ΝΙΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ
ΚΑΠΟΥ ΠΙΟ ΠΕΡΑ
Ποιός να είναι ξύπνιος στο χωριό των μόνων;
Μάλλον τους πήρε ο ύπνος
Τους πήρε όπως τα τελευταία παιδιά τους τα μικρά
–Αγέννητα και γεννημένα–
Χρόνια πριν.
Άλλαξαν τις συνήθειες καιρό τώρα:
Ο παπάς με την εκκλησία ολόκληρη,
Τους επισκέπτεται έναν-έναν, κάθε Κυριακή.
Η μικρή χαμογελαστή κοπέλα
δείχνει άφοβα τα κουφάρια των δοντιών της.
Έρωτες πλέκονται συχνά – μα με κουβέντες μόνο
Κανένα σώμα δεν θέλει να χάσει την αυθυπαρξία του.
Ο πιο μικρός πηγαίνει στην πόλη,
Να φέρει και να πεί σ’ όλους τα νέα.
Οι πιο πολλοί βέβαια δεν ακούνε τα νέα:
Είναι ο μικρός παραστατικός και γουρλώνει τα μάτια σα μιλάει
Είναι κι η ευκαιρία –η μόνη– να βρεθούν όλοι μαζί:
Οι μόνοι.
Αγαπούν πολύ τον φωτογράφο στο χωριό
Έτσι που φυλακίζει τη μορφή, ενώ περνούν τα χρόνια.
Πάνε πολλά χρόνια που ένας γέροντας
–Νεκρός από τότε–
Είχε πει πως τα ζωντανά πλάι στους ανθρώπους,
Είναι γρουσουζιά.
Δεν βλέπεις σκύλο γάτα κότα κατσίκι
Άλλωστε όλοι τρώνε περίεργες ώρες
Περίεργα πράγματα
Και λίγο...
Μόνοι
Λιπόσαρκοι
Ολιγαρκείς
Λιγότεροι μέρα τη μέρα
Ήρεμο –θαρρείς ακίνητο– χωριό
Σα φτιαγμένο από άγγελους της τρέλας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου