RENÉ CHAR
ΙΑΚΩΜΑΡΔΟΣ ΚΑΙ
ΙΟΥΛΙΑ
Τω καιρώ εκείνω ο χόρτος ο χλωρός, την ώρα οπού
οι οδοί της γης στην παρακμή τους συνέπιπταν και συμφωνούσαν, ύψωνε τρυφερά
τους μίσχους του και το πλήθος εξήπτε των διαυγειών που διέθεταν. Οι ιππότες
της ημέρας εγεννώντο στο βλέμμα του έρωτά τους και οι πύργοι των πολυαγαπημένων
τους δεσποινών εμέτραγαν τόσα παραθύρια όσες είναι και οι ανάλαφρες νεροποντές
που κουβαλάει η άβυσσος.
Τω καιρώ εκείνω ο χόρτος ο χλωρός χίλιες
εγνώριζε ρήτρες που δεν αντέφασκαν καθόλου μεταξύ τους. Ο χόρτος ήταν ακριβώς η
πρόνοια όψεων λουσμένων στα δάκρυα. Εμάγευε τα κτήνη, στην περιπλάνησή τους
τούς παρείχε άσυλο. Η έκτασή του συγκρινόταν με το εύρος των ουρανών που
κατενίκησαν τον φόβο του χρόνου και καταπράυναν τον πόνο.
Τω καιρώ εκείνω ο χόρτος ο χλωρός ήταν καλός με
τους τρελούς και εχθρικός προς τον δήμιο. Συνελισσόταν με τα πρόθυρα της αέναης
διάρκειας στο κατώφλι τού αεί. Οι μέρες που επινοούσε είχαν στο μειδίαμά τους
φτερά (παιχνίδια ξοφλημένα και εξ ίσου αποδημητικά). Δεν ήταν σκληρός για
κανέναν απ’ όσους είχαν χάσει τον δρόμο τους ευχόμενοι για πάντα να τον χάσουν.
Τω καιρώ εκείνω ο χόρτος ο χλωρός είχε
καθιερώσει να αξίζει η νύχτα λιγότερο από την ισχύ της, να μη μπερδεύουν τα
νάματα χάριν γούστου τις ροές τους, να είναι ο σπόρος ευθύς μόλις γονατίσει ήδη
κατά το ήμισυ στα ράμφη των πουλιών. Τω
καιρώ εκείνω γη και ουρανός εμισούντο μεν, πλην όμως γη και ουρανός ήσαν
εν ζωή ακόμη.
Η
ακατάσβεστη ρέει ξηρασία, ιδού κυλάει. Ο άνθρωπος παρίσταται ξένος στην αυγή,
στο ξημέρωμα. Παρά ταύτα στην πορεία της ζωής, που ουδείς δύναται ακόμη να τη
φαντασθεί, υπάρχουν θέλω που πάλλονται, θρόοι αντίπαλοι που πνέουν, και παιδιά
σώα και αβλαβή που αποκαλύπτουν, φανερώνουν, ξεσκεπάζουν πράγματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου