JORGE LUIS BORGES
ΕΝΑ ΠΡΩΙ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1649
Μες στον λαό του προχωράει ο Κάρολος. Κοιτάζει
δεξιά και αριστερά. Έχει με τα χέρια του απωθήσει
τους άνδρες της ακολουθίας του. Ό,τι ακολουθήσει
–από του ψεύδους την ανάγκη ελεύθερος– το βάζει
στον νου του. Ξέρει: θα πεθάνει σήμερα. Όμως δεν θα
λησμονηθεί – άναξ γαρ. Η εκτέλεση τον περιμένει.
Πρωί πραγματικά φριχτό. Αυτοκυριαρχημένη
η σάρκα του δεν τρέμει. Ανέκαθεν υπήρξε (ένθα
απόδειξις) αδιάφορος, σαν τον καλό τον παίχτη.
Τη ζωή έχει πιεί έως τρυγός. Του βίου έχει αρμέξει τις χαρές του.
Μόνος του τώρα εδώ μες στα ένοπλα τα πλήθη εμπλέχτη.
Δεν τον τρομάζει η λαιμητόμος – όχι. Οι δικαστές του
δεν είναι δα ο Κριτής. Χαμογελά· με την παλάμη
τούς χαιρετάει όλους. Πόσες, ω, φορές δεν τό ’χει κάμει;…
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου