ATTILIO BERTOLUCCI
ΠΡΩΙΝΟ
Απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο
μπαίνουν οι ήρεμες φωνές
του ποταμού,
τα μακρινά τραγούδια
που λένε οι πλύστρες
κει κάτω ανάμεσα στις λεύκες και στις σκλήθρες,
δίπλα στο πεντακάθαρο ρεύμα
που μουρμουρίζει τόσο γλυκά
ο καπνός των ατμών
μπερδεμένος με τον καπνό των σπιτιών
κάτω από το θριαμβευτικό γέλιο
τ’ ουρανού.
Στην άλλη όχθη, στη λεωφόρο
οι μπλε αφίσες
των ναυτιλιακών εταιρειών
γεμίζουν τις καρδιές των ανδρών
που κάθονται στα παγκάκια
νοσταλγία και ψευδαισθήσεις.
Μια ξανθιά κοπέλα σκέφτομαι.
Μεσημεριάζει όπου νά ’ναι –
μεγάλη τρυφερότητα
με καταλαμβάνει εξ εφόδου,
και επιθυμία να κλάψω δίχως λόγο.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου