GEORG TRAKL
DE PROFUNDIS
Σ’
έναν καλαμιώνα πέφτει μαύρη βροχή.
Δέντρο
καφετί και μονάχο του στέκει.
Άνεμος
σφυρίζει τυλίγοντας άδεια καλύβια.
Τί
θλίψη το βράδυ ετούτο!
Απ’
το αγρόκτημα περαστική
μαζεύει
η τρυφερή ορφανοπούλα κάτι σκόρπια στάχια.
Χρυσά
και στρόγγυλα τα μάτια της βόσκουν στο λυκόφως
και
η αγκάλη της τον εξ ουρανού επιποθεί μνηστήρα.
Στον
γυρισμό
το
γλυκό οι ποιμένες βρήκανε κορμί της
στους
πρίνους να σαπίζει.
Σκιά
είμαι, και είμαι μακριά από χωριά σκυθρωπιασμένα.
Θεού
σιωπή
απ’
τους κρουνούς του δάσους ήπια.
Ψυχρό
το μέτωπό μου μέταλλο πατάει, διαβαίνει.
Αράχνες
γυρεύουν την καρδιά μου.
Φως
και το στόμα μού σβήνει.
Είχε
νυχτώσει και σ’ έναν ρεικότοπο βρέθηκα
τ’
απομεινάρια να θωρώ και τη σκόνη των άστρων.
Στις
λόχμες με τις λεπτοκαρυές
κρυστάλλινοι
άγγελοι ήχησαν πάλι.
Μετάφραση:
Γιώργος Κεντρωτής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου