SAINT-JOHN PERSE
ΝΥΚΤΕΡΙΝΟ
Καὶ νά τοι ὥριμοι τοῦτ᾽ οἱ καρποὶ πεπρωμένου ψοφοδεοῦς. Βγαλμένοι ἀπ᾽ τ᾽ ὄνειρό μας, θρεμμένοι ἀπὸ τὸ αἷμα μας, καὶ ἔχοντας στοιχειώσει τῶν νυχτῶν μας τὴν πορφύρα, εἶναι οἱ καρποὶ μέριμνας μακρᾶς, εἶναι οἱ καρποὶ ἐπιθυμίας μακρινῆς, διετέλεσαν οἱ πλέον κρυφοὶ συνένοχοί μας καί, ὄντας οὐκ ὀλίγες φορὲς ἕτοιμοι νὰ ὁμολογήσουν, μᾶς τραβοῦσαν γιὰ δικό τους σκοπό, μᾶς σέρνανε ἔξω ἀπὸ τῶν νυχτῶν τους τὴν ἄβυσσο... Στὴ φωτιὰ τῆς ἡμέρας ὅλη ἡ εὐμένεια! Νά τοι ὥριμοι καὶ κάτω ἀπὸ τὴν πορφύρα τοῦτ᾽ οἱ καρποὶ πεπρωμένου ἐπιβλητικοῦ καὶ ἄφευκτου. Πουθενὰ σ᾽ αὐτοὺς δὲν βρίσκουμε τὶς προαιρέσεις μας.
Τοῦ εἶναι ἥλιε, προδοσία! Ποῦ ὑπῆρξε δόλος, ποῦ δὲ προσβολή; Ποῦ ὑπῆρξε σφάλμα καὶ φύρα, καὶ ἡ πλάνη ποιά ἤτανε ἀκριβῶς; Νὰ ξαναπιάσουμε νὰ θέμα ἀπὸ τὴ γέννησή του; Νὰ ξαναζήσουμε τὸν πυρετὸ καὶ τὸ βάσανο;... Μεγαλεῖο τοῦ ρόδου, καθόλου δὲν ἀνήκουμε στοὺς ζηλωτές σου: ὅλο καὶ πικρότερο τὸ αἷμα μας, ὅλο καὶ πιὸ βαρειὲς οἱ ἔγνοιες μας, ἔτσι πᾶνε, οἱ δρόμοι μας εἶναι ὅλο καὶ λιγότερο ἀσφαλεῖς, ἡ δὲ νύχτα, ὅπου ξεριζώνονται οἱ θεοί μας, εἶναι βαθειά, πολὺ βαθειά. Σκυλόροδα καὶ μαῦρες βάτοι πληθαίνουνε καὶ οἰκίζουν ἀντὶ ἡμῶν τοῦ ναυαγίου τὶς ὄχθες.
Καὶ νά, καθὼς ὡριμάζουν τοῦτ᾽ οἱ καρποὶ μιᾶς ὄχθης ἄλλης. «Τοῦ εἶναι ἥλιε, κάλυψέ με!» — τοῦ λιποτάκτη λόγια. Καὶ ὅσοι θὰ τὸν ἔχουν δεῖ νὰ περνάει θὰ ποῦν: ποιός ὑπῆρξε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς καὶ ποιὰ ἡ κατοικία του; Πήγαινε μόνος στὴ φωτιὰ τῆς ἡμέρας νὰ δείξει τῶν νυχτῶν του τὴν πορφύρα;... Τοῦ εἶναι ἥλιε, Ἄρχοντα καὶ Κύριε! Τὰ ἔργα μας διασκορπίστηκαν, τὰ καθήκοντά μας εἶναι ἄτιμα καὶ τὰ στάχυα μας μένουν ἀθέριστα: καὶ ἡ δεματιάστρα περιμένει στὰ χθαμαλὰ τῆς ἑσπέρας. — Νά τοι βαμμένοι ἀπὸ τὸ αἷμα μας τοῦτ᾽ οἱ καρποὶ πεπρωμένου θυελλώδους.
Μὲ βῆμα δεματιάστρας φεύγει ἡ ζωὴ ἄνευ μίσους ἄνευ λύτρων.
Μετάφραση: Γιῶργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου