Σάββατο 18 Μαΐου 2019

Η ΛΕΠΤOΦΥΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΜΑ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΗ



RENÉ CHAR


Η ΛΕΠΤOΦΥΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΜΑ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΗ

Η πλημμύρα απλωνότανε συνέχεια και συνέχεια. Η ανοιχτή ύπαιθρος, τα αναχώματα, τα μικρά δένδρα που είχαν χωριστεί παρέμεναν κλεισμένα σε λακκούβες, από τις οποίες κάποιες ενώθηκαν κι εγίνηκαν λίμνες. Ένας κορυδαλλός στον φαιόγκριζο ουρανό κελάηδαγε. Φυσαλίδες εδώ και εκεί έσπαζαν των νερών την επιφάνεια, εκτός και αν ήταν κανά μικρούλι τρωκτικό ή κανά φίδι που εσερνότανε μπας και βρει να κολυμπήσει. Ο δρόμος παρέμενε ακόμα απάτητος. Και διακρίνονταν κάποιου χωριού τα περίχωρα. Αποφασισμένοι εμείς και χαρούμενοι προχωρούσαμε, προχωρούσαμε. Στην περιπλάνησή μας είχαμε καλό καιρό. Εγώ περπατούσα ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ εκείνη την Άλλη που ήταν Εσύ. Στο κάθε χέρι μου εκράταγα το γυμνό σου στήθος. Χωρικοί στα κατώφλια στις πόρτες τους ή κάπου αλλού απασχολούνταν με τίποτα σανίδια και μάς χαιρέταγαν δείχνοντάς μας την ευμένειά τους. Τα δάχτυλά μου εμένα τους έκρυβαν τον θαυμασμό που προκαλούσατε. Να είχαν, τάχα, ταραχτεί;… να είχανε σοκαριστεί; Μια από εσάς τις δυό σταμάτησε να πιάσει την κουβέντα και να σκορπίσει χαμόγελα. Εμείς συνεχίσαμε. Είχα, ωστόσο, τη φύση στα δεξιά μου, και μπροστά μου τον δρόμο. Και στη μέση της απόστασης ένα βόδι ετράβαγε ίσα μπρός μας. Η λύρα των κέρατων του —μου φαινόταν— έτρεμε. Σε αγαπούσα. Αλλά κατηγορούσα εκείνην την Άλλη που έμενε πίσω στο δρόμο, ανάμεσα στους κατοίκους των σπιτιών, για να δείχνεται πιο οικεία, πιο δική τους. Δεν θα μπορούσε, ασφαλώς, να παρουσιάσει μεταξύ μας τίποτε άλλο πάρεξ την βραδυπορούσα παιδική σου ηλικία. Εστράφηκα στο εντελώς προφανές. Στο χωριό όφειλαν να έχουν διατηρήσει το σχολείο και με αυτόν τον τρόπο, που διακρίνει τις ταλαιπωρημένες απ’ τον πόλεμο κοινότητες,  να κερδίζουν χρόνο αντιμετωπίζοντας τον όποιο κίνδυνο. Ακόμα και αυτόν απ’ την πλημμύρα. Τώρα είχαμε φτάσει στην άκρη-άκρη κάτι πολύ γέρικων δέντρων και στη μοναξιά των αναμνήσεων. Ήθελα να μάθω για το αιώνιο και προσφιλές σου όνομα, που το είχε η ψυχή μου λησμονήσει: «Είμαι η Λεπτοφυής και Σχολαστική». Η ομορφιά των βαθιών υδάτων μάς πήρε και μας έβαλε να κοιμηθούμε.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου