JORGE LUIS BORGES
ΜΙΛΟΝΓΚΑ ΤΟΥ ΔΟΝ ΝΙΚΑΝΟΡ ΠΑΡΕΔΕΣ
Μια νότα δώστε μου. Κατόπιν
την άδεια, κύριοι, θα ζητήσω
και για τον Νικανόρ Παρέδες
μπροστά σας να σας τραγουδήσω.
Νεκρό και τέζα δεν τον είδα·
μήτε αρρωστιάρη μήτε κι έρμο·
τον βλέπω στέρεο νά ’χει βήμα
στην τσάρκα του μες στο Παλέρμο.
Μικρή γκριζάδα στο μουστάκι·
στα μάτια η λάμψη τού τουπέ του·
κι εκεί, στο μέρος της καρδιάς του,
τη λάμα κρύβει του στιλέτου.
Για τα στιλέτα του θανάτου
δεν του άρεσε η βουή των λόγων –
ζάρια είτε αν ήτανε στη μέση
ή στοίχημα σε κούρσα αλόγων.
Τ’ αφεντικό ήταν –την αλήθεια
ποτέ μου δεν θα την προδώσω–
στις άγριες εποχές του χίλια ο-
χτακόσια ενενήντα τόσο.
Μακριά μαλλιά είχε, και όλο μπούκλες·
σουλούπι ταύρου· μάτι φίδι·
του σκέπαζε τους ώμους πόντσο·
χρυσό φορούσε δαχτυλίδι.
Μες στο ταράφι οι άντρες πού ’χε
και θάρρος είχαν και ήσαν κούκλοι:
ο Χουάν Μουράνια, ο Σουάρες ο άλλος
με το Ο Χιλιάνος παρατσούκλι.
Και ήταν ο κόσμος τους καβγάδες,
μαχαίρια, της πορνείας οίκοι.
Μα αυτός τους σταματούσε αμέσως
με τη φωνή του ή το καμτσίκι.
Σαν άντρας είχε κουμαντάρει
καλά και ανάποδα και πάθη.
«Μες στο τσαρδί του σαπουνά όποιος
δεν γλίστρησε, χορό έχει μάθει».
Όσα είχε δει με την κιθάρα
τα τραγουδούσε: αυτή την τρέλα
μες στα μπορντέλα του Χουνίν και
στο μαγαζί που ’χε η Αντέλα.
Νεκρός τώρα είναι, κι έτσι μνήμες
χιλιάδες σβήσανε μαζί του
για του στιλέτου το Παλέρμο
που μπήχτηκε και στο κορμί του.
Νεκρός τώρα είναι, και του λέω:
Δον Νικανόρ, πες τί θα κάνεις
στον ουρανό; Δεν έχει κούρσες
εκεί ή χαρτιά – κερδίζεις, χάνεις.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου