ATTILIO BERTOLUCCI
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ
Τα πρωινά του Οκτώβρη
όταν τα όνειρα
που έβλεπα παιδί
άρχιζαν μ’ ελαφρό αεράκι και φωνές να γεμίζουν
(κάποιος είχε αφήσει κάποιο παράθυρο ανοιχτό
και μπήκαν και μου τα σήκωσαν όλα)
το τρένο που πέρναγε την ώρα εκείνη
όχι μακριά, με χαίτη από καπνούς
και σφυρίγματα, μ’ έκανε γλυκά και βουβά να τρομάξω.
Ξάπλωσα από κάτω του, χωρίς να το σκεφτώ,
και είχα τον βρυχηθμό του μες στ’ αφτιά μου
μέχρι να περάσει ολόκληρο
και η μητέρα μου ήρθε προς το μέρος μου τρέχοντας
από την άκρη του ορίζοντα, ιδρωμένη και νεανική
ροζ φορώντας τότε φόρεμα.
Ήμουν ξύπνιος και μια μέλισσα πέταγε
στον αίθριο αέρα.
Να φωνάξω ήθελα, και αμίλητος έμενα.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου