RENÉ
CHAR
Η
ΕΥΘΥΜΙΑ
Τα
σύννεφα είναι στα ποτάμια, οι χείμαρροι κυλούν στον ουρανό. Ακατάσχετα
αβγατίζουν σπόρο το σπόρο οι μέρες, ωσεί χόρτος πεθαίνουν. Του λιμού ο καιρός
είναι ο θέρος, ο ένας κάτω από τον άλλον μέσα στον ρακένδυτον αγέρα, τη σβήσανε
τη διαφορά τους. Και πλέκουν μαζί, συγκαταυλίζονται! Πώς θα ξεχώριζε ο φόβος
από την ελπίδα που διαβαίνει αιμάσσουσα και κατασπαραγμένη; Δεν υπάρχουν πια
κατώφλια στα σπίτια, καπνός στων δασών στα ξέφωτα. Έχει αβυσσωθεί η επιθυμία
της ζέστης – και τούτ’ η ολίγη σκοτεινιά στη ράχη μας όπου εταράσσετο η
πριμαβέρα (το ηράνθεμο βεβαίως εννοώ) από τότε που κατασκόπευε τί εμέλλετο
προκύψει.
Γεφύρι
επί της οδού των εισβολών, να λέει ψέματα στους νικητές και να τους ξεγελάει, να
ικετεύει τους κοπιώντας και πεφορτισμένους. Κάτω δε απ’ το πέλμα του θανάτου θα
γνωρίσουμε εάν η καρδιά, ετούτ’ η θημωνιάστρα, δεν πρέπει να προηγείται, αλλ’
απλώς να έπεται.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου