JORGE LUIS BORGES
20 ΜΑΪΟΥ 1928
Τώρα είναι άτρωτος σαν τους θεούς.
Τίποτα στη γη δεν μπορεί να τον πληγώσει, ούτε η ερωτική απόρριψή του από κάποια γυναίκα, ούτε η φυματίωση, ούτε οι αταξίες που εντοπίζει στους στίχους του, ούτε αυτό το κάτασπρο πράγμα, το φεγγάρι, που πλέον δεν χρειάζεται καν να πέσει αιχμάλωτο των λέξεων.
Βαδίζει αργά-αργά υπό τας φιλύρας· κοιτάει τα κιγκλιδώματα, κοιτάει τις πόρτες. Όχι πάντως για να θυμηθεί πράγματα τέτοια.
Τίποτα στη γη δεν μπορεί να τον πληγώσει, ούτε η ερωτική απόρριψή του από κάποια γυναίκα, ούτε η φυματίωση, ούτε οι αταξίες που εντοπίζει στους στίχους του, ούτε αυτό το κάτασπρο πράγμα, το φεγγάρι, που πλέον δεν χρειάζεται καν να πέσει αιχμάλωτο των λέξεων.
Βαδίζει αργά-αργά υπό τας φιλύρας· κοιτάει τα κιγκλιδώματα, κοιτάει τις πόρτες. Όχι πάντως για να θυμηθεί πράγματα τέτοια.
Ξέρει πια πόσες νύχτες και πόσες
μέρες τού λείπουνε.
Η θέλησή του τού έχει επιβάλει αυστηρή
πειθαρχία. Θα κάνει πράξεις συγκεκριμένες, θα περάσει από ήδη ελεγχθείσες
γωνίες των δρόμων, θ’ αγγίξει κάποιο δέντρο ή κάγκελο έτσι, ώστε το μέλλον να
είναι το ίδιο αμετάκλητο με το παρελθόν.
Εργάζεται έτσι, γιατί ό,τι ποθεί και
φοβάται ίσως και να μην είναι τίποτ’ άλλο πάρεξ το τέλος μιας σειράς πραγμάτων.
Διασχίζει την 49η οδό·
σκέφτεται ότι δεν θα περάσει ποτέ πάλι από αυτήν την εξώπορτα ή από τη διπλανή
της.
Χωρίς καθόλου να τον υποπτευθούν έχει
αποχαιρετήσει κιόλας για πάντα ουκ ολίγους φίλους του.
Σκέφτεται αυτό που ουδέποτε θα μάθει:
αν θα βρέξει την επόμενη μέρα.
Συναντάει κάποιον γνωστό του και του
κάνει κάποιο αστείο. Γνωρίζει ότι ύστερα από λίγο καιρό το εν λόγω επεισόδιο θα
έχει γίνει ανέκδοτο.
Τώρα είναι άτρωτος σαν τους
νεκρούς.
Την καθορισμένη ώρα θ’ ανεβεί
κάτι μαρμάρινα σκαλιά. (Πρόκειται για κάτι που θα επιζήσει σε άλλων τη μνήμη.)
Θα κατεβεί στην τουαλέτα· στου
δαπέδου τ’ ασπρόμαυρα πλακάκια το νερό θα ξεπλύνει πολύ γρήγορα το αίμα. Τον
περιμένει ο καθρέφτης.
Θα στρώσει πίσω τα μαλλιά του, θα
σφίξει τον κόμπο της γραβάτας του (ανέκαθεν υπήρξε ολίγον δανδής, καθώς άλλωστε
ταιριάζει σε νέο ποιητή), και θα προσπαθήσει να φανταστεί ότι ο άλλος, αυτός
που είναι μέσα στο κρύσταλλο του κατόπτρου, εκτελεί τούτες τις πράξεις και ότι
ο ίδιος, όντας το είδωλό του, τις επαναλαμβάνει απλώς και μόνον. Το χέρι του
δεν θα τρέμει, όταν θα είναι να γίνει η έσχατη πράξη. Ατάραχος και με τρόπο
μαγικό θα φέρει στον κρόταφό του το όπλο.
Έχω τη γνώμη ότι έτσι έγιναν τα πράγματα.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου