcone è chiuso.
Ama e ridi se amor risponde
pingi forte se non ti sente
dai diamanti non nasce niente
dal letame nascono i fior...
dai diamanti non nasce niente
dal letame nascono i fior...

ΤΑ ΔΑΙΔΑΛΩΔΗ ΦΥΛΛΩΜΑΤΑ


ΤΑΚΗΣ Κ. ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ


ΜΥΘΟΣ


Ρίγη δροσιάς διαδράμανε, τί λέω, εν μέρει ψύχους
την Λεύκα της νυκτός• μεταδοθήκαν
σε βάθη της ψυχής μας τα ίδια θροΐσματα•
συμμελωδήσαμε Ώρες της συλλογής,
ξεφεύγοντας του ύπνου της αρνήσεως. Θάμπη Σελήνης
πλήρους, μεσουράνιας, φωτίσαν Λεύκα της νυκτός. Η φωτεινή
Συγγνώμη, πουλάκι νέο του κελαηδήματος,
προσπέταξε, ήρθε και κατώκησε τα δαιδαλώδη
φυλλώματα του Ανθρώπου. Το λοιπόν, ω Νύχτα,
Νύχτα γαληνότατη• ω μεταξύ των άλλων θαυμασία
Νύχτα, που προσδοκώσουν, και δεν έφθανες, και ιδού σε,
διάρκεσε τώρα μήκη των ωρών• μην ανακόπτεις
την Ισορρόπηση που επλάσθη των Στοιχείων,
και άνευ αυτής το Χάος.

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009

ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΗΣ ΔΩΡΑ


FRANCESCO PETRARCA


[ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΙ’ ΟΜΟΡΦΗ ΟΨΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΚΑΘΑΡΙΟ ΒΛΕΜΜΑ]


Από την πι’ όμορφη όψη και το πιο καθάριο βλέμμα
που εξάστραψε ποτέ· κι από την πιο ωραία κόμη
που και ο χρυσός μα και ο ήλιος τη ζήλεψαν ακόμη·
από τον λόγο τον καλό κι απ’ των χειλιών το γνέμμα·

μα και από χέρια, που χωρίς να κινηθούν, το ψέμα
των ρέμπελων του Έρωτα ενικήσαν και τη ρώμη·
μα κι από πόδια τρυφερά που τα ποθούν οι δρόμοι·
κι από κορμί, που επλάστηκε σε παραδείσιο ρέμα,

ο νους μου εγίνη νους. Των Ουρανών ο Άρχων τώρα
θα χαίρεται (μαζί και οι ταχυδρόμοι οι φτερωτοί του)
που εγώ έχω μείνει εδώ τυφλός, ολόγυμνος, σακάτης.

Στα βάσανά μου ελπίζω μόνο στα δικά Της δώρα:
Αυτή, που ακούει τις φωνές μου σα χρησμούς προφήτου,
τη χάρη θα μου κάνει να με κράξει πια σιμά Της.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΡΕΝΑΤΟ ΚΑΡΟΖΟΝΕ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο RENATO CAROSONE


GUAGLIONE


Staje sempe cca, 'mpuntato cca,
'mmiez'a 'sta via,
nun mange cchiù nun duorme cchiù
che pecundria!
Gué picceri' che vène a di
'sta gelusia?
Tu vuó' suffri,
tu vuó' muri,
chi t''o ffa fa...

Curre 'mbraccio addu mamma,
nun fa 'o scemo picceri'...
dille tutt''a verita
ca mamma te pò capi...

E passe e spasse sott'a stu barcone,
ma tu si' guaglione...
Tu nun canusce 'e ffemmene,
si' ancora accussi giovane!
Tu si' guaglione!...
Che t'he miso 'ncapa?
va' a ghiuca 'o pallone...
Che vònno di sti llacreme?...
Vatté', nun mme fa ridere!

Curre 'mbraccio addu mamma,
nun fa 'o scemo picceri'...
Dille tutta 'a verita
ca mamma te pò capi...!

E passe e spasse sott'a stu barcone,
ma tu si' guaglione...
Tu nun canusce 'e ffemmene,
si' ancora accussi giovane!
Tu si' guaglione!...
Che t'he miso 'ncapa?
va' a ghiuca 'o pallone...
Che vònno di sti llacreme?...
Vatté', nun mme fa ridere!

Curre 'mbraccio addu mamma,
nun fa 'o scemo picceri'...
Dille tutta 'a verita
ca mamma te pò capi...!

ΡΟΜΠΕΡ ΝΤΕΝΟΣ!


ROBERT DESNOS


C'ÉTAIT UN BON COPAIN


Il avait le coeur sur la main
Et la cervelle dans la lune
C'était un bon copain
Il avait l'estomac dans les talons
Et les yeux dans nos yeux
C'était un triste copain
Il avait la tête à l'envers
Et le feu là où vous pensez
Mais non quoi il avait le feu au derrière
C'était un drôle de copain
Quand il prenait ses jambes à son cou
Il mettait son nez partout
C'était un charmant copain
Il avait une dent contre Étienne
A la tienne Étienne à la tienne mon vieux
C'était un amour de copain
Il n'avait pas sa langue dans la poche
Ni la main dans la poche du voisin
Il ne pleurait jamais dans mon gilet
C'était un copain
C'était un bon copain.

ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΛΑ ΒΑΡΥ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΝΤΟΥΝΙΑΣ


ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΤΟΥ ΠΟΛΛΑ ΒΑΡΥ


Του άντρα του πολλά βαρύ
μην του μιλάτε πρωί
μην του μιλάτε πρωί
του άντρα του πολλά βαρύ.

Ο λόγος του συμβόλαιο
στη πιάτσα έχει βέτο
το ούζο πίνει ανέρωτο
και τον καφέ του σκέτο.

Του άντρα του πολλά βαρύ
μην του μιλάτε πρωί
μην του μιλάτε πρωί
του άντρα του πολλά βαρύ.

Ψηλά φτάνει το χέρι του
μα χαμηλά κοιτάζει
μ' αγάπη ξέρει να μιλά
μ' αγάπη ν' αγκαλιάζει.

Του άντρα του πολλά βαρύ
μην του μιλάτε πρωί
μην του μιλάτε πρωί
του άντρα του πολλά βαρύ.


Στίχοι: Ερρίκος Θαλασσινός.
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος.

ΕΟΥΧΕΝΙΟ ΜΟΝΤΕΧΟ!



EUGENIO MONTEJO (1938-2008)


PÁJAROS


Oigo los pájaros afuera,
otros, no los de ayer que ya perdimos,
los nuevos silbos inocentes.
Y no sé si son pájaros,
si alguien que ya no soy los sigue oyendo
a media vida bajo el sol de la tierra.
Quizás es el deseo de retener su voz salvaje
en la mitad de la estación
antes que de los árboles se alejen.

Alguien que he sido o soy, no sé,
oye o recuerda,
si hay algo real dentro de mí son ellos,
más que yo mismo, más que el sol afuera,
si es musical la fuerza que hace girar el mundo,
no ha habido nunca sino pájaros,
el canto de los pájaros
que nos trae y nos lleva.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η παλιά φίλη του ιστολογίου κ. Almudena Fernadez.

Κυριακή 23 Αυγούστου 2009

ΟΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟΙ ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ



ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ, ΑΡΑΓΕ, ΝΑ ΤΟ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΟΛΟΙ ΟΣΟΙ ΤΟ ΠΡΟΚΑΛΕΣΑΝ;
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ;
ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΟΧΘΗΣΑΝ ΕΠΙ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΜΗ-ΚΡΑΤΟΣ.

Ο ΚΑΡΛΟ ΜΠΟΥΤΙ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΦΕΓΓΑΡΙ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο CARLO BUTI


LUNA ROSSA




VERDE LUNA

ΔΥΟ ΖΑΚΥΝΘΙΝΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ


CHARLES BAUDELAIRE


Η ΘΛΙΨΗ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ


Απόψε πιο τεμπέλικα νειρεύεται η σελήνη,
σαν την ωραία που ξάπλωσε σε μαξιλάρια πλήθη,
και μ’ ένα χέρι ανάλαφρο και μ’ αμεριμνοσύνη
χαϊδεύεται πριν κοιμηθεί τριγύρω από τα στήθη.

Στων απαλών χιονόσφαιρων την ατλαζένια πλάση
σ’ έκστασες παραδίνεται βαθιές, ξεψυχισμένη.
Και στα κατάσπρα οράματα περιπλανά το μάτι
που το καθένα ώς άνθισμα στον ουρανό ανεβαίνει.

Στην οκνηρή της αθυμιά, στη σφαίρα αυτή κι αν λάχει,
ν’ αφήσει κάποιο δάκρυ της κρυφό ν’ αργοκυλήσει,
ένας ποιητής ευλαβικός που έχει στον ύπνο αμάχη,

αυτό το δάκρυ το χλωμό στη φούχτα θα το κλείσει,
όπου ιριδοφεγγοβολά σαν οπαλιού κομματι,
και θα το κρύψει στην καρδιά μακριά αφ’ του ηλίου το μάτι.


*********************


ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ


Είσαι ουρανός χινόπωρου· φως, ρόδα κι ομορφιά!
Όμως η θλίψη μέσα μου σαν θάλασσ’ ανεβαίνει
και στα στυφά τα χείλη μου, καθώς τραβιέται, μένει
από το κατακάθι της μιά θύμηση πικρά.

Μάταια το χέρι σου γλιστρά στο στήθος μου που σβένει·
φίλη μου, αυτό που εκεί ζητά τό ’χουν ρημάξει πια
της γυναικός η αιμόχαρη νυχιά κι αγριοδοντιά.
Μη μου ζητάς καρδιά, θεριά την έχουν φαγωμένη.

Είναι απ’ τον όχλο αυτή η καρδιά παλάτι όλο ντροπή·
μεθύσι, τραβομάλλημα εκεί μέσα, σκοτωμοί!
Έν’ άρωμα ο γυμνός λαιμός τριγύρω σου αναδίνει!...

Ανήλεη ψυχομάστιγα, ω, συ Ομορφιά, το θες!
Μ’ αυτά τα μάτια όλο φωτιά, που λάμπουν σα γιορτές,
κάψε και τα ξεσκλίδι’ αυτά που απ’ τα θεριά έχουν μείνει!



Μετάφραση: Τίμων Ειρηναίος.
Δδημοσιεύθηκαν στο ζακυνθινό περιοδικό «Επτανησιακά Φύλλα», το πρώτο στο φ. 5 (Δεκέμβρης 1946), σελ. 73, και το δεύτερο στο φ. 14 (Φλεβάρης 1949), σελ. 215.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΗΤΣΙΑΣ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΗΤΣΙΑΣ


Ο ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ ΤΟΥ ΒΕΖΥΡΗ


Ο δραγουμάνος του Βεζύρη
πίνει μαστίχα, ρίχνει τα χαρτιά.
Το 'να του μάτι στο Μισσίρι
τ' άλλο του μάτι στην Αρβανιτιά.
Κι όταν βαράει παλαμάκια
δούλες, σερμπέτια, μέλια έρχονται σωρό
και του Αχμέτ-Αγά τα χανουμάκια
στην προσταγή του στήνουνε χορό.

Φάτε και πιείτε δραγουμάνοι
τώρα που όλα είναι για τα σας.
Έτσι ορίζει το φιρμάνι
κι ο πολυχρονεμένος σας Πασάς.
Κι όσο για μας σ' ένα καλύβι
γεια σου Τζαβέλα, γεια σου Γέρο του Μοριά
βράδυ-πρωί θα λιώνουμε μολύβι
για την τιμή και για τη λευτεριά.



Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος.
Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης.
Τραγούδι του 1973.

ΦΕΡΝΤΙΝΑΝΤ ΦΟΝ ΖΑΑΡ!




FERDINAND VON SAAR (1833-1906)


DAS SONETT


Ein Labyrinth mit holdverschlung'nen Gängen
Hat dem Gedanken still sich aufgeschlossen;
Er tritt hinein - und wird sogleich umflossen
Von Glanz und Duft und zauberischen Klängen.

Hier leuchten Blumen, die auf Wiesenhängen
Des Pflückers harren, sehnsuchtsvoll entsprossen,
Dort wollen Zweige, goldschwer übergossen,
Den Wandelnden auf schmalem Pfad bedrängen.

Der aber, wird so mancher Wunsch ihm rege,
Pflückt eine Frucht nur mit zufried'ner Miene-
Doch manche Blüthe, die er trifft am Wege.

Und nun - ob er gefangen auch erschiene
Schon in des Vierreims wechselndem Gehege-:
Geleitet ihn in's Freie die Terzine.



Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Ana Barros.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΚΑΡΛΟΣ ΓΑΡΔΕΛ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο CARLOS GARDEL


URUGUAY TERRA HERMANA


Uruguay, raza viril, suelo divino,
pueblo lleno de idealismo y corazón,
que lo mismo que los cóndores andinos
se levanta con su augusto pabellón.
Yo saludo reverente el heroísmo
de tus bravos e inmortales Treinta y Tres,
que en Rincón y Sarandí, llemos de altruismo,
demostraron por la patria su altivez.

Hermanos Orientales
jamás se extinguirán
los abrazos triunfales
que dos patrias se dan.
Y en el poema gayo,
que canta el porvenir,
el gran pueblo Uruguayo
por siempre ha de vivir.

En Florida donde, con magnificencia,
surge el símbolo a la hermosa libertad,
dulce loas cantará a la independencia
de esa raza siempre llena de lealtad.
Y en Mercedes, San José, Salto y Fray Bentos,
como en Minas, la Colonia y Paysandú,
glosaré las armonías de los vientos
en los ritmos de mi lírico laúd.

Benditas tus laderas,
tu cerro magistral,
tus fértiles canteras
de marmol y de cal.
Tus ágatas divinas,
más brillantes que el sol,
tus hermosas colinas
empapadas de amor.


Μουσική: Guillermo Barbieri.
Στίχοι: Eugenio Cárdenas.

ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ!


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ


ΓΥΜΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΑΜΟΣ


Γυμνή γυναίκα γάμος
Νησί
Νοήματα
Ναύτες που πέθαναν
Τραγούδια η τρικυμία
Τα πετούμενα
Τα φύκια
Κι η άσπρη συντροφιά
Από το χώρο.

Σάββατο 22 Αυγούστου 2009

Ο ΔΙΣΚΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ



ΙΒΑΝ ΜΠΟΥΝΙΝ / Иван Алексеевич БУНИН (1870-1953)


ΣΕΛΗΝΗ


Κυλά ο δίσκος της σελήνης
στα μαύρα σύννεφα που φεύγουνε γοργά
και φως χλωμό σκορπά τη νύχτ’ αργά
στη χώρα της σιγής και της γαλήνης.

Μα κοίταξε ψηλά τον ουρανό:
τα σύννεφα περνούν και η σελήνη μένει.
Δεν είν’ ο χρόνος που κυλά μες στο κενό,
η ψεύτικη η ζήση μας διαβαίνει!...



Μετάφραση: Ν. Λέφας.
Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «Νέα Εστία», έτος ΚΗ΄, τ. 56, τχ. 653, 15 Σεπτεμβρίου 1954, σελ. 1354.

Ο ΓΕΪΤΣ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ




Ο WILLIAM BUTLER YEATS ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΡΙΟ ΤΡΕΒΙ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο MARIO TREVI



'O VASCIO


'A gente ca mme vede 'e sentinella,
'nnanze a stu vascio da 'a matina â sera:
"Ma chisto - dice - ha perzo 'e ccerevelle?
Ma comme? s'è cecato 'e 'sta manera?"
E invece, i' voglio bene a na figliola,
ca sta 'int''o vascio...e nun è vasciajola!

No, stu vascio nun è vascio...
E' na reggia...E' 'a meglia reggia...
E sissignore, 'o pate è masterascio...
E sissignore, 'a mamma è 'mpagliasegge...
Ma hanno fatto chella figlia
ch'è na vera meraviglia,
ca pe' sbaglio è nata llá!

'A mamma dice: "No, signore mio!
A stá ô sicondo piano?...Nun sia maje!"
E 'o pate dice: "Quant'è certo Dio,
io 'nchian''e terra ce stó' buono assaje"
E intanto, a figlia, chella bella zita,
vò' stá cu lloro quanno se mmarita...

No, stu vascio nun è vascio...
E' na reggia...E' 'a meglia reggia...
E sissignore, 'o pate è masterascio...
E sissignore, 'a mamma è 'mpagliasegge...
Ma hanno fatto chella figlia
ch'è na vera meraviglia,
ca pe' sbaglio è nata llá!

E ajeressera mme só' appiccecato
cu 'e genitore mieje ch'hanno ragione...
Papá, ch'è pronipote 'e titolato,
dice: "E addó' va a ferní chistu blasone?"
Ma i' penzo ca pe' duje uocchie 'e brillante,
scenne 'a cavallo pure nu rignante!"

No, stu vascio nun è vascio...
E' na reggia...E' 'a meglia reggia...
E sissignore, 'o pate è masterascio...
E sissignore, 'a mamma è 'mpagliasegge...
Ma hanno fatto chella figlia
ch'è na vera meraviglia,
ca pe' sbaglio è nata llá!

ΤΖΑΡΑ!




TRISTAN TZARA


LES PORTES SE SONT OUVERTES


Les portes se sont ouvertes sans bruit ce sont des ailes
de lourdes landes aux bras tendus
les steppes de fer enjambent les canaux
parsemés d'ossements de caravanes perdues en route
les corps tendus des routes suspendues
brûlent dans le gosier des froides foules
dans le lit du fleuve gît une lumière fauve
et fend l'air à la proue de verre
mûrir les yeux dans la prison des mers
endormir dans les nombres
les galets parmi les rayons nourriciers
aucune douleur n'amorce les vagues de lèvres
l'ennui s'est échoué sur la plage de textiles sauvages
et les sabliers des corps de soleil
immobilisent l'heure et la charrue
fumée
ligne
amer
une nuée de fleuves impétueux emplit la bouche aride
ni l'homme ne rencontre l'homme
ni la barrière de pierre et les glaciers d'hommes
nus n'ont visité ces lieux ce sont des ailes
les portes se sont ouvertes sans bruit
personne ne tremblera - un cri tourmente la laine
l'existence même
et les mauvaises pistes de clairons
foreuses de tempêtes ce sont encore des ailes
sous les écailles des racines se vautre un soleil pour vautours millénaires
il sonne des éclairs dans la fatigue des eaux



Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Alina Vacariu.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΖΑ!



ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η MARIZA: ROSA BRANCA

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΓΕΪΤΣ


WILLIAM BUTLER YEATS (1865-1939)


ΤΩΝ ΣΠΟΥΡΓΙΤΙΩΝ Η ΑΜΑΧΗ ΨΗΛΑ ΣΤΗΝ ΥΔΡΟΡΡΟΗ

Των σπουργιτιών η αμάχη ψηλά στην υδρορρόη
Και το φεγγάρι ολόγιομο κι οι αστέρινοι ουρανοί
Κι ασώπαστο το θρόϊσμα στα φύλλα είχαν σκεπάσει
Της γης την κουρασμένη και την παλιά κραυγή.

Μα ώς ήρθες, μ’ αυτά τα άλικα τ’ απελπισμένα χείλη,
Ήρθαν μαζί σου όλα ξανά τα δάκρυα της γης,
Κι όλοι οι καημοί των καραβιών που μάχονται στη δίνη
Κι όλοι οι καημοί της αναρίθμητης ζωής.

Και τώρα τα μικρά πουλιά που μάχονται στη στέγη
Και το φεγγάρι το χλωμό, κι οι οπάλινοι ουρανοί
Και μες στα φύλλα ανήσυχο το θρόισμα, σπαράζουν
Στης γης την κουρασμένη και την παλιά κραυγή.


*************************


ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΔΕΙΛΙΝΟ


Ω κουρασμένη μου καρδιά, στον κουρασμένο αυτόν καιρό
Έβγα απ’ τα δίχτυα του καλού και του κακού πέρ’ από κεί,
Κι ύστερα, γέλασε, καρδιά, μέσα στο αχνό το δειλινό,
Κι ύστερα, στέναξε, καρδιά, στη δρόσο μέσα στην αυγή.

Όμως η γη η μητέρα σου πάντοτε αγέραστη είν’ εκεί
Και πάντα ολόλαμπρη η δροσιά κι ολόθαμπο το δειλινό,
Όσο κι η ελπίδα αν σ’ άφησε κι η αγάπη αν έχει μαθαθεί
Που φλέγεται στον άδικο κι επίβουλο το λογισμό.

Καρδιά, όπου σμίγει πήγαινε λόφος με λόφο του βουνού:
Γιατί εκεί πέρα η συντροφιά κι η απόκοσμη κι η μυστική,
Του ήλιου και του φεγγαριού6, του δάσους και του λαγκαδιού,
Των ποταμών και των ρυακιών, μιά μοίρα ζουν ξεχωριστή.

Κι ο Θεός στέκει και φυσά στο βούκινο το ερημικό,
Κι η ζωή κι ο χρόνος βρίσκονται σε μιάν ατέλειωτη φυγή·
Κι ούτε κι η αγάπη είν’ αγαθή καθώς το αχνό το δειλινό,
Κι ούτε κι η ελπίδα είν’ ακριβή καθώς η δρόσο στην αυγή.



Μετάφραση: Λέανδρος Κ. Παλαμάς.
Δημοσιεύθηκαν στο αθηναϊκό περιοδικό «Ποιητική Τέχνη», έτος Β΄, τ. 1, τχ. 10, 1 Ιουλίου 1948, σελ 207.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΚΑΤΙΑ ΓΚΕΡΡΕΪΡΟ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η KATIA GUERREIRO


ASAS


Asas sevem para voar
para sonhar ou para planar
Visitar espreitar espiar
Mil casas do ar

As asas nao se vao cortar
Asas sao para combater
Num lugar infinito
para respirar o ar

As asas sao
para proteger te pintar
Nao te esquecer
Visitar espreitar-te
bem alto do ar

Só quando quiseres pousar
da paixao que te roer
É um amor que ves nascer
sem prazo, idade de acabar
Nao ha leis para te prender
aconteca o que acontecer.

ΑΠΟΘΕΩΣΗ


ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ


ΘΕΑΤΡΙΚΑ


Κάθε απομεσήμερο σέρνει η Αντιγόνη
το τυφλό της πάθος στο Κολωνάκι.
Ματαιοπονεί. Το γκαρσόνι με τον Ηδύποδα
δεν της έρχεται.
Ήρθε απόψε η Γιοκάστα. Απεθεώθη
τις προάλλες στο ρόλο της Θεοτόκου.



Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πάλι», τεύχ. 1, Ιαν. 1964, και στο βιβλίο «Οδός Νικήτα Ράντου», Ίκαρος, Αθήνα 1977.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΠΑΖΟΛΙΝΙ



PASOLINI CANTA CASARSA

ΛΟΥΙΣ ΒΙΘΕΝΤΕ ΔΕ ΑΓΙΝΑΝΓΚΑ


LUIS VICENTE DE AGUINANGA (1971)


ESPALDAS DE LA HORA


La pared se fue alzando con el día.
Su propio cimiento la escalaba
y un trance alterno de polvo y de pintura
se adhería en lo más alto al dibujo de las nubes.
La pared se ha ido alzando con el día.
Insectos, perros, manos fatigadas
como el sol que la impulsa o vientos leves
apoyan el cuerpo en sus laderas. Baja
el tiempo de la ciudad: se detiene a la sombra
de la pared que va creciendo. Con el día,
junto al día, tal vez a espaldas
de la hora y el turno, de la espera y el ciclo,
un muro acentúa el color de la ceniza
y lo conduce al violeta sanguíneo de los frutos.
Dibujo, altura, nubes. Puede ser que llueva.
La pared se levanta con el día.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009

ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ ΣΟΥ ΔΙΑΡΚΕΙ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


PAUL ELUARD


ΟΛΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ


Υποκρίσου
Πως είσαι η άνθινη σκιά των λουλουδιών
Που κρέμονται την άνοιξη
Η μέρα η πιο σύντομη του έτους και η νύχτα η εσκιμώα
Η αγωνία των οραματιστών του φθινοπώρου
Των ρόιδων το άρωμα το σοφό έγκαυμα της τσουκνίδας
Άπλωσε διάφανα βαμβακερά
Στων ματιών σου το ξέφωτο
Δείξε τις λεηλασίες της φωτιάς τα εμπνευσμένα τους έργα
Και τον παράδεισο της τέφρας της
Το αφηρημένο φαινόμενο
Που παλεύει με τους δείχτες του εκκρεμούς
Τις πληγές της αλήθειας τα άκαμπτα κηρύγματα
Τον εαυτό σου δείξε

Μπορείς να εξέλθεις με μιάν εσθήτα κρυστάλλινη
Το κάλλος σου διαρκεί και συνεχίζεται
Τα μάτια σου στάζουν δάκρυα θωπείες χαμόγελα
Τα μάτια σου δεν έχουν μυστικό
Δεν έχουν όρια.



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΓΚΑΡΙΝΤΑ ΓΚΕΡΡΕΪΡΟ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Η MARGARIDA GUERREIRO


ESTRANHA FORMA DE VIDA


Foi por vontade de Deus
Que eu vivo nesta ansiedade
Que todos os ais sao meus
Que é toda minha a saudade
Foi por vontade de Deus

Que estranha forma de vida
Tem este meu coracao
Vive de vida perdida
Quem lhe daria o condao
Que estranha forma de vida

Coracao independente
Coracao que nao comando
Vives perdido entre a gente
Teimosamente sangrando
Coracao independente

Eu nao te acompanho mais
Para deixa de bater
Se nao sabes onde vais
Porque teimas em correr
Eu nao te acompanho mais

ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ


ΧΡΙΣΤΟΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ


ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ


Ι   ΣΚΗΝΙΚΟ


Προάστειο μακρυνό·
ένας δρόμος
με πεύκα και πικροδάφνες,
στο βάθος
το φεγγάρι ακίνητο και παγωμένο
και η παράσταση
να μην αρχίζει ποτέ.


ΙΙ   ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ

Στο κατώφλι σου
μου μίλησες για το μέλλοντα
και τον αγάπησα.
στο δωμάτιο
μου δίδαξες τον ενεστώτα
και τον αγάπησα.
στο δρόμο
που χάραξε η απουσία σου,
γνώρισα τον αόριστο
και με πλήγωσε.


ΙΙΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ

Ωστόσο είναι βέβαιο πως μάντεψε
ότι κ’ η ποίηση
κ’ οι δικασταί ανηλίκων
κ’ οι φίλοι που επίμονα πεθαίνουν
ήσαν απλά προσχήματα μονάχα
στα χείλια ενός που πάσχιζε να ζήσει
δυό καλοκαίρια μετά θάνατον.


IV   ΤΕΤΡΑΔΙΑ

Θυμάμαι τα μεγάλα τετράδια
που αγόραζα στην αρχή του χρόνου
νόμιζα πως ποτέ δε θα τελειώσουν.
τα πρόσεχα
τα έντυνα με εξώφυλλα όμορφα,
τα στόλιζα με συμμετρικές
κόκκινες ή πράσινες ετικέττες
και επάνω έγραφα με γράμματα
καλλιγραφικά τους τίτλους·
στο πιο μεγάλο είχα γράψει τ’ όνομά σου.



Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης», χρόνος Στ΄, τόμος ΙΑ΄, τεύχος 63-64, Μάρτιος-Απρίλιος 1960, σελ. 227.

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ


ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ


ΤΑ ΓΑΛΑΖΙΑ ΣΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΑ


Τα γαλάζια σου γράμματα
κάθομαι και διαβάζω
και με παίρνουν χαράματα
καθώς πίσω κοιτάζω.
Τα γαλάζια σου γράμματα
τρυφερές αναμνήσεις
να μου λες χίλια πράματα
μα δε λες αν γυρίσεις.
Μια ζωή περιμένω
μα δε γίνονται θάματα
μια ζωή σ' ανασταίνω
στα γαλάζια σου γράμματα.

Τα γαλάζια σου γράμματα
μαχαιριά κάθε λέξη
και με πιάνουν τα κλάματα
σε ρωτώ τί έχω φταίξει.
Τα γαλάζια σου γράμματα
τρυφερές αναμνήσεις
να μου λες χίλια πράματα
μα δε λες αν γυρίσεις.
Μια ζωή περιμένω
μα δε γίνονται θάματα
μια ζωή σ' ανασταίνω
στα γαλάζια σου γράμματα.



Στίχοι: Γιώργος Κανελλόπουλος.
Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος.

ΑΡΑΓΚΟΝ!




LOUIS ARAGON


IMITÉ DE CAMOENS


Que cherchez-vous de moi perpétuels orages
De quels combats encore allez-vous me berner
Lorsque le temps s'enfuit pour ne plus retourner
Et s'il s'en retournait n'en reviendrait plus l'âge

Les ans accumulés vous disent bon voyage
Eux qui légèrement nous passent sous le nez
A des désirs égaux inégalement nés
Quand le vouloir changeant n'en connaît plus l'usage

Ce que je chérissais jadis a tant changé
Qu'on dirait autre aimer et comme autre douloir
Mon goût d'alors perdu maudit le goût que j'ai
Ah quel espoir trompé d'une inutile gloire
Me laisserait le sort ni ce temps mensonger
Qui guette mon regret comme un château de Loire


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Claudia Gerini.

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2009

ΜΑ ΑΠΟΨΕ


ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ (1917-1981)


ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΩΠΟΥ


Tί σκέφτεσαι;
Tί σκάβεις συνέχεια το πρόσωπό σου στον καθρέφτη;
όπως η μέρα φεύγει ή κάποτε
στη μνήμη ακούς τον ήχο των παρωχημένων.

Tόσα χρόνια περπατάς, ονειρεύεσαι στο ίδιο κορμί.
Στο ίδιο σκοτάδι τη νύχτα χωνεύεις. Mα απόψε,
τα σημάδια που ψάχνεις και βρίσκεις,
απ’ το πρόσωπο πέφτει ο ασβέστης
και το πρόσωπο τρίζει.



Από τη συλλογή "Πέτρες", Κέδρος, Αθήνα 1972.

Ο ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΛΟΡΚΑ



Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ FEDERICO GARCÍA LORCA


ΑΠΟ ΕΡΩΤΑ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΤΑ ΚΛΑΡΙΑ


Η νύχτα στέκει μουσκεμένη
μέσ' απ' του παταμιού τις όχθες
και στα στήθια της Λολίτας
από έρωτα πεθαίνουν τα κλαριά

Γυμνή η νύχτα τραγουδάει
πάνω στου Μάρτη τα γιοφύρια
λούζ' η Λολίτα το κορμί της
με νάρδους και γλυφό νερό

Η νύχτα από πιοτό και ασήμι
λάμπει ανάμεσ' απ' τις στέγες
ασήμι από ρυάκια και καθρέφτες
απ' τ' άσπρα πόδια σου πιοτό



Στίχοι: Federico García Lorca.
Μετάφραση: Λευτέρης Παπαδόπουλος.
Μουσική: Γιάννης Γλέζος.

ΔΥΟ ΣΟΝΕΤΤΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛΑΓΓΕΛΟΥ


MICHELANGELO BUONARROTI (1475-1564)


[ΕΡΩΣ]


«–Θωρούν τα μάτια μου, Έρωτα καλέ μου,
Τ’ αληθινό που λαχταρώ τ’ Ωραίο,
Ή μέσα μου είναι κι όλο βλέπω τότε
Παντού σα σμιλεμένη την ειδή του;

Συ θα το ξέρεις, που ’ρχεσαι μαζί του,
Μου διώχνεις τη γαλήνη και με οργίζεις,
Αλλ’ όσο κι αν στενάζω δε με νοιάζει
Κι η δυνατή η φωτιά σου αν θα με καίει!»

«–Ναι, τ΄ορατό στ’ αλήθεια, είναι το Ωραίο,
Μ’ αξαίνει όσο ψηλότερα ανεβαίνει
Απ’ τα θνητά τα μάτια στην ψυχή μας,

Γίνεται θείο, ενάρετο. Ό,τι αγγίξει
Τ’ αθάνατο, αθάνατο το κάνει.
Το θείο Ωραίο μπροστά σου βλέπεις πρώτα.»


[DIMMI DI GRAZIA, AMOR, SE GLI OCCHI MEI]

Dimmi di grazia, Amor, se gli occhi mei
veggono 'l ver della beltà c'aspiro,
o s'io l'ho dentro allor che, dov'io miro,
veggio scolpito el viso di costei.

Tu 'l de' saper, po' che tu vien con lei
a torm'ogni mie pace, ond'io m'adiro;
né vorre' manco un minimo sospiro,
né men ardente foco chiederei.

- La beltà che tu vedi è ben da quella,
ma cresce poi c'a miglior loco sale,
se per gli occhi mortali all'alma corre.

Quivi si fa divina, onesta e bella,
com'a sé simil vuol cosa immortale:
questa e non quella agli occhi tuo precorre. –


***************



[ΤΑ ΔΥΟ ΣΦΥΡΙΑ]


Αν το σφυρί μου το χοντρό τις σκληρές πέτρες σπάει
Και τις διαπλάθει σε μορφές ανθρώπινες λογής,
Παίρνοντας φόρα απ’ το Θεό που τού ’ναι οδηγητής
Και στήριγμάτου και βοηθός, με ξένο βήμα πάει.

Μα τ’ άλλο εκείνο το σφυρί που στα ουράνια μένει
Μ’ ενέργειαν αυτοδύναμη πόσα σφυριά ομορφαίνει!
Κι όπως αλήθεια ένα σφυρί έχει από ένα άλλο γίνει,
Στο σφυροκόπημα του αυτό μορφή πιο τέλεια δίνει...

Μα θ’ αποχτήσει πιο έξοχη και πιο τρανήν αξία
Αν βοηθήσει να φτιαχτεί το έργο το ατέλειωτό μου...
Και το σφυρί μου επέταξε προς την Αθανασία

Βοήθειαν απ’ του Λειτουργού την Τέχνη να γυρέψει
Κι έτσι που να πετύχω εγώ τον άφταστο σκοπό μου...
Ήταν μονάχο του γι’ αυτό κι έχει απ’ τη γη μισέψει...


[SE 'L MIE ROZZO MARTELLO I DURI SASSI]

Se 'l mie rozzo martello i duri sassi
forma d'uman aspetto or questo or quello,
dal ministro che 'l guida, iscorge e tiello,
prendendo il moto, va con gli altrui passi.

Ma quel divin che in cielo alberga e stassi,
altri, e sé più, col propio andar fa bello;
e se nessun martel senza martello
si può far, da quel vivo ogni altro fassi.

E perché 'l colpo è di valor più pieno
quant'alza più se stesso alla fucina,
sopra 'l mie questo al ciel n'è gito a volo.

Onde a me non finito verrà meno,
s'or non gli dà la fabbrica divina
aiuto a farlo, c'al mondo era solo.




Μετάφραση: Ιούλιος Καΐμης.
Δημοσιεύθηκαν στο αθηναϊκό περιοδικό «Ποιητική Τέχνη», τχ. 3, Δεκέμβριος 1947.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΦΡΑΝΚΟ ΚΟΡΕΛΛΙ



ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο FRANCO CORELLI


ADDIO A NAPOLI


Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
La tua soave immagine
Chi mai chi mai scordar potrà

Del ciel l'azzurro fulgido
La placida marina
Qual core lo rinebria
Ardea ardea di voluttà

Il ciel, la terra e l'aura
Favellano l'amore
E sola al mio dolore
Dal porto io sognerò, sì
Io sognerò

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo che passò

. . . . . .

Tutt'altro ciel mi chiama,
Addio, addio
Ma questo cor ti brama
E il cor e il cor ti lascerò

Di baci e d'armonia
È l'aura tua... riviera
Oh magica sirena
Fedèl fedéle a te sarò

Al mio pensier più tenero
Ritornano gli istanti
Le gioie e le memorie
Dei miei felici dì,
I miei felici dì

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo che passò

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo... che passò

ΜΠΡΕΤΟΝ!




ANDRÉ BRETON


LE CORSET MYSTÈRE


Mes belles lectrices,
à force d'en voir de toutes les couleurs
Cartes splendides, à effets de lumière, Venise
Autrefois les meubles de ma chambre étaient fixés solidement aux murs et je me faisais attacher pour écrire:
J'ai le pied marin
nous adhérons à une sorte de Touring Club sentimental


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η εικονιζόμενη φίλη του ιστολογίου κ. Yamila Diaz.

Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

Θ' ΑΝΘΙΣΕΙ ΔΑΚΡΥΟ ΚΑΙ ΜΥΡΟ


ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ


ΕΛΑ ΓΛΥΚΕ...


΄Ελα γλυκέ, κι αν φτάνει η νύχτα
και το σκοτάδι δε σ’ αρέσει,
αστέρινο θαμπό στεφάνι
η αγάπη μου θα σου φορέσει.

Στο ταραγμένο μέτωπό σου
αργά τα δάχτυλα θα σύρω
κι ό,τι είναι πάθος στην καρδιά σου
θ’ ανθίσει δάκρυο και μύρο.

Θα σου καρφώσω ένα λουλούδι
τ’ όνειρο πάνω στην καρδιά σου,
θα πλέξω τα ξερά τα φύλλα
με τα κατάχλωρα μαλλιά σου.

Το δέσμιο πόθο μου θ’ αφήσω,
μια πεταλούδα ναρκωμένη,
κι έτσι στα χείλη σου θα νιώσεις
κάτι σα γύρη να σου μένει.

΄Ελα γλυκέ, κι ας φτάσει η νύχτα∙
θα φέγγει η νιότη σου με θλίψη
το σκοτεινό να υφαίνω πέπλο,
που ηδονικά θα με καλύψει.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΡΙΟ ΝΤΕΛ ΜΟΝΑΚΟ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο MARIO DEL MONACO


ADDIO A NAPOLI


Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
La tua soave immagine
Chi mai chi mai scordar potrà

Del ciel l'azzurro fulgido
La placida marina
Qual core lo rinebria
Ardea ardea di voluttà

Il ciel, la terra e l'aura
Favellano l'amore
E sola al mio dolore
Dal porto io sognerò, sì
Io sognerò

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo che passò

. . . . . .

Tutt'altro ciel mi chiama,
Addio, addio
Ma questo cor ti brama
E il cor e il cor ti lascerò

Di baci e d'armonia
È l'aura tua... riviera
Oh magica sirena
Fedèl fedéle a te sarò

Al mio pensier più tenero
Ritornano gli istanti
Le gioie e le memorie
Dei miei felici dì,
I miei felici dì

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo che passò

Addio mia bella Napoli,
Addio, addio
Addio care memorie
Del tempo... che passò

ΚΑΡΟΛΙΝΕ ΦΟΝ ΓΚΥΝΤΕΡΟΝΤΕ!



KAROLINE VON GÜNDERODE (1780-1806)


WUNSCH


Ja Quitos Hand, hat meine Hand berühret
Und freundlich zu den Lippen sie geführet,
An meinem Busen hat sein Haupt geruht.

Da fühlt ich tief ein liebend fromm Ergeben.
Mußt ich dich überleben, schönes Leben?
Noch Zukunft haben, da du keine hast?

Im Zeitenstrome wirst du mir erbleichen,
Stürb ich mit dir, wie bei der Sonne Neigen
Die Farben all' in dunkler Nacht vergehn.


Το υλικό της ανάρτησης μάς το έστειλε η φίλη του ιστολογίου κ. Christiane Filangieri.

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΜΟΣΧΟΝΑΣ



ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΜΟΣΧΟΝΑΣ: ΕΧΩ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ ΤΟ ΚΑΛΟ

ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΥ ΜΗΝΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ



PAUL ELUARD


ΜΕΣΑ Σ’ ΕΝΑ ΜΑΥΡΟ ΚΑΘΡΕΦΤΗ


Φωτοστέφανος όπου βρίθουν
Μέρες του πιο ωραίου μηνός Αυγούστου
Σε μιά συνοικία πυκνοκατοικημένη

Φωτοστέφανος των ευχών μας
Σπιθοβόλος από ανυπομονησία
Ζεστός απ’ την οργή μας

Στην οδό ντε λα Σαπέλ
Μια πρόσοψη σχολιού
Αιθέρια κατάστικτη από σφαίρες

Τα μόνα άνθη του δρόμου
Λευκά σαρκός φειδωλευμένης
Πάνω στους τοίχους της κακομοιριάς

Όλες οι σκέψεις ανοιγμένες
Όλα τα μάτια για να δούν εκεί καθάρια
Στους ευαίσθητους επί τέλους τοίχους

Στην οδό ντε λα Σαπέλ
Στους σφραγισμένους επί τέλους τοίχους
Από μια ζωηρή σφραγίδα

Από τον πόθο της ελευθερίας



Μετάφραση: Α[ντώνης] Πρωτοπάτσης.
Δημοσιεύθηκε στο αθηναϊκό περιοδικό «Ποιητική Τέχνη», τχ. 1, Μάρτιος 1947, σελ. 3.
Ανήκει στη συλλογή «Au rendez-vous allemand» (1945).
Στην πρώτη φωτογραφία εικονίζεται ο Ελυάρ και στη δεύτερη ο Πρωτοπάτσης.

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2009

ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΡΚΟΣ


ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ Ο ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ


ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΟΥΝΑ ΚΙ ΕΓΩ


Κάποτε ήμουνα κι εγώ
παιδάκι από τα φίνα
και η καρδιά μου επόνεσε
γιά μιά γλυκιά τσαχπίνα.

Όταν την έπαιρνα μαζί
ο κόσμος με κοιτούσε
μα αυτή μου την αμόλησε
και μ' άλλονε γλεντούσε
μα αυτή μου την αμόλησε
και μ' άλλονε γυρνούσε.

Κι από το ντέρτι το πολύ
θολώνει το μυαλό μου
και η ψυχή μου η δύστυχη
σπαράζει στον καημό μου
και η ψυχή μου η δύστυχη
σπαράζει απ' τον καημό μου.

Και από τότε πιά κι εγώ
καμμιά πιά δεν γουστάρω
την τσίκα μου πάντα τραβώ
και αργιλέ φουμάρω.

Ο ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΕΛΕΙΩΣ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ


Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ


Η ΔΟΞΑ ΤΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΙΩΝ


Είμ’ ο Λαγίδης, βασιλεύς. Ο κάτοχος τελείως
(με την ισχύ μου και τον πλούτο μου) της ηδονής.
Ή Μακεδών, ή βάρβαρος δεν βρίσκεται κανείς
ίσος μου, ή να με πλησιάζει καν. Είναι γελοίος
ο Σελευκίδης με την αγοραία του τρυφή.
Aν όμως σεις άλλα ζητείτε, ιδού κι αυτά σαφή.
Η πόλις η διδάσκαλος, η πανελλήνια κορυφή,
εις κάθε λόγο, εις κάθε τέχνη η πιο σοφή.

ΡΟΛΟΓΙΑ


KURT SCHWITTERS (1887-1948)


ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ


Είναι φθινόπωρο. Οι κύκνοι τρων τους κυρίους τους ψητούς με δά-
κρυα στο φούρνο. Ένιοι πελιδνοί εξπρεσιονισταί σκούζουνε
ζητώντας κρασί, διότι κρασί υπάρχει ακόμη πολύ, πλην όμως ο
εξπρεσιονισμός μάς τελείωσε.
Ζήτω ο Κάιζερ, αφού κι ο Κάιζερ μάς τελείωσε. Ρολόγια ρολόγια
οι ώρες εικοσιπέντε χιλιάδες φορές.
Γλιστράω.
Γλιστράω και πετάω και ελίσσομαι.
Ένα μηχάνημα κρώζει.
Γάτες κρεμιούνται απ' τον τοίχο.
Ένας Οβριός στο παραθύρι του σφυρίζει στον αυλό
μια ζωωδία.
Είναι φθινόπωρο κι οι κύκνοι φθινοπωριάζουν κι αυτοί.



Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης.