JORGE LUIS BORGES
ΚΑΙΜΠΡΙΤΖ
Νέα
Αγγλία και πρωί.
Στρίβω
στην οδό Κρέιγκι.
Σκέπτομαι
(το έχω ξανασκεφτεί)
ότι
τ’ όνομα Κρέιγκι είναι σκοτσέζικο
και
ότι η λέξη κραγκ έχει προέλευση
κελτική.
Σκέπτομαι
(και το έχω ξανασκεφτεί)
ότι
ο χειμώνας τούτος είναι όλοι οι παλιοί χειμώνες
όλων
όσοι άφησαν γραμμένο
ότι
προκαθορισμένος είναι ο δρόμος
και
ότι πλέον ανήκουμε στον Έρωτα ή στη Φωτιά.
Το
χιόνι και το πρωί και οι τοίχοι οι κόκκινοι
μπορεί
και νά ’ναι της ευτυχίας μορφές,
πλην
όμως εγώ έρχομαι από άλλες πολιτείες,
όπου
τα χρώματα είναι αχνά
και
όπου κάποια γυναίκα πάντα θα βρεθεί,
με
το που πέφτει το βράδυ,
να
ποτίσει της μεσαυλής τα λουλούδια.
Σηκώνω
τα μάτια και χάνονται κάπου μέσα στο γαλάζιο.
Πιο
πέρα είναι τα δέντρα του Λονγκφέλοου
και
ο αείρροος ποταμός που κοιμάται.
Κανείς στους
δρόμους, κι ας μην είναι Κυριακή.
Δεν είναι
Δευτέρα,
η μέρα που την
ψευδαίσθηση μάς χαρίζει κάποιας αρχής.
Δεν είναι
Τρίτη,
η μέρα που
ηγεμονεύει ο κόκκινος πλανήτης.
Δεν είναι
Τετάρτη,
η μέρα εκείνου
του θεού των λαβυρίνθων
πού πάνω
στον Βορρά τον έλεγαν Οντίν.
Δεν είναι
Πέμπτη,
η μέρα που
προδιαγράφει πώς θα είναι η Κυριακή.
Δεν είναι
Παρασκευή,
η μέρα της θεότητας
που είναι στα δάση
και πλέκει
μεταξύ τους των εραστών τα σώματα.
Δεν είναι
ούτε Σάββατο.
Δεν
εντάσσεται στον χρόνο τον διαδοχικό η μέρα τούτη,
αλλά στα
φασματώδη της μνήμης βασίλεια.
Όπως στα
όνειρα
πίσω από τις
πανύψηλες πύλες δεν υπάρχει τίποτα,
ίσως ούτε
καν το κενό.
Όπως στα όνειρα
πίσω από το
πρόσωπο που μας κοιτάει δεν υπάρχει κανένας.
Κορώνα δίχως
γράμματα
και νόμισμα
με μια μονάχα όψη είναι τα πράγματα.
Τούτα τα
άθλια και τα τιποτένια πράγματα είναι τα αγαθά
που μας αφήνει
από τη ροή του πίσω ο χρόνος.
Είμαστε η μνήμη
μας,
είμαστε τούτο
το χειμερικό μουσείο ασταθών μορφών,
αυτός ο
σωρός από θρυμματισμένους καθρέφτες.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου