RAFAEL ALBERTI
ΟΙ ΣΤΥΓΝΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Πουλιά, τυφλά τα ράμφη,
τω καιρώ εκείνω.
Τρυπημένη,
από κόκκινο σιδερόσυρμα με ζήλο,
η φωνή, μα και τα αυτεξούσια όλα,
μακριά, κοντά, των ονείρων τους:
η θάλασσα, οι κάμποι, τα σύννεφα,
το δέντρο, το δεντράκι…
Τυφλά, πεθαμένα.
Πετάξτε!
– Δεν μπορούμε.
Πώς θες να πετάξουμε;
Κήποι που ήσαν ο αέρας
τω καιρώ εκείνω.
Καλάμια νυχτερινής μανίας,
σπιρουνίσματα των χαζών, των αδέξιων,
άνεμοι θολωμένοι
που θέλουν νά ’ναι φύλλα, άνθος,
που θέλουν…
Κήποι του Νότου, χαλασμένοι!
του Νότου πεθαμένοι.
Αέρα, αερίστε!
– Δεν μπορούμε.
Πώς θες ν’ αερίσουμε;
Στα χέρια σου,
τα ζεστά ακόμα, τω καιρώ εκείνω,
φτερά και φύλλα πεθαμένα.
Ας τα θάψουμε.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου