Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

ΣΟΥΛΑΤΣΟ



JORGE LUIS BORGES


ΣΟΥΛΑΤΣΟ

Σαν δυνατό μάτε μυρωδάτη
κοντοζυγώνει η νύχτα άγριες αποστάσεις
και τους δρόμους καθαρίζει τους φτιαγμένους
από κάτι αόριστους φόβους και μακριές-μακριές γραμμές –
τους δρόμους που συνοδεύουνε τη μοναξιά μου.

Το αεράκι φέρνει νιώσματα καμπίσια,
τη γλύκα των αγροικιών και αναμνήσεις από λεύκες,
που κάτω από το σκληρό στρώμα της ασφάλτου
θα ταρακουνήσουν όσο χώμα κρατήθηκε ζωντανό
και το πιέζει των σπιτιών το βάρος.

Εις μάτην η νύχτα η λαθραία και αιλουροειδής
βάζει σε ανησυχία τα κλειστά μπαλκόνια
που όλο το απόγευμα δείχνανε
των κοριτσιών την περιβόητη ελπίδα.

Υπάρχει και η σιωπή στους διαδρόμους.
Στην κοίλη σκιά μέσα
τα ρολόγια του υπέροχου μεσονυκτίου
αδειάζουν χρόνο τεράστιο και γενναιόδωρο·
χρόνο άφθονο, γρήγορο πολύ, κι εκεί
όλα τα όνειρα έχουν τον χώρο τους·
χρόνο με άπλα ψυχής και χρόνο εντελώς άλλον
απ’ αυτόν που θέτουν τα τσιγκούνικα όρια, όταν μετράνε
τις δουλειές της ημέρας.

Του δρόμου αυτού ο μόνος θεατής είναι εγώ·
αν σταματήσει να τον δει, θα πεθάνει.
(Παρατηρώ έναν τοίχο μακρύ
νά ’χει μείνει όρθιος ανάμεσα στα ερείπια
από επιθέσεις βρύων και χλόης
και ένα κίτρινο φανάρι που ρισκάρει
την φωτεινή του αβεβαιότητα.
Παρατηρώ όμως και τα παραπαίοντα αστέρια).

Μεγάλη και ζωντανή
(σαν Αγγέλου σκοτεινή φτερούγα
που τα φτερά της σκεπάζουν τη μέρα)
η νύχτα χάνει τους μονότονους δρόμους.
 



Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου