GEORG TRAKL
ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΛΑ
1
Μοίρα μοναχική σε δώματα παρατημένα.
Τους τάπητες τούς ακουμπάει μια γλυκιά παράνοια,
κοκκινωπές στα παραθύρια γλάστρες με γεράνια
και νάρκισσοι αλαβάστρινοι: λουλούδια μαραμένα,
μα αγνότερα έτσι ως φαίνονται στον κήπο απαυγασμένα.
Ινδίας πρωινά χαμογελούν – πέπλοι γαλάζιοι.
Γλυκό θυμίαμα τον ξένο από τις έγνοιες βγάζει,
νύχτα άγρυπνη να σφίγγει την Αγγέλα εκεί στη λίμνη.
Σε μι’ άδεια μάσκα πίσω κρύβει πόνο και μαράζι,
τη σκέψη της που μαύρη μέσα στο έρεβος χαράζει.
Η κίχλη το γλυκό της το λαρύγγι δοκιμάζει.
2
Χλόες αιχμηρές στριφώνουν, στη διχάλα για να πάρουν
δεμάτια οι θεριστές, κατάκοποι και μεθυσμένοι
με παπαρούνες. Ο ουρανός βουλιάζει, τους βαραίνει –
γάλα, ερημιά την κόμη του μεσημεριού φορμάρουν.
Στη σίκαλη κουρούνες σμάρι βλέπεις να βολτάρουν.
Καρποί και φρίκες μεγαλώνουνε της γης τα πλάτη.
Με λάμψη ολόχρυση, ω εσύ μορφασμέ αθώε και με κάτι
από λαγνεία, που σιωπή υακίνθων πάντα θέλεις,
ψωμί, κρασί να φτιάχνεις απ’ τη σάρκα τη χορτάτη
της γης, Σεβαστιανός να γίνεσαι στου ονείρου το άτι.
Το πνεύμα της Αγγέλας πνεύμα είναι απαλής νεφέλης.
3
Οι κόκκινοι καρποί, ωριμάζουν στα κλαδιά οι οπώρες,
γλυκών αγγέλων χείλη τις ασπάζονται, όταν πάνε
σαν νύμφες πάνω από πηγές, σκυμμένες να κοιτάνε
γαλήνιες τον εαυτό τους, και κοιτάζονται ώρες,
ενώ αιωρούνται οι ώρες σε χρυσοπράσινες αιώρες.
Το πνεύμα ενίοτε παιχνίδι ή πόλεμο θυμίζει.
Σφαγής αχός στα χρυσωμένα νέφη κυματίζει,
κουφάρια και απορρίμματα και μύγες θημωνιάζει.
Και δαίμονας στη λαύρα καταιγίδες ετοιμάζει,
κυπαρισσιών θλιμμένων ίσκιους επιτάφιους χτίζει.
Μαύρη τροφή ο πρώτος κεραυνός που πέφτει αδειάζει.
4
Στο αλσύλλιο, στις ιτιές θροΐσματα αργυρά αγροικάτε.
Βροχή που πέφτει και απηχεί ώρα των αυλών τους ήχους.
Ασάλευτα πουλιά στης νύχτας –κρεμαστά– τους τοίχους!
Νερό γαλάζιο στων κλαδιών τη σκοτεινιά κοιμάται.
Τον ποιητή, του κάλλους τον πρωθιερέα, να τιμάτε.
Πονάει ο στοχασμός στο ψύχος, στο μουχρό τ’ αγιάζι.
Λιβάνι, παπαρούνα και η κάμαρα ήρεμα ευωδιάζει –
στις παρυφές του δάσους η μελαγχολία. Βρίσκει
η Αγγέλα να χαρεί των άστρων δώρο και κανίσκι.
Των εραστών τον μόχθο η νύχτα πλέον αγκαλιάζει.
Στις παρυφές του δάσους – της μελαγχολίας οι ίσκιοι.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου